Οι νομικές υπηρεσίες των αρμόδιων υπουργείων στην Ουάσιγκτον αντιμετωπίζουν ένα πρόβλημα πολύ πιο περίπλοκο από τις κυρώσεις του νόμου CAATSA, καθώς προσπαθούν να βρουν μια νομικά θεμελιωμένη λύση που θα μπορούσε να επιτρέψει στο μέλλον την πώληση των μαχητικών αεροσκαφών F-35 στην Άγκυρα. Μια τέτοια πώληση θα εντάσσεται στην αμυντική επαναπροσέγγιση μεταξύ ΗΠΑ και Τουρκίας, η οποία φαίνεται να είναι κοινός στόχος των δύο ηγετών.
Ο Λευκός Οίκος έχει τη δυνατότητα να άρει μονομερώς τις κυρώσεις του νόμου CAATSA χωρίς να χρειάζεται έγκριση από το Κογκρέσο. Ωστόσο, σύμφωνα με αξιόπιστες πληροφορίες, υπάρχει ένα σοβαρό επιπλέον εμπόδιο για την ολοκλήρωση της διαδικασίας. Αυτό αφορά την τροπολογία 1245 του Αμυντικού Προϋπολογισμού του 2020 (NDAA), η οποία εισήχθη το 2019 και παραμένει σε ισχύ.
Η τροπολογία εισάγει σαφή απαγόρευση για τη μεταφορά ή παράδοση μαχητικών F-35 στην Τουρκία, λόγω της απόκτησης και κατοχής του ρωσικού αντιαεροπορικού συστήματος S-400. Αυτή η απαγόρευση παραμένει σε ισχύ όσο δεν υπάρχει ουσιαστική αλλαγή στην κατάσταση κατοχής του συστήματος.
Για να κατανοηθεί πλήρως το ζήτημα, είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι, σε αντίθεση με τον νόμο CAATSA –ο οποίος επιτρέπει στον πρόεδρο να αναστείλει ή να άρει τις κυρώσεις υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις– ο νόμος NDAA δεν παρέχει καμία δυνατότητα προεδρικής παρέκκλισης. Έτσι, ακόμη και αν η κυβέρνηση αποφασίσει να άρει τις κυρώσεις, η πώληση ή η επανένταξη της Τουρκίας στο πρόγραμμα των F-35 δεν καθίσταται αυτόματα νομικά εφικτή. Αυτό θα είναι δυνατό μόνο εφόσον αλλάξει η κατάσταση κατοχής των S-400 ή υπάρξει ρητή τροποποίηση του ισχύοντος NDAA από το Κογκρέσο, είτε μέσω κατάργησης είτε μέσω αναθεώρησης της σχετικής διάταξης με νέα νομοθετική πρωτοβουλία.
Αυτή είναι η νομικά σωστή προσέγγιση. Ωστόσο, η ιστορική πρακτική της αμερικανικής εκτελεστικής εξουσίας δείχνει ότι, σε ορισμένες περιπτώσεις, μπορεί να χρησιμοποιήσει νομικές και διαδικαστικές «παρακαμπτήριες» οδούς, ελιγμούς ή ακόμα και νομικά τεχνάσματα για να παρακάμψει ή να μειώσει τους περιορισμούς που επιβάλλει το Κογκρέσο.
Πιθανές στρατηγικές θα μπορούσαν να περιλαμβάνουν τη διασταλτική ή περιοριστική ερμηνεία της υφιστάμενης νομοθεσίας, την εκμετάλλευση σημείων ασάφειας ή γλωσσικών ατελειών στις σχετικές τροπολογίες, καθώς και την αναθεώρηση των πραγματικών περιστατικών, με σκοπό να υποστηριχθεί ότι οι αρχικές προϋποθέσεις που ενεργοποίησαν την απαγόρευση δεν ισχύουν πλέον.
Σε υποθετικά σενάρια όπου το ρωσικό σύστημα S-400 μεταφέρεται σε εγκαταστάσεις αποθήκευσης εντός ή εκτός Τουρκίας, όπως για παράδειγμα στο Ιντσιρλίκ, ή κρίνεται μη λειτουργικό, ή η εποπτεία του παραχωρείται σε τρίτο μέρος, όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες, η αμερικανική κυβέρνηση θα μπορούσε να υποστηρίξει ότι η βασική προϋπόθεση της «κατοχής» των συστημάτων, που είχε αρχικά οδηγήσει στην απαγόρευση του NDAA, έχει πλέον αλλάξει και επομένως έχει εκλείψει. Έτσι, θα μπορούσε να υποστηριχθεί ότι η συνέχιση εφαρμογής της σχετικής διάταξης δεν είναι νομικά δικαιολογημένη.
Οι νομικοί σύμβουλοι της αμερικανικής κυβέρνησης εξετάζουν σενάρια που θα μπορούσαν να επιτρέψουν την πιστοποίηση ότι η Τουρκία δεν έχει πλέον κυριότητα του συστήματος S-400, χωρίς να απαιτείται η απομάκρυνσή του από το τουρκικό έδαφος.
Πηγή: Pagenews.gr