Το 2021 θα ξεκινήσει ,όπως όλα δείχνουν, με «διερευνητικές συνομιλίες» Ελλάδας – Τουρκίας. Η γειτονική χώρα ανακοίνωσε ότι μέχρι τα μέσα Ιουνίου θα έχει το Oruc Reis στα ανοιχτά της Αττάλειας, με αναμμένες μηχανές. Ακούγοντας τις πρώτες εκτιμήσεις ειδικών προκύπτει το συμπέρασμα ότι όλα δείχνουν πως «μας πάνε» τάχιστα για το τραπέζι των συζητήσεων.
Η ανακοίνωση της Άγκυρας, λένε οι εκτιμήσεις, «δεν αφήνει περιθώριο στην Ελλάδα να αρνηθεί τις διερευνητικές». Δηλαδή η Άγκυρα, μετά από το τετράμηνο όργιο προκλήσεων και περιφρόνησης κυριαρχικών δικαιωμάτων μιας χώρας μέλους της ΕΕ, συνεχίζει να εκβιάζει με κλιμάκωση αν δεν δεχτούμε να καθίσουμε να κουβεντιάσουμε.
Από την άλλη πλευρά, η Τουρκία, με δηλώσεις του υπουργού Άμυνας Χουλουσί Ακάρ, θέτει ζητήματα που δεν μπορεί καμία ελληνική κυβέρνηση να κουβεντιάσει. Το θέμα της αποστρατιωτικοποίησης νησιών του Αιγαίου που έθεσε ξανά ο Ακάρ, δεν είναι τουρκική εμμονή. Είναι στόχος που από ότι φαίνεται δεν πρόκειται να εγκαταλειφθεί από την Άγκυρα.
Οι ίδιοι οι σύμμαχοι της προφανώς, οι οποίοι έχουν πολύ εύκολη τη… συμβουλή να τα βρούμε με την Τουρκία. Δεν διακυβεύονται δικά τους συμφέροντα βεβαίως, παρά μόνο αυτά των εταιρειών τους. Είναι οι ίδιοι σύμμαχοι που ταυτόχρονα πιέζουν την Ελλάδα για υπογραφές δισεκατομμυρίων σε εξοπλισμούς τουλάχιστον αμφιλεγόμενους σε σχέση με τις πραγματικές ανάγκες της χώρας.
Τι θα κάνει λοιπόν, η Ελλάδα; Θα δεχτεί να πάει σε διερευνητικές εντολές «υπό οποιεσδήποτε συνθήκες» και με ατζέντα ανοιχτή; Για να πετύχει τι; Αν σε αυτές τις διερευνητικές συζητήσεις ακουστεί η λέξη αποστρατιωτικοποίηση, τι θα κάνει η ελληνική πλευρά. Θα σηκωθεί να φύγει από το τραπέζι ή θα παραμείνει για να μην την κακοχαρακτηρίσουν; Φαίνεται ότι τα πραγματικά δύσκολα στα ελληνοτουρκικά, μόλις αρχίζουν…