Στην πρότασή του για ένα δικαιότερο και πιο αναπτυξιακό φορολογικό σύστημα επανήλθε χθες, με αφορμή την έκθεση χρηματοπιστωτικής πολιτικής της Τράπεζας της Ελλάδος, ο διοικητής της Γιάννης Στουρνάρας, ζητώντας επίσης περισσότερες μεταρρυθμίσεις για την τόνωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος.
«Παρά τις αξιόλογες επιτυχίες και την ανθεκτικότητα που έχει επιδείξει η ελληνική οικονομία τα τελευταία χρόνια», αναφέρει η έκθεση, «εξακολουθούν να υπάρχουν εμπόδια και προκλήσεις που δρουν ανασταλτικά στην αναπτυξιακή πορεία της χώρας».
Κατονομάζει, συγκεκριμένα, ένα διοικητικό και κανονιστικό πλαίσιο που είναι επαχθές, μεταβάλλεται συχνά και στερείται διαφάνειας, και ένα νομικό σύστημα που δεν είναι αρκετά αποτελεσματικό και προστατευτικό των δικαιωμάτων ιδιοκτησίας. Επισημαίνει εμπόδια στον ανταγωνισμό, τις επενδύσεις και την αύξηση της παραγωγικότητας, εξαιτίας κανονιστικών φραγμών, της παραοικονομίας και της περιορισμένης πρόσβασης στη χρηματοδότηση. Ακόμη καταγράφει αναντιστοιχίες δεξιοτήτων, τα χαμηλά αποτελέσματα της εκπαίδευσης και την έλλειψη κατάλληλων κινήτρων που αποθαρρύνουν την αναζήτηση εργασίας και περιορίζουν την καινοτομία. Με άλλα λόγια, ο κ. Στουρνάρας κινήθηκε στο πλαίσιο των επισημάνσεων πρόσφατα της Κομισιόν στο πλαίσιο της έκθεσης για την Ελλάδα στο Ευρωπαϊκό Εξάμηνο, αλλά και άλλων διεθνών φορέων που επισημαίνουν τις διαρθρωτικές αδυναμίες της ελληνικής οικονομίας, παρά την πρόοδο στα δημοσιονομικά και στον ρυθμό ανάπτυξης. Χαρακτηριστικά, ακόμη και ο ESM στη χθεσινή ετήσια έκθεσή του επεσήμανε ότι η Ελλάδα πρέπει να καλύψει το κενό παραγωγικότητας με την Ε.Ε.
Ο κ. Στουρνάρας διατύπωσε τις εξής προτάσεις για να αντιμετωπισθούν οι εγχώριες διαρθρωτικές αδυναμίες, αλλά και οι αβεβαιότητες που συνδέονται με το παγκόσμιο οικονομικό περιβάλλον:
1. Η διασφάλιση της βιωσιμότητας του χρέους να παραμείνει προτεραιότητα. Τάχθηκε και υπέρ της σχεδιαζόμενης πρόωρης εξόφλησης του υπολειπόμενου ποσού των διμερών δανείων του πρώτου μνημονίου.
2. Να γίνει η δημοσιονομική πολιτική φιλικότερη προς την ανάπτυξη. «Προτεραιότητα σε αυτόν τον τομέα», σημειώνει η έκθεση, «αποτελούν οι μεταρρυθμίσεις που αποσκοπούν στην ενίσχυση της αποτελεσματικότητας και της κοινωνικής δικαιοσύνης του φορολογικού συστήματος και στη βελτίωση της ποιότητας και αποδοτικότητας των δημόσιων δαπανών».
Οπως επισημαίνει, εξάλλου, η έκθεση, «η ενίσχυση της προοδευτικότητας του φορολογικού συστήματος μπορεί να εξουδετερώσει τη φορολογική διάβρωση (fiscal drag) (σ.σ. εξαιτίας της μη αναπροσαρμογής της φορολογικής κλίμακας) συμβάλλοντας παράλληλα σε μια δικαιότερη κατανομή των φορολογικών βαρών και σε βελτίωση της εισπραξιμότητας των φόρων. Στην ίδια κατεύθυνση, της δικαιότερης κατανομής των φορολογικών βαρών, έχει συμβάλει και η πρόσφατη αλλαγή στον τρόπο φορολόγησης των ελευθέρων επαγγελματιών με την εισαγωγή ελάχιστου τεκμαρτού εισοδήματος. Στοχευμένα φορολογικά κίνητρα θα πρέπει επίσης να παρέχονται στις νεοφυείς επιχειρήσεις και στις επενδύσεις σε έρευνα και ανάπτυξη, με πολλαπλασιαστικές θετικές επιδράσεις στην οικονομία μακροπρόθεσμα.
3. Nα γίνει εγκαίρως η απορρόφηση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης. Η έκθεση επισημαίνει στο σημείο αυτό ότι «ως προς το σκέλος των επιχορηγήσεων του RRF, οι εκταμιεύσεις προς τους τελικούς δικαιούχους παρουσιάζουν καθυστερήσεις, αν και επιταχύνθηκαν το 2024». Μέχρι το τέλος του 2024 οι μισές μόνο εισπράξεις του είχαν φτάσει στους τελικούς δικαιούχους.
4. Χρειάζονται πρόσθετες προσπάθειες για τη βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος και τη μετάβαση σε μια οικονομία μέσης και υψηλής εντάσεως τεχνολογίας. Βασική προτεραιότητα είναι οι μεταρρυθμίσεις που ενισχύουν την παραγωγικότητα.
5. Ενα αποτελεσματικό σύστημα χρηματοπιστωτικής διαμεσολάβησης για την αύξηση των επενδύσεων, με διαφοροποίηση των πηγών χρηματοδότησης.
6. Μια εύρυθμη αγορά εργασίας και ένα καλύτερα εκπαιδευμένο εργατικό δυναμικό.
7. «∆εδομένου ότι η εγχώρια αποταμίευση δεν επαρκεί για να καλύψει τις απαιτούμενες επενδύσεις, είναι επιτακτικά αναγκαία η συνέχιση της προσέλκυσης ξένων άμεσων επενδύσεων». Η αύξηση των επενδύσεων σε βάθος χρόνου προϋποθέτει και την αύξηση των αποταμιεύσεων του ιδιωτικού τομέα.
Η έκθεση προβλέπει ρυθμό ανάπτυξης 2,3% για φέτος, υποχώρησή του στο 2% το 2026 και στο 2,1% το 2027 και πληθωρισμό 2,5%, που θα μειωθεί στο 2,2% ώς το 2027. Επισημαίνει ότι ο «πληθωρισμός παρουσιάζει στοιχεία επιμονής, με αποτέλεσμα να καθυστερεί η αποκλιμάκωσή του, σε σχέση με τον πληθωρισμό για το σύνολο της Ζώνης του Ευρώ». Σημειώνει, επίσης, ότι οι κίνδυνοι που περιβάλλουν τις προβλέψεις του είναι κυρίως καθοδικοί, λόγω προστατευτισμού στο διεθνές εμπόριο, γεωπολιτικών εντάσεων, στενότητας στην αγορά εργασίας, κλιματικής αλλαγής, ενδεχόμενης χαμηλότερης απορρόφησης των κονδυλίων του Ταμείου Ανάκαμψης και καθυστέρησης των μεταρρυθμίσεων.
Πηγή: Pagenews.gr