H Ανατολική Ευρώπη ετοιμάζει τα νοσοκομεία της για πόλεμο

Πηγή Φωτογραφίας: Pixabay//H Ανατολική Ευρώπη ετοιμάζει τα νοσοκομεία της για πόλεμο
Ολες οι χώρες στην ανατολική πτέρυγα του ΝΑΤΟ επανεξετάζουν τα πρωτόκολλα αντιμετώπισης κρίσεων για τις υγειονομικές εγκαταστάσεις, οργανώνουν ασκήσεις, επενδύουν σε αλεξίσφαιρα κράνη και γιλέκα, και μεταφέρουν τα χειρουργεία στα υπόγεια, σημειώνει σε ανάλυσή του το Politico. Ο πόλεμος στην Ουκρανία διέλυσε την ψευδαίσθηση ότι η Ευρώπη είναι ασφαλής από πολεμικές συγκρούσεις. «Το θέμα δεν είναι αν [η Ρωσία] θα επιτεθεί. Το θέμα είναι πότε», δήλωσε ο Ράγκναρ Βάικνεμετς, αναπληρωτής γενικός διευθυντής της Υγειονομικής Υπηρεσίας της Εσθονίας, που είναι υπεύθυνη για την προετοιμασία για κρίσεις, από πανδημίες μέχρι πόλεμο. Οι χώρες της Ανατολικής Ευρώπης, στο παρελθόν υπό σοβιετική κατοχή, γνωρίζουν πολύ καλά πόσο γρήγορα μπορούν να φτάσουν τα στρατεύματα. «Εχουμε κακούς γείτονες εδώ: τη Ρωσία και τη Λευκορωσία», είπε ο Ντάνιελ Ναουμόβας, αναπληρωτής υπουργός Υγείας της Λιθουανίας, σε ένα συνέδριο τον Φεβρουάριο του 2025.
Η χώρα του συνδέει το ΝΑΤΟ με τις Βαλτικές χώρες μέσω του περάσματος Suwałki – ενός στενού, ευάλωτου διαδρόμου, που θεωρείται ένα από τα πιθανότερα σημεία μελλοντικής ρωσικής επίθεσης. Αν και όλες οι χώρες της ΕΕ είναι «στο ίδιο σκάφος», μερικές βρίσκονται στην εμπροσθοφυλακή, «εκεί όπου το νερό είναι παγωμένο», είπε ο Ναουμόβας. «Το νερό μάς χτυπά στο πρόσωπο· το νερό του πολέμου». Για τις χώρες στα ανατολικά του ΝΑΤΟ η ετοιμότητα για πόλεμο δεν είναι επιλογή – είναι επείγουσα ανάγκη, υπογραμμίζει το Politico. «Λίγες χώρες της ΕΕ είναι χώρες πρώτης γραμμής», είπε η Καταρζίνα Κατσπερτσίκ, υφυπουργός Υγείας της Πολωνίας. «Για αυτές το ζήτημα είναι πολύ πιο άμεσο».
Η Πολωνία έχει αναδείξει την υγειονομική ασφάλεια σε περιόδους σύγκρουσης σε βασικό θέμα κατά τη διάρκεια της εκ περιτροπής προεδρίας της στο Συμβούλιο της ΕΕ, όπου η ασφάλεια της Ευρώπης αποτελεί κεντρικό ζήτημα. «Δεν μπορούμε να ετοιμάζουμε σχέδια έκτακτης ανάγκης για τον στρατό, την οικονομία ή την ενέργεια και να εξαιρούμε τον τομέα της υγείας», τόνισε η Κατσπερτσίκ. Οι ευρωπαϊκές χώρες διαθέτουν κατά μέσο όρο 11,5 κλίνες εντατικής θεραπείας ανά 100.000 κατοίκους .
Η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία έχει δείξει ότι οι σύγχρονες συγκρούσεις δεν αφήνουν ανέγγιχτες τις υγειονομικές υπηρεσίες, ούτε τους πολίτες που εξυπηρετούν. Οι χώρες της Ανατολικής Ευρώπης το λαμβάνουν υπόψη. Σε απόσταση μόλις 50 χιλιομέτρων από τα σύνορα της ΕΕ με τη Λευκορωσία, το Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο Santaros στο Βίλνιους αναπτύσσει υπόγειες υποδομές, καταφύγια, σημεία προσγείωσης για ελικόπτερα και αυτόνομα συστήματα που θα του επιτρέπουν να λειτουργεί ακόμη και αν κοπεί η παροχή ρεύματος ή νερού. Το Santaros δεν αποτελεί εξαίρεση. Στην Εσθονία, πέρα από τα αλεξίσφαιρα γιλέκα για τα πληρώματα ασθενοφόρων, θα διανεμηθούν και δορυφορικά τηλέφωνα για τη διατήρηση των επικοινωνιών, αν καταρρεύσουν τα επίγεια δίκτυα. Υπάρχουν ακόμη σχέδια για την ανάπτυξη ανεξάρτητου διαδικτύου, εάν χρειαστεί. Η εγκατάσταση ηλεκτρογεννητριών σε όλο το Σύστημα Υγείας είναι σε εξέλιξη, ακολουθώντας το παράδειγμα της Ουκρανίας, όπου οι ρωσικές επιθέσεις διακόπτουν συστηματικά την παροχή ρεύματος στους πολίτες. «Ξέρουμε με βεβαιότητα ότι η Ρωσία στοχεύει σε πολιτικές υποδομές και δομές ενέργειας. Αυτό σημαίνει πως δεν μπορούμε να επιτρέψουμε να σταματήσει η λειτουργία των νοσοκομείων λόγω προβλημάτων σε εργοστάσια ηλεκτρικής ενέργειας», είπε ο Βάικνεμετς. Πολλά νοσοκομεία στην Ανατολική Ευρώπη, ως κατάλοιπα της σοβιετικής εποχής, είναι ιδιαίτερα ευάλωτα. «Εχουμε ψηλά και μεγάλα κτίρια. Ολα είναι συγκεντρωμένα σε ένα συγκρότημα, σε μια περιοχή», εξήγησε. Τα νοσοκομεία τώρα εξετάζουν πώς να μετατρέψουν υπόγειους χώρους σε χειρουργεία, εφόσον χρειαστεί.
«Δεν μπορώ να φανταστώ να εργάζομαι στον πάνω όροφο… απλώς περιμένοντας να χτυπηθούμε», είπε. Η Εσθονία προμηθεύεται κινητές ιατρικές μονάδες –κινητές εγκαταστάσεις περίθαλψης που μπορούν να αναπτυχθούν σε έκτακτες ανάγκες – για να αντιμετωπιστεί η περιορισμένη ικανότητα εντατικής φροντίδας στην Ευρώπη. Ενώ ο μέσος όρος στις ευρωπαϊκές χώρες είναι 11,5 κλίνες εντατικής ανά 100.000 κατοίκους, «σε περίοδο πολέμου μπορεί να χρειαστεί τριπλάσια ή πενταπλάσια χωρητικότητα», είπε ο Μπγιορν Γκούλντβογκ, ειδικός σύμβουλος της Υγειονομικής Διεύθυνσης της Νορβηγίας. Η διατήρηση μεγάλου αριθμού επεμβάσεων για εβδομάδες ή μήνες είναι επίσης πρόκληση: «Τα περισσότερα νοσοκομεία μπορούν να λειτουργήσουν στο 120-150% της κανονικής χωρητικότητας για 24 έως 48 ώρες», είπε. Τα αποθέματα αίματος και οξυγόνου θα είναι επίσης κρίσιμα. Απόθεμα υλικών και αλυσίδες εφοδιασμού Ακόμα και τα καλύτερα προετοιμασμένα νοσοκομεία δεν μπορούν να λειτουργήσουν χωρίς φάρμακα, υλικά και εξοπλισμό – και οι χώρες της Βαλτικής δημιουργούν αποθέματα, προετοιμαζόμενες για μαζικά θύματα. Η Εσθονία, για παράδειγμα, έχει διαθέσει 25 εκατ. ευρώ για προμήθειες σε περίπτωση μαζικών τραυματισμών, όπως ορθοπεδικό εξοπλισμό, αιμοστατικούς επιδέσμους και κιτ τραυμάτων – «η μόνη βαριά επένδυση που έχουμε κάνει», όπως δήλωσε η υπουργός Υγείας Ρίνα Σίκουτ τον Φεβρουάριο. Τα αποθέματα διασφαλίζουν ότι τα νοσοκομεία μπορούν να λειτουργούν μέχρι να φτάσουν ενισχύσεις από συμμάχους, ανέφερε ο Βάικνεμετς, προσθέτοντας ότι το ΝΑΤΟ είναι κρίσιμο για την εξασφάλιση των διαδρομών εφοδιασμού. Στη Λετονία, οι υγειονομικές δομές υποχρεούνται από την εποχή της Covid-19 να διατηρούν απόθεμα φαρμάκων για τρεις μήνες.
«Ποτέ δεν πίστευα ότι θα έλεγα “ευχαριστώ” στην Covid, αλλά χάρη στην Covid… βρήκαμε οικονομικούς πόρους», παραδέχθηκε στο Politico η Ανιέσε Βαλιούλιενε, γενική γραμματέας του υπουργείου Υγείας. Η χώρα εργάζεται επίσης για τη δημιουργία εθνικών αποθεμάτων. Ωστόσο οι χώρες της Βαλτικής είναι πολύ κοντά στη γραμμή του μετώπου για να είναι ασφαλή τα αποθέματα, σύμφωνα με τον Γιος Γιόστεν, ιατρικό σύμβουλο της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Εξωτερικής Δράσης (EEAS). Ως εκ τούτου, άλλες χώρες της ΕΕ πρέπει να «εντοπίσουν ό,τι είναι σπάνιο και δύσκολο να εξασφαλιστεί για τα μικρά κράτη», υπογράμμισε και προσέθεσε: «Και τότε πρέπει να παραχωρήσουμε λίγη κυριαρχία, να τη δώσουμε στην ΕΕ ώστε να πάρει αποφάσεις» για τη διανομή. Τα αποθέματα του Ερυθρού Σταυρού, των εθνικών αποθηκών και του rescEU –της υπηρεσίας έκτακτης ανάγκης της ΕΕ– πρέπει να είναι έτοιμα να φτάσουν στην πρώτη γραμμή, αλλά και στους πολίτες. «Πρέπει να έχουμε καλά σχέδια κρίσης», υπογράμμισε η Σίκουτ. Στελέχωση σε καιρό πολέμου Η πολεμική ετοιμότητα δεν αφορά μόνο την πολιτική – απαιτεί ανθρώπινο δυναμικό, σπεύδει να προσθέσει το Politico. Η έλλειψη προσωπικού είναι βασική πρόκληση για τις χώρες της Βαλτικής, όπου ήδη η καθημερινή στελέχωση των υγειονομικών υπηρεσιών είναι οριακή. Η Εσθονία, με πληθυσμό 1,3 εκατομμυρίων, διαθέτει σχεδόν το μισό προσωπικό υγείας ανά κάτοικο σε σύγκριση με τη Γερμανία. Μια έρευνα στη Λιθουανία έδειξε ότι πάνω από το ένα τέταρτο των υγειονομικών ενδέχεται να εγκαταλείψουν τη χώρα σε περίπτωση πολέμου, ενώ λιγότεροι από το 40% δήλωσαν ότι θα παραμείνουν και το ένα τρίτο είναι αναποφάσιστο. Συνεπώς, οι ασθενείς «από τα μέτωπα» δεν μπορούν να περιμένουν την ίδια φροντίδα όπως σε καιρό ειρήνης, τόνισε ο Βάικνεμετς – «αυτό είναι το βασικό και θεμελιώδες στοιχείο του σχεδιασμού μας για την αντιμετώπιση κρίσεων». Αλλά υπάρχει και ένα άλλο πρόβλημα: Δεν είναι όλοι έτοιμοι να μείνουν. Φόβους για ελλείψεις προσωπικού σε περίπτωση επίθεσης της Ρωσίας εκφράζουν οι υγειονομικές αρχές χωρών της Βαλτικής (Mykhailov Dmytro/Global Images Ukraine via Getty Images/Ideal Image)
Ο Βάικνεμετς αναμένει παρόμοια τάση στην Εσθονία: «Υπάρχουν πατριώτες, άτομα που ξέρουμε χωρίς αμφιβολία ότι θα μείνουν», είπε. «Φυσικά, υπάρχουν και εκείνοι που λένε από τώρα ότι θα πάνε κατευθείαν στην Ισπανία». Υπολογίζει ότι περίπου 50% με 60% του πληθυσμού δεν γνωρίζει ακόμη πώς θα αντιδράσει. Αν και είναι βέβαιος ότι οι περισσότεροι γιατροί και νοσηλευτές θα παραμείνουν, οι αρχές της Εσθονίας εργάζονται για να μειώσουν τις ανησυχίες τους, κυρίως όσον αφορά την ασφάλεια των οικογενειών τους. «Είναι απολύτως ανθρώπινο: Αν δεν νιώθω ασφαλής, αν δεν είμαι βέβαιος ότι η οικογένειά μου είναι ασφαλής, δεν θα το κάνω», επισήμανε. Στη Λετονία, ο πνευμονολόγος Ρούντολφς Βίλντε δήλωσε ότι ορισμένοι γιατροί με τους οποίους μίλησε σκέφτονται να φύγουν αν ξεσπάσει πόλεμος – ειδικά γονείς που «δεν βλέπουν πώς θα μπορούσαν να αφήσουν τα παιδιά τους και να είναι στο νοσοκομείο σε μια στρατιωτική κρίση». Μόλις μια εβδομάδα πριν από τη συνέντευξη, ο ίδιος και οι συνάδελφοί του στο πανεπιστημιακό νοσοκομείο Pauls Stradiņš κλήθηκαν να υπογράψουν έγγραφο ότι είναι κρίσιμο προσωπικό που πρέπει να παρουσιαστεί στο καθήκον εάν ηχήσουν σειρήνες. Ο ίδιος σχεδιάζει να παραμείνει, αλλά τόνισε πως χρειάζεται περισσότερη πληροφόρηση για να αισθάνεται σίγουρος σε περίπτωση ανάγκης. «Πρέπει να προετοιμαστώ… για στρατιωτική ιατρική ή απλώς να συνεχίσω την τακτική εργασία με αυξημένο αριθμό ασθενών;», αναρωτήθηκε. «Γιατί αυτά είναι δύο εντελώς διαφορετικά πράγματα και μάλλον και τα δύο θα χρειαστούν σε καιρό πολέμου». Ο ίδιος δεν έχει πρόβλημα να διαθέσει επιπλέον ώρες για εκπαίδευση «γιατί… το βλέπω ως έναν τρόπο να διατηρηθούν τα πράγματα όπως είναι. Αν θέλω να συνεχίσω να ασκώ την πνευμονολογία και να συμβάλλω στην πρόοδο της ιατρικής στη Λετονία, τότε πρέπει να υπάρχει και η Λετονία, έτσι δεν είναι;» Η εκπαίδευση εν καιρώ πολέμου Το νοσοκομείο του Βίλντε στη Ρίγα έχει ήδη ξεκινήσει εκπαιδευτικές ασκήσεις για πόλεμο. Αλλα νοσοκομεία και χώρες εντείνουν επίσης τις ασκήσεις ετοιμότητας. Η Εσθονία ενισχύει την εκπαίδευση σε όλο το σύστημα. Νοσοκομεία, πληρώματα ασθενοφόρων και υγειονομικό προσωπικό εκπαιδεύονται για να μεταβούν σε «κατάσταση κρίσης», όπου θα πρέπει να αντιμετωπίζουν μαζικές εισροές ασθενών και να φροντίζουν τραύματα πολέμου –όπως τραύματα από εκρήξεις και από σφαίρες, εγκαύματα, ακρωτηριασμούς και κακώσεις σπονδυλικής στήλης ή κεφαλής– που είναι σπάνια σε καιρό ειρήνης. Στο πανεπιστημιακό νοσοκομείο του Βίλνιους, στη Λιθουανία, «διεξάγονται ασκήσεις εκκένωσης και ετοιμότητας για μαζικές απώλειες για το προσωπικό του νοσοκομείου» σε συνεργασία με τις Ενοπλες Δυνάμεις της Λιθουανίας και την Ενωση Εφέδρων, σύμφωνα με τον διευθυντή του νοσοκομείου, Τόμας Γιοβάισα.
Μόνο για φέτος, η Λιθουανία προγραμματίζει επτά στρατιωτικές ασκήσεις και πάνω από δέκα ασκήσεις πολιτικής ασφάλειας για ιατρικό προσωπικό, σύμφωνα με τον εκπρόσωπο του υπουργείου Υγείας Γιουλιγιάννας Γκαλιζάνσκις. Δημιουργείται επίσης μια ιατρική ομάδα έκτακτης ανάγκης, ενώ νέοι γιατροί οργάνωσαν πρόσφατα συνέδριο αφιερωμένο στην ετοιμότητα της υγειονομικής περίθαλψης σε καιρό πολέμου. Ορισμένοι υγειονομικοί ταξιδεύουν στην Ουκρανία για να μάθουν από πρώτο χέρι πώς τα νοσοκομεία διαχειρίζονται πυραυλικές επιθέσεις, μαζικούς τραυματισμούς και διακοπές ρεύματος. Η Βάιβα Γιανκιένε, νοσηλεύτρια και συντονίστρια του Blue/Yellow Medical –που παρέχει ιατρική φροντίδα σε πολίτες κοντά στην πρώτη γραμμή της Ουκρανίας με τη Ρωσία– έχει προσφέρει εθελοντικά τις υπηρεσίες της πάνω από 20 φορές από τον Απρίλιο του 2022, μεταξύ άλλων και στη μαρτυρική πόλη Μπούτσα λίγο μετά την απελευθέρωσή της. Λέει ότι ο καλύτερος τρόπος για να προετοιμαστούν οι επαγγελματίες υγείας είναι να προσφέρουν εθελοντικά βοήθεια στην Ουκρανία. Περιέγραψε την κλίμακα των τραυμάτων και ασθενειών στην Ουκρανία ως «δύσκολη να τη συλλάβει κανείς» – πολλά τραύματα είναι εντελώς πρωτόγνωρα, λόγω νέων τακτικών πολέμου. «Μετά από επιθέσεις με drones, οι συνέπειες είναι αδιανόητες», είπε η Γιανκιένε. «Τέτοια τραύματα… κάθε γιατρός που τα είδε είπε το ίδιο: Δεν μπορούσαμε να φανταστούμε ότι θα έμοιαζαν έτσι». Ενώ ένας γιατρός τραυμάτων στη Λιθουανία μπορεί να κάνει έναν ακρωτηριασμό τον χρόνο, στην Ουκρανία ολόκληρες πτέρυγες νοσοκομείων είναι γεμάτες με ασθενείς που έχουν χάσει ένα, δύο, τρία ή ακόμη και τέσσερα άκρα — μαζί με άλλα σοβαρότατα τραύματα. «Εχουμε ελάχιστη εμπειρία σε τέτοιες σύνθετες, πολλαπλές κακώσεις», είπε.
Ο κίνδυνος προσφυγικού κύματος Οι επιπτώσεις του πολέμου δεν σταματούν στα εθνικά σύνορα. Λόγω της χρήσης εξελιγμένων όπλων στην Ουκρανία –περιλαμβανομένων πυραύλων μεγάλης εμβέλειας και στρατιωτικών drones– η πρώτη γραμμή δεν είναι πλέον σταθερή. Οι επιθέσεις μπορούν πλέον να φτάσουν εκατοντάδες χιλιόμετρα μακριά, θέτοντας σε κίνδυνο νοσοκομεία και πολιτικές υποδομές πολύ πέρα από τις εμπόλεμες ζώνες και καθιστώντας απαραίτητα τα σχέδια εκκένωσης. Ως εκ τούτου, χώρες πιο μακριά από το μέτωπο πρέπει να είναι έτοιμες να υποδεχθούν ασθενείς και πρόσφυγες, προειδοποιεί ο Γιόστεν, λέγοντας ότι η αλληλεγγύη της ΕΕ θα δοκιμαστεί. «Αν καταληφθεί η Λιθουανία, ποιος είναι υπεύθυνος για τους Λιθουανούς, αν δεν υπάρχει πια Λιθουανία; Αλλά η Ευρωπαϊκή Ενωση υπάρχει ακόμη», είπε. Ο Γιόστεν προέτρεψε τα θεσμικά όργανα της ΕΕ να δημιουργήσουν ταμεία για την αντιμετώπιση πολιτικών και στρατιωτικών θυμάτων, καθώς και για τους εκτοπισμένους πληθυσμούς. Πρόσθεσε ότι τα θύματα σε έναν μελλοντικό πόλεμο θα μπορούσαν να είναι κατά πολύ περισσότερα από όσα έχει δει η Ουκρανία. «Αυτοί οι 4.000 ασθενείς που μετακινήσαμε από την Ουκρανία δεν είναι τίποτα, 4.000 σε τρία χρόνια», είπε. «Ας μιλήσουμε για 4.000 σε δύο εβδομάδες και άλλους 4.000 τις επόμενες δύο εβδομάδες… τα νούμερα αλλάζουν δραματικά όταν ξεκινήσει ο πραγματικός πόλεμος».
Κανείς δεν ξέρει πότε (ή αν) θα έρθει ο πόλεμος. Αλλά, όπως είπε ο Βάικνεμετς, «η κρίση δεν φωνάζει όταν πλησιάζει».
Πηγή: pagenews.gr
Διαβάστε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο
Το σχόλιο σας