Το σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ (Οργανισμός Πληρωμών και Ελέγχου Κοινοτικών Ενισχύσεων Προσανατολισμού και Εγγυήσεων) δεν αποτελεί, όπως πολλοί θα ήθελαν να πιστεύουν, μια «εξαίρεση». Αντίθετα, εντάσσεται σε μια μακρά παράδοση ελληνικής διοικητικής ανεπάρκειας, κακοδιαχείρισης και πολιτικής ατιμωρησίας. Κάθε τέτοιο σκάνδαλο δεν είναι απλώς μια «πληγή». Είναι σύμπτωμα μιας βαριάς θεσμικής ασθένειας.
Η χρονική συγκυρία δεν είναι τυχαία. Το σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ φαίνεται να αναδύεται δημόσια αμέσως μετά τη σταδιακή «κάμψη» του σκανδάλου των Τεμπών, λες και το πολιτικό σύστημα χρειάζεται πάντα ένα καινούργιο πεδίο σύγκρουσης και «αφηγηματικής κάθαρσης». Η ελληνική πολιτική σκηνή δεν λύνει σκάνδαλα – απλώς τα διαχειρίζεται, τα μεταθέτει ή τα υπερκαλύπτει.
Ο αναπόφευκτος ανασχηματισμός των πρωταγωνιστών (από Καραμανλή και Τριαντόπουλο στους Βορίδη και Αυγενάκη) δεν αλλάζει το βασικό σενάριο: ο πολιτικός διάλογος εγκλωβίζεται ξανά σε μια τελετουργία αλληλοκατηγοριών, χωρίς ουσιαστική λογοδοσία ή θεσμική μεταρρύθμιση.
Το σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ ξεπερνά κατά πολύ τις στενές πολιτικές του προεκτάσεις. Αφορά το πώς διαχειρίζεται το κράτος δισεκατομμύρια ευρώ ευρωπαϊκών κονδυλίων, που προορίζονται να στηρίξουν τον Έλληνα αγρότη – και καταλήγουν συχνά σε «φαντάσματα»: ανύπαρκτα βοσκοτόπια, μηδενικής δραστηριότητας αγροτικές εκμεταλλεύσεις και προσχηματικές μεταβιβάσεις δικαιωμάτων.
Η ευρωπαϊκή αγροτική πολιτική στηρίζεται σε τρεις βασικές αρχές:
Η Ελλάδα, ωστόσο, καταφέρνει να παρακάμπτει ή να υπονομεύει και τις τρεις. Κι αυτό γιατί επί δεκαετίες, οι επιδοτήσεις χρησιμοποιούνται ως εργαλείο ψηφοθηρίας, μικροκομματισμού και τοπικών συναλλαγών, όχι ως μοχλός πραγματικής ανασυγκρότησης της υπαίθρου.
Είναι κοινότυπο – και πολιτικά βολικό – να περιορίζεται ένα σκάνδαλο στις «διοικητικές» ευθύνες υπαλλήλων ή μεσαίων στελεχών. Όμως όταν τα φαινόμενα κακοδιαχείρισης επαναλαμβάνονται με πανομοιότυπο τρόπο, σε διαδοχικές κυβερνήσεις και υπουργούς, τότε η ευθύνη παύει να είναι ατομική και γίνεται συστημική.
Το 74,5% των πολιτών, σύμφωνα με τη MRB, ζητά τη διερεύνηση πολιτικών ευθυνών. Το 44% θεωρεί ότι το πρόβλημα δεν περιορίζεται στη σημερινή κυβέρνηση – αφορά το σύνολο του πολιτικού προσωπικού. Αυτά δεν είναι απλώς ποσοστά. Είναι κατηγορίες από το κοινωνικό σώμα προς το πολιτικό σύστημα στο σύνολό του.
Εκτός συνόρων, η Ελλάδα εμφανίζεται επίσης χωρίς καθαρή στρατηγική. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης προβάλλεται ως πιστός εταίρος της Δύσης, όμως χωρίς ενεργό ρόλο στη διαμόρφωση πολιτικών. Την ώρα που το ΝΑΤΟ προετοιμάζεται για σύγκρουση με τη Ρωσία, η Ελλάδα συνεχίζει να εξοπλίζεται σχεδόν αποκλειστικά για την Τουρκία. Πού τελειώνει η ευρωπαϊκή στρατηγική και πού αρχίζει η ελληνική εθνική ασφάλεια;
Η απάντηση δεν δίνεται, αλλά την πληρώνει ο Έλληνας φορολογούμενος: 25 δισ. ευρώ για εξοπλιστικά προγράμματα, χωρίς σαφές πλάνο, χωρίς δημόσια λογοδοσία, και με ενδεχόμενες περικοπές στο ΕΣΥ, την παιδεία και τις κοινωνικές παροχές.
Οι δηλώσεις του Πρωθυπουργού περί χρήσης «καρότου και μαστιγίου» στο μεταναστευτικό μοιάζουν περισσότερο με επικοινωνιακή ευκολία παρά με ολοκληρωμένο σχέδιο. Η αύξηση των ροών μέσω Λιβύης – Κρήτης αντιμετωπίζεται με γενικόλογες δηλώσεις και αποσπασματικές κινήσεις. Όμως η μεταναστευτική πολιτική δεν μπορεί να χτιστεί πάνω σε συνθήματα. Χρειάζεται θεσμική συνέπεια, διακρατικές συμφωνίες και σεβασμό στα ανθρώπινα δικαιώματα.
Ίσως το πιο ανησυχητικό εύρημα της δημοσκόπησης να μην είναι η γνώμη για τους πολιτικούς – αλλά το πώς νιώθουν οι πολίτες:
Οι λέξεις αυτές κυριαρχούν έναντι της «ελπίδας» ή της «υπερηφάνειας». Η κρίση έπαψε να είναι πολιτική – είναι πλέον κοινωνική και υπαρξιακή. Ο πολίτης δεν προσδοκά αλλαγή, δεν εμπιστεύεται τις θεσμικές διαδικασίες, και βλέπει κάθε νέο σκάνδαλο ως επανάληψη ενός παλιού έργου, με άλλους ηθοποιούς αλλά το ίδιο σενάριο.
Αν θέλουμε να διαρρήξουμε αυτόν τον φαύλο κύκλο, τότε:
Η κυβέρνηση Μητσοτάκη έχει χτίσει το πολιτικό της αφήγημα στην «κανονικότητα», τη «διαφάνεια» και την «τεχνοκρατική επάρκεια». Το σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ υπονομεύει ακριβώς αυτά τα θεμέλια:
– Η υπόθεση δείχνει ότι ακόμη και σε βασικούς κρατικούς μηχανισμούς (όπως στον ΟΠΕΚΕΠΕ, που αφορά δισεκατομμύρια σε ευρωπαϊκές επιδοτήσεις), υπάρχουν κενά εποπτείας, έλλειψη διαφάνειας και αδιαφανείς διαδικασίες. – Αν επιβεβαιωθούν πολιτικές ευθύνες, το πλήγμα στην αξιοπιστία θα είναι ποιοτικό, όχι μόνο ποσοτικό – θα χτυπήσει τον πυρήνα του αφηγήματος περί «αρίστων».
Η κοινωνική δυσαρέσκεια, όπως καταγράφεται και σε έρευνες κοινής γνώμης (όπως της MRB), είναι εκρηκτική:
– Το 74,5% ζητά διερεύνηση πολιτικών ευθυνών. Αυτό σημαίνει ότι υπάρχει ευρεία αποδοχή της άποψης πως το σκάνδαλο έχει κορυφαίες ευθύνες – όχι «γραφειοκρατικές» ή «χαμηλόβαθμες». – Όταν η κοινή γνώμη συνδέει την κυβέρνηση με «ανύπαρκτα αρνιά» και «ψεύτικες επιδοτήσεις», πλήττεται η σχέση εμπιστοσύνης, ιδίως με την αγροτική βάση.
Η κυβέρνηση ήθελε να έχει πολιτικό έλεγχο της ατζέντας με βασικά θέματα την οικονομία, την ασφάλεια, και τις επενδύσεις.
– Το σκάνδαλο ΟΠΕΚΕΠΕ «κλέβει την ατζέντα», την ξαναφέρνει στο πεδίο της διαφθοράς, της αδιαφάνειας και της πολιτικής ηθικής. – Αναμοχλεύει προηγούμενα σκάνδαλα και οδηγεί σε σωρευτική φθορά.
Εάν το σκάνδαλο επεκταθεί σε κυβερνητικά στελέχη, τότε:
– Θα πρέπει να διαχειριστεί εσωτερική φθορά, παραιτήσεις ή απομακρύνσεις. – Θα αντιμετωπίσει πίεση από την αντιπολίτευση και τα ΜΜΕ να «καθαρίσει το τοπίο», κάτι που μπορεί να ανοίξει πολιτικές πληγές.
Ο ΟΠΕΚΕΠΕ είναι κρίσιμος φορέας για τη διαχείριση ευρωπαϊκών πόρων. Αν αποδειχθούν παρατυπίες:
– Θα υπάρξει πίεση από τις Βρυξέλλες για ελέγχους και διακοπές χρηματοδότησης. – Εκθέτει την ελληνική κρατική αξιοπιστία, κάτι επικίνδυνο σε περίοδο που η χώρα προσπαθεί να δείξει μεταρρυθμιστικό πρόσωπο.
Η συγκυρία προσφέρει ευκαιρία ανάκαμψης για την αντιπολίτευση:
– Παρέχει πολιτικό πεδίο αντιπαράθεσης που αφορά οικονομική διαχείριση, ηθική και ευθύνη. – Η φθορά της κυβέρνησης μπορεί να ενισχύσει την εναλλακτική προοπτική άλλων κομμάτων.
Το σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ είναι πολλαπλασιαστής πολιτικής φθοράς για την κυβέρνηση Μητσοτάκη. Δεν είναι ένα απλό επεισόδιο αλλά δομική κρίση εμπιστοσύνης. Σε συνδυασμό με την οικονομική δυσπραγία και την φθίνουσα κοινωνική αισιοδοξία, μπορεί να επιφέρει βαρύτατο πολιτικό τίμημα στην πορεία προς τις επόμενες εκλογές.
Πηγή: pagenews.gr