Οι έρευνες και στατιστικές των τελευταίων ετών υποδηλώνουν σταθερά μια πραγματική σεξουαλική «ύφεση» ανάμεσα στους νέους, η οποία περιλαμβάνει ακόμα και τους νεότερους εκπρόσωπους των millennials, παρότι έχει συνδεθεί στην κοινή αντίληψη φαντασία με τη γενιά Z κυρίως – με τα άτομα δηλαδή που βρίσκονται σήμερα στην εφηβεία και στην τρίτη δεκαετία της ζωής τους.
Το 2018, μια έρευνα σε άτομα ηλικίας δεκαοκτώ έως είκοσι τεσσάρων ετών διαπίστωνε ότι σχεδόν το ένα τρίτο των ανδρών αυτής της ομάδας και περίπου το ένα πέμπτο των γυναικών δεν είχαν κάνει σεξ τουλάχιστον για ένα χρόνο – ένα σημαντικό άλμα από τους αντίστοιχους δείκτες στις αρχές του αιώνα. Η πανδημία δεν βοήθησε: το 2021, σχεδόν το σαράντα τοις εκατό των Καλιφορνέζων ηλικίας δεκαοκτώ έως τριάντα ετών δήλωναν ότι δεν είχαν σεξουαλικούς συντρόφους το προηγούμενο έτος.
Αυτή η σεξουαλική ύφεση των νέων είναι εν μέρει αινιγματική, επειδή το σεξ φαίνεται ότι ποτέ δεν ήταν λιγότερο στιγματισμένο ή πιο εύκολο να το πραγματοποιήσει κανείς. Οι ηλεκτρονικές συσκευές στις τσέπες μας περιέχουν όχι μόνο ένα τεράστιο σύμπαν δωρεάν πορνό, αλλά και εφαρμογές στις οποίες μπορεί να κανονιστεί περιστασιακό σεξ τόσο εύκολα και αποτελεσματικά όσο ένα delivery φαγητού.
Παρ’ όλον τον σαρκικό μπουφέ που έχουν στη διάθεσή τους, οι νέοι φαίνεται να έχουν χάσει την όρεξή τους για σεξ.
Σήμερα, αποτελεί κυρίαρχη άποψη το ότι η επιθυμία δεν αποτελεί ντροπή, ότι τα «βίτσια» μπορεί να είναι υγιή, ότι ένας άντρας οφείλει να καταβάλλει προσπάθεια για να φέρει μια γυναίκα σε οργασμό, ότι οι άνθρωποι μπορούν να κάνουν ό,τι θέλουν στην κρεβατοκάμαρά τους, αρκεί να είναι ευχαριστημένοι όλοι οι εμπλεκόμενοι. Κι όμως, παρ’ όλον αυτόν τον σαρκικό μπουφέ που έχουν στη διάθεσή τους, οι νέοι φαίνεται να έχουν χάσει την όρεξή τους.
Σύμφωνα με τη Λουίζ Πέρι, μια νεοσυντηρητική Βρετανίδα δημοσιογράφο γύρω στα τριάντα, αυτό είναι μια θετική εξέλιξη, όπως τονίζει στο βιβλίο της “A New Guide to Sex in the 21st Century” [«Ένας νέος οδηγός για το σεξ στον 21ο αιώνα»] που κυκλοφόρησε πρόσφατα. Στο βιβλίο, η συγγραφέας εμφανίζει τον αντιδραστικό συντηρητισμό ως κοινή λογική. Οι τίτλοι των κεφαλαίων είναι χαρακτηριστικοί: «Το σεξ είναι κάτι το πολύ σοβαρό», «Οι άνδρες και οι γυναίκες είναι διαφορετικοί», «Δεν είναι όλες οι επιθυμίες καλές», «Η βία δεν είναι αγάπη», «Οι άνθρωποι δεν είναι προϊόντα», «Ο γάμος είναι καλός».
Σύμφωνα με την παραδοχή της ίδιας της συγγραφέως, το βιβλίο απευθύνεται «σχεδόν αποκλειστικά σε ετεροφυλόφιλους», παραβλέποντας κατ’ αυτόν τον τρόπο μία από τις σημαντικότερες αλλαγές που έχουν συμβεί στο σεξ τον 21ο αιώνα: ότι δηλαδή συμβαίνει όλο και περισσότερο μεταξύ ανθρώπων που δεν είναι στρέιτ. Περίπου το ένα τέταρτο των εκπροσώπων της γενιάς Ζ, σχεδόν το διπλάσιο ποσοστό από το αντίστοιχο των millennials, αυτοπροσδιορίζονται ως κάτι διαφορετικό από ετεροφυλόφιλοι.
Λίγο περισσότερο από το 5% των ατόμων κάτω των τριάντα ετών ταυτοποιούνται ως τρανς ή μη δυαδικά, ποσοστό υπερτριπλάσιο του αντίστοιχο ποσοστού των ατόμων στα τριάντα και τα σαράντα τους χρόνια. Η Πέρι αναφέρει έξι φορές τους ομοφυλόφιλους: τρεις φορές για να αναγνωρίσει την ύπαρξη και την εγκυρότητα των ομοφυλοφιλικών σχέσεων, μία φορά για να σημειώσει ότι ένα δημόσιο πρόσωπο στη Βρετανία γνωστό για την ομοφοβία του έκανε σπουδαίο έργο στον αγώνα κατά των παιδόφιλων, και δύο φορές – σε μια ενότητα για το πώς ο βιασμός είναι πρωτίστως έκφραση σεξουαλικής επιθυμίας και όχι εξουσίας – για να σημειώσει ότι και οι ομοφυλόφιλοι άνδρες διαπράττουν βιασμούς. Τα τρανς άτομα δεν αναφέρονται καθόλου.
Οι συντηρητικές θέσεις της Πέρι την τοποθετούν ευθέως στη μία πλευρά ενός πολιτισμικού πολέμου ο οποίος διεξάγεται εσχάτως στο σεξουαλικό πεδίο. Την άλλη πλευρά φαίνεται να εκπροσωπεί ένα άλλο πρόσφατο βιβλίο, και πάλι από μια δημοσιογράφο γύρω στα τριάντα. Πρόκειται για το “The Second Coming: Sex and the Next Generation’s Fight Over Its Future” [«Η Δευτέρα Παρουσία: Το σεξ και ο αγώνας της επόμενης γενιάς για το μέλλον του»], συγγραφέας του οποίου είναι η Κάρτερ Σέρμαν, δημοσιογράφος του Guardian.
Η Σέρμαν πήρε συνεντεύξεις από περισσότερους από εκατό ανθρώπους κατά τη διαδικασία καταγραφής αυτού που αποκαλεί την «δεύτερη έλευση της σεξουαλικής επανάστασης», παρότι αυτό που καταγράφει η Σέρμαν δεν είναι, τελικά, μια επανάσταση, αλλά ένας βασανιστικός χορός μεταξύ της αντίδρασης και της προόδου. Σύμφωνα με το βιβλίο της, η σεξουαλική ύφεση της γενιάς Z οφείλεται στο γεγονός ότι οι εκπρόσωποι της γενιάς Ζ έχουν βρεθεί στη μέση «τεράστιων και αντιθετικών δυνάμεων, που τροφοδοτούνται από αλλαγές στην πολιτική και την τεχνολογία – κατάσταση την οποία δεν μπορεί να διορθώσει καμία παραδοσιακή συζήτηση για τις μελισσούλες και τα λουλουδάκια».
Το διαδίκτυο, γράφει η Σέρμαν, είναι ένα «TikTok-ικό καρουζέλ πορνογραφίας» και επίσης ένα «μαζικό κοινωνικό πείραμα χωρίς προηγούμενο, τα αποτελέσματα του οποίου μόλις τώρα αρχίζουμε να βλέπουμε». Η φαινομενική προδιάθεσή του προς το καινούριο και, κυρίως, η ικανότητά του να συνδέει ανόμοιους ανθρώπους με παρόμοιες κλίσεις και γούστα το έχει καταστήσει πεδίο σεξουαλικού προοδευτισμού. Αλλά το διαδίκτυο περιέχει τις δικές του αντιθετικές δυνάμεις. Αυτό που περνάει για απελευθέρωση είναι συχνά απλώς ελευθεριότητα – η ελευθεριακή υφή της αγοράς, με άλλα λόγια, η οποία όχι μόνο διαφέρει από την υπαρξιακή ελευθερία αλλά μερικές φορές την αναιρεί. Είμαστε ελεύθεροι, στο διαδίκτυο, να αξιοποιούμε σεξουαλικά οτιδήποτε και οποιονδήποτε – είμαστε ελεύθεροι να σεξουαλικοποιούμε τον εαυτό μας για οποιοδήποτε κοινό. Δεν είμαστε και δεν θα είμαστε ποτέ απελευθερωμένοι από την υπερσεξουαλικότητα ενός διαδικτυακού κόσμου που είναι χτισμένος γύρω από εικόνες και βίντεο και που μετατρέπει αδυσώπητα τα άτομα σε εμπορεύματα – ενός κόσμου μέσα στον οποίο είναι δυνατόν να δούμε σχεδόν κάθε πράξη που μπορεί να φανταστεί κανείς, κατά παραγγελία, στο διηνεκές.
Η κοινή λογική υποδηλώνει ότι οι πιθανότητες ενός ατόμου να αναπτύξει μια υγιή σχέση με το σεξ, μπορεί να υπονομευτεί από το γεγονός ότι μπορεί να παρακολουθεί βίντεο με διπλή πρωκτική διείσδυση χρόνια πριν να έχει την ευκαιρία να φιλήσει κάποιο άλλο άτομο σε ένα πάρτι. Και πολλά μέλη της γενιάς Z αισθάνονται όντως στιγματισμένα από την πορνογραφία: σχεδόν οι μισοί ενήλικες «Zoomers» θεωρούν το πορνό επιβλαβές, σε σύγκριση με το τριάντα επτά τοις εκατό των millennials, οι οποίοι είναι λιγότερο πιθανό να έχουν έρθει σε επαφή με πορνό ιστοσελίδες ήδη από πολύ μικρά ηλικία. Σε γενικές γραμμές, γράφει η Σέρμαν, οι νέοι αισθάνονται «απομονωμένοι ενώπιον της μέγγενης ενός τεράστιου και απάνθρωπου διαδικτύου». Πόσο μάλλον, σημειώνει, «επειδή η σχολική τους σεξουαλική διαπαιδαγώγηση προσποιείται ότι η σεξουαλική απόλαυση και το πορνό δεν υπάρχουν ή τα απορρίπτει ως ντροπιαστικά».
Η Λουίζ Πέρι από τη μεριά της, θεωρεί ότι το «σκληρό» (rough) σεξ είναι παθολογικό, τόσο από την πλευρά των ανδρών, οι οποίοι υποτίθεται ότι κυριαρχούν, όσο και από την πλευρά των γυναικών, οι οποίες υποτίθεται ότι υποτάσσονται. Ο σεξουαλικός φιλελευθερισμός «δεν μπορεί να εξηγήσει πειστικά γιατί μια γυναίκα που βλάπτει τον εαυτό της πρέπει να εκλαμβάνεται ως ψυχικά άρρωστη, αλλά μια γυναίκα που ζητά από τον σύντροφό της να την βλάψει προφανώς δεν είναι», γράφει. Η Σέρμαν, αντίθετα, δεν παθολογικοποιεί αυτές τις επιθυμίες. Εφιστά όμως την προσοχή στη θλίψη και την πικρία που μπορεί να νιώθουν οι νέοι όταν συνειδητοποιούν ότι κανείς δεν τους ρώτησε ποτέ αν ορισμένες πράξεις είναι Ο.Κ. ή αν τους αρέσουν πραγματικά ή όχι κάποια πράγματα στο σεξ.
Πηγή: pagenews.gr