Όπως ανέφερε, στη δεύτερη φάση, τόσο η Ελλάδα όσο και η Κύπρος πρέπει να ενταχθούν στο ενιαίο δίκτυο ηλεκτρικής ενέργειας. Αυτό δεν είναι απλώς προς όφελος των ίδιων των χωρών, αλλά αποτελεί αναγκαιότητα για την Ευρώπη. Συνεπώς, δεν μπορούμε να επιτρέπουμε στον κ. Ερντογάν να εμφανίζεται ως συνομιλητής ή εταίρος σε ένα έργο που αφορά αποκλειστικά την Ελλάδα και την Κύπρο.
Τα κυριότερα σημεία της ομιλίας του:
Η διπλωματία μας οφείλει να αλλάξει τακτική. Το έργο αυτό δεν είναι διμερές – είναι ευρωπαϊκό. Το έχω θέσει ήδη δύο φορές στο Συμβούλιο Υπουργών: πρόκειται για ευρωπαϊκό έργο στρατηγικής σημασίας και αναμένουμε από την Ευρώπη να πάψει να είναι σιωπηλή. Οφείλει να μιλήσει δυνατά, να είναι απαιτητική απέναντι σε κράτη που διεκδικούν ευρωπαϊκή χρηματοδότηση. Διαφορετικά, τα κονδύλια πρέπει να διακοπούν.
Ελλάδα και Κύπρος οφείλουν να υιοθετήσουν αυστηρή στάση και να διαμηνύσουν ξεκάθαρα ότι καμία τρίτη χώρα δεν μπορεί να παρεμβαίνει ή να παρεμποδίζει κρίσιμα ευρωπαϊκά έργα υποδομής χωρίς συνέπειες. Δεν μπορεί να διεκδικεί ευρωπαϊκούς πόρους όταν παρακωλύει την υλοποίηση ευρωπαϊκών έργων.
Αυτή ακριβώς είναι και η γραμμή που, μαζί με τον συνάδελφο κ.Παπασταύρου , θα προβάλλουμε στο επόμενο Συμβούλιο Υπουργών Ενέργειας στις 15 Ιουλίου.
Σε σχέση με τη δεύτερη σας ερώτηση: το καλώδιο αντιμετωπίζει οικονομικές, τεχνικές και γεωπολιτικές προκλήσεις. Ο ΑΔΜΗΕ έχει διττό ρόλο: από τη μία, είναι ο Εθνικός Διαχειριστής του Συστήματος Μεταφοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας, από την άλλη, είναι και φορέας υλοποίησης του έργου. Αυτό δημιουργεί μια εύλογη πίεση: όταν συνεχώς εκταμιεύει κεφάλαια για το έργο, πρέπει να έχει και αντίστοιχες εισροές, ώστε να μην επηρεάζεται αρνητικά ο πυρήνας του ρόλου του.
Ούτε η Κυπριακή Δημοκρατία ούτε η Ελληνική Δημοκρατία επιθυμούν να δουν τον ΑΔΜΗΕ να αποτυγχάνει στον βασικό του ρόλο εξαιτίας ενός μεγάλου αναπτυξιακού έργου που υλοποιεί ταυτόχρονα.
Με αυτό το σκεπτικό, η Κυπριακή Δημοκρατία – μέσω του Ρυθμιστή – εντός των επόμενων ημερών θα εγκρίνει την εκταμίευση της συνεισφοράς της, ύψους 25 εκατομμυρίων ευρώ ετησίως για τα επόμενα πέντε χρόνια, με ανώτατο όριο τα 125 εκατομμύρια ευρώ, για όσο διαρκεί η φάση κατασκευής του έργου.
Ο ίδιος ο Πρόεδρος Χριστοδουλίδης έχει ήδη τοποθετηθεί θετικά επί του θέματος, και αναμένουμε την επίσημη απόφαση του Ρυθμιστή. Με αυτόν τον τρόπο, το έργο προχωρά κανονικά και η Ελλάδα με την Κύπρο εμφανίζονται ενώπιον της Ευρώπης με κοινό, ενιαίο μέτωπο – χωρίς οικονομικές εκκρεμότητες – ώστε να διατυπώσουν τα δίκαια αιτήματά τους για ευρωπαϊκή στήριξη. Ηχηρή παρέμβαση και από Μανιάτη: Πρέπει να έρθει ως θέμα ενεργειακής ασφάλειας στο Συμβούλιο
Στην ίδια εκδήλωση, ο Ευρωβουλευτής του ΠΑΣΟΚ και Αντιπρόεδρος της ομάδας των Ευρωπαίων Σοσιαλιστών, Γιάννης Μανιάτης, επεσήμανε με νόημα τις χρόνιες παθογένειες στον τρόπο που Ελλάδα και Κύπρος αντιμετωπίζουν τη γεωπολιτική και ενεργειακή τους στρατηγική. «Είμαστε στον ίδιο γεωγραφικό χώρο, έχουμε κοινά συμφέροντα, αντιμετωπίζουμε τις ίδιες προκλήσεις, αλλά λείπει το αυτονόητο: ένα κοινό ενεργειακό δόγμα», σημείωσε.
Ο κ. Μανιάτης δεν έκρυψε την απογοήτευσή του για την αργή πρόοδο του έργου, υπενθυμίζοντας ότι το καλώδιο Ελλάδας – Κύπρου σχεδιάστηκε το 2011, εντάχθηκε στα ευρωπαϊκά προγράμματα το 2013 και παρ’ όλα αυτά η υλοποίηση προχωρά μετ’ εμποδίων.
«Οι Ευρωπαίοι το γνωρίζουν, έχουν εγκρίνει 658 εκατομμύρια για τη χρηματοδότησή του, με προϋπολογισμό σχεδόν 2 δισεκατομμύρια. Το ξέρουν όλοι, από τον Τσίπρα μέχρι τον Μητσοτάκη, αλλά δεν το έχουν φέρει ποτέ ως θέμα ενεργειακής ασφάλειας στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο», τόνισε χαρακτηριστικά.
Κλείνοντας, ανέφερε πως η πολιτική ηγεσία σε Ελλάδα και Κύπρο οφείλει να αντιληφθεί ότι το έργο δεν είναι «τοπικό», αλλά αφορά το σύνολο της Ε.Ε. και την ενεργειακή της αυτονομία. «Δεν αρκούν οι διμερείς συζητήσεις, χρειάζεται αποφασιστικότητα και ξεκάθαρο μήνυμα στο υψηλότερο ευρωπαϊκό επίπεδο», κατέληξε.
Πηγή: pagenews.gr