Μια ομάδα συμφερόντων των φορολογουμένων της ΕΕ κατέθεσε ποινικές καταγγελίες στους γερμανικούς εισαγγελείς και στην Εισαγγελία της ΕΕ στο Λουξεμβούργο κατά των πρώην επιτρόπων της ΕΕ Φρανς Τίμερμανς και Βιρτζίνιους Σινκεβίτσιους ζητώντας να διερευνηθούν οι δύο τους για φερόμενες παράνομες πληρωμές σε ΜΚΟ.
Και οι δύο υπηρέτησαν κατά την πρώτη θητεία της προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν μεταξύ 2019 και 2024.
Ο Ολλανδός Τίμερμανς ήταν εκτελεστικός αντιπρόεδρος και Επίτροπος για τη δράση για το κλίμα, ενώ ο Σινκεβίτσιους – ο οποίος τώρα είναι ευρωβουλευτής – ήταν Επίτροπος για το περιβάλλον και τους ωκεανούς. Οι καταγγελίες κατατέθηκαν αυτή την εβδομάδα από την Ένωση Φορολογουμένων Ευρώπης (Taxpayers’ Association of Europe, TAE), μια ομοσπονδία εθνικών ευρωπαϊκών ενώσεων και οργανώσεων φορολογουμένων με έδρα το Μόναχο και τις Βρυξέλλες.
«Υπάρχουν υποψίες ότι οι πληρωμές μπορεί να έχουν γίνει παράνομα» σύμφωνα με ανακοίνωση της TAE.
«Ως εκ τούτου, ζητούμε από τους εισαγγελείς να διερευνήσουν εάν παραβιάστηκε η ισχύουσα νομοθεσία και οι αρχές της ΕΕ για τη διαφάνεια και τη διάκριση των εξουσιών», αναφέρεται στην ανακοίνωση. «Εάν τα κεφάλαια μεταφέρθηκαν χωρίς την κατάλληλη εποπτεία ή τη συμμετοχή άλλων θεσμικών οργάνων της ΕΕ, αυτό θα αποτελούσε απαράδεκτη παραβίαση της ισχύουσας νομοθεσίας».
Η καταγγελία αφορά δημοσιεύματα των γερμανικών μέσων ενημέρωσης που ισχυρίζονται ότι η πρώην Επιτροπή της ΕΕ “χρηματοδότησε μη κυβερνητικές οργανώσεις (ΜΚΟ) με σημαντικά ποσά χωρίς να αποκαλύψει με διαφάνεια αυτές τις αποφάσεις ή να τις εξηγήσει επαρκώς”, αναφέρεται στην ανακοίνωση ο πρόεδρος του TAE Michael Jäger.
“Μας απασχολεί επίσης η αποσαφήνιση της γενικής ποινικής ευθύνης των υπαλλήλων της Επιτροπής για τα περιουσιακά στοιχεία του προϋπολογισμού της ΕΕ. Δεν πρέπει να δημιουργηθεί νομικό κενό. Διότι όλοι οι Ευρωπαίοι είναι ίσοι ενώπιον του νόμου”, αναφέρεται στην ανακοίνωση.
Σύμφωνα με το ΤΑΕ, ξεχωριστές ποινικές καταγγελίες έχουν επίσης υποβληθεί στην Αυστρία σε σχέση με το θέμα.
Η Επιτροπή αρνήθηκε τους ισχυρισμούς περί μυστικών πληρωμών και εκπρόσωπος δήλωσε στο Euronews ότι η εκτελεστική εξουσία ασκεί υψηλό βαθμό διαφάνειας όταν πρόκειται για την παροχή χρηματοδότησης σε ΜΚΟ.
Τον περασμένο μήνα, τρεις δεξιές πολιτικές ομάδες προσπάθησαν ανεπιτυχώς να συστήσουν μια ερευνητική επιτροπή για το θέμα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Αντ’ αυτού, οι πολιτικοί ηγέτες του Κοινοβουλίου συμφώνησαν να σχηματίσουν μια ομάδα εργασίας στο πλαίσιο της Επιτροπής Ελέγχου του Προϋπολογισμού για να ελέγξει τον τρόπο με τον οποίο η Επιτροπή χρηματοδοτεί μη κυβερνητικές οργανώσεις.
Η συνηγορία μέσω άσκησης πίεσης επιτρέπεται αλλά δεν απαιτείται ούτε κατευθύνεται στο πλαίσιο των επιχορηγήσεων.
Κάθε επιχορήγηση περιλαμβάνει τη δήλωση αποποίησης ευθύνης ότι “οι απόψεις και οι γνώμες που εκφράζονται” από τις ΜΚΟ “δεν αντανακλούν κατ’ ανάγκη εκείνες της Ευρωπαϊκής Ένωσης“. Οι όροι επιχορήγησης είναι δημόσιοι και δεν υπάρχει απαίτηση οι αιτούντες να ευθυγραμμίζουν τους στόχους τους με τα συμφέροντα της Επιτροπής για να λάβουν χρηματοδότηση.
Το Ελεγκτικό Συνέδριο χαρακτήρισε το σύστημα χρηματοδότησης “αδιαφανές”
Εν ολίγοις, οι ΜΚΟ διατηρούν πλήρη αυτονομία ως προς τον τρόπο με τον οποίο χρησιμοποιούν τα χρήματα, εντός νομικών και συμβατικών ορίων. Υπόκεινται σε κανόνες διαφάνειας, πρέπει να τηρούν τις αξίες της ΕΕ και ελέγχονται τακτικά.
Ενώ μεγάλο μέρος της εποπτείας βασίζεται στην αυτοαναφορά – μία από τις κύριες παγίδες του συστήματος – η Επιτροπή ενισχύει την επαλήθευση με βάση τον κίνδυνο μετά από συμβουλές του Ευρωπαϊκού Ελεγκτικού Συνεδρίου.
Τον Απρίλιο του 2025, οι ελεγκτές της ΕΕ χαρακτήρισαν τη διαδικασία χρηματοδότησης της Επιτροπής ως “αδιαφανή” και προειδοποίησαν για πιθανούς κινδύνους. Ωστόσο, κατά τη διάρκεια μιας ετήσιας έρευνας δεν βρήκαν αποδείξεις για τυχόν παραβάσεις είτε από ΜΚΟ είτε από υπαλλήλους της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
Ως αποτέλεσμα, η Επιτροπή εξέδωσε πέρυσι νέες κατευθυντήριες γραμμές για να αποτρέψει τη χρήση της χρηματοδότησης της ΕΕ για άμεση άσκηση πίεσης στα θεσμικά όργανα της ΕΕ μετά από αυτές τις ανησυχίες.
Ο Jäger δήλωσε στο Euronews ότι αναμένει να ακούσει προκαταρκτικές απαντήσεις από τις δύο εισαγγελικές αρχές εντός περίπου τριών μηνών, οι οποίες θα αναφέρουν αν θα εξετάσουν το ενδεχόμενο διεξαγωγής έρευνας.