Η σύνοδος κορυφής του Ντόναλντ Τραμπ με τον Βλαντιμίρ Πούτιν στην Αλάσκα ολοκληρώθηκε, αλλά η ειρήνη στην Ουκρανία παραμένει μακρινή. Τα δύο πιο πιθανά σενάρια για το τέλος της ρωσικής εισβολής έρχονται πλέον στο προσκήνιο.
Σύμφωνα με ανάλυση της Wall Street Journal, η Ουκρανία θα μπορούσε να χάσει έδαφος, αλλά να επιβιώσει ως ασφαλές και κυρίαρχο, αν και συρρικνωμένο, κράτος. Εναλλακτικά, θα μπορούσε να χάσει τόσο έδαφος όσο και κυριαρχία, επιστρέφοντας στη σφαίρα επιρροής της Μόσχας. Το ποιο από τα δύο θα επικρατήσει και πότε, δεν ξεκαθαρίστηκε μετά την Αλάσκα, όπου διαψεύστηκαν οι ελπίδες για διπλωματική πρόοδο.
Ο πρόεδρος της Ρωσίας, Βλαντιμίρ Πούτιν, απέρριψε την πίεση των ΗΠΑ και της Ευρώπης για κατάπαυση πυρός που θα παγίωνε τη σημερινή γραμμή του μετώπου, ακολουθούμενη από συνομιλίες για τον έλεγχο των ουκρανικών εδαφών και για εγγυήσεις ασφάλειας. Αντίθετα, έστειλε μήνυμα ότι θα συνεχίσει τον πόλεμο έως ότου το Κίεβο και η Δύση αποδεχθούν τους ευρύτερους γεωπολιτικούς στόχους της Μόσχας.
«Είμαστε πεπεισμένοι ότι, προκειμένου η ουκρανική διευθέτηση να είναι βιώσιμη και μακροπρόθεσμη, πρέπει να εξαλειφθούν όλες οι ρίζες της κρίσης, που έχουν επανειλημμένα συζητηθεί, να ληφθούν υπόψη όλες οι νόμιμες ανησυχίες της Ρωσίας και να αποκατασταθεί μια δίκαιη ισορροπία στον τομέα της ασφάλειας στην Ευρώπη και στον κόσμο στο σύνολό του», δήλωσε ο Πούτιν μετά τη σύνοδο.
Ο Ρώσος πρόεδρος υποστήριξε επίσης ότι θα πρέπει να διασφαλιστεί η ασφάλεια της Ουκρανίας, όμως οι προηγούμενες συνομιλίες έχουν δείξει ότι η λεπτομέρεια κάνει τη διαφορά. Η έμφαση στις «ρίζες» της κρίσης, μια αναφορά στις διαχρονικές του ενστάσεις για την πορεία της Ουκρανίας προς τη Δύση και την επέκταση του ΝΑΤΟ στην κεντρική και ανατολική Ευρώπη, δείχνει ότι δεν έχει εγκαταλείψει τους ευρύτερους στόχους του: την αποκατάσταση της ρωσικής επιρροής στην Ουκρανία, την επαναδόμηση της σφαίρας επιρροής της Μόσχας στην Ανατολική Ευρώπη και την επιστροφή της Ρωσίας στο καθεστώς παγκόσμιας δύναμης. Αυτοί ήταν οι λόγοι που ξεκίνησε τον πόλεμο το 2022.
Η προσπάθεια κατάληψης του Κιέβου απέτυχε και πλέον μοιάζει ανέφικτη. Η σθεναρή άμυνα της Ουκρανίας περιορίζει τη Ρωσία σε οριακά κέρδη με τεράστιο κόστος, ενώ οι ελπίδες για πλήρη εκδίωξη των ρωσικών δυνάμεων έχουν μειωθεί. Έτσι, μένουν δύο ρεαλιστικά σενάρια για το τέλος του μεγαλύτερου πολέμου στην Ευρώπη από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Σενάριο 1: Διαμελισμός με προστασία
Η ουκρανική ηγεσία έχει αποδεχθεί σιωπηρά ότι δεν διαθέτει τη στρατιωτική ισχύ για να ανακτήσει όλα τα εδάφη της. Ο πρόεδρος Βολοντίμιρ Ζελένσκι δήλωσε την προηγούμενη εβδομάδα την προθυμία του να διαπραγματευθεί για το ζήτημα των εδαφών σε τηλεδιασκέψεις με τον Τραμπ και Ευρωπαίους ηγέτες, μετά από μια κατάπαυση πυρός που θα παγίωνε τη σημερινή γραμμή του μετώπου.
Το Κίεβο και οι Ευρωπαίοι ηγέτες δηλώνουν ότι δεν θα αναγνωρίσουν νομικά τα ρωσικά κέρδη, αλλά αφήνουν να εννοηθεί ότι θα ανεχθούν την de facto ρωσική κατοχή. Το καλύτερο σενάριο θα ήταν η Ρωσία να περιοριστεί σε ό,τι ήδη κατέχει, περίπου το 20% της ουκρανικής επικράτειας.
Το κρίσιμο ζήτημα παραμένει το μέλλον του υπόλοιπου 80%. Το Κίεβο και οι σύμμαχοί του επιδιώκουν να διασφαλίσουν την κυριαρχία και ασφάλεια με ισχυρή άμυνα και δυτική στρατιωτική βοήθεια. Μια «συμμαχία προθύμων», υπό το Ηνωμένο Βασίλειο και τη Γαλλία, εξετάζει την αποστολή στρατευμάτων στην Ουκρανία για αποτροπή μελλοντικών επιθέσεων. Οι Ευρωπαίοι ελπίζουν στη συμμετοχή των ΗΠΑ, κάτι που παραμένει ασαφές.
Ένα τέτοιο αποτέλεσμα θα θύμιζε τον τερματισμό του Πολέμου της Κορέας το 1953, που διαίρεσε την κορεατική χερσόνησο αλλά προστάτευσε τη Νότια Κορέα με την παρουσία αμερικανικών στρατευμάτων. Για τον Πούτιν, ωστόσο, μια «λύση Κορέας» θα αποτελούσε ιστορική αποτυχία.
Σενάριο 2: Διαμελισμός με υποταγή
Οι ρωσικές απαιτήσεις από το 2022 περιλαμβάνουν τον περιορισμό του ουκρανικού στρατού, τη μείωση των δυτικών εξοπλισμών και αλλαγές στο πολιτικό καθεστώς, στο σύνταγμα, στην ηγεσία και στην εθνική ταυτότητα της Ουκρανίας.
Ο μεγαλύτερος κίνδυνος για το Κίεβο δεν είναι μόνο η απώλεια της ανατολικής και νότιας επικράτειας, αλλά και η αδυναμία αντίστασης σε μελλοντική εισβολή. Αυτό θα μπορούσε να μετατρέψει την Ουκρανία σε ρωσικό προτεκτοράτο.
Η Ρωσία επιδιώκει να φθείρει την ουκρανική άμυνα και τη βούληση για αντίσταση. Μετά από 3,5 χρόνια πολέμου, οι ουκρανικές δυνάμεις είναι κουρασμένες και δυσαρεστημένες με τη στρατιωτική ηγεσία, αλλά συνεχίζουν να πολεμούν. Η χρήση drones ευνοεί την άμυνα, δυσχεραίνοντας τις ρωσικές επιθέσεις.
«Δεν βλέπω τον ουκρανικό στρατό να καταρρέει. Αλλά σε βάθος χρόνου, αν η Ουκρανία δεν αντιμετωπίσει τα προβλήματα ενίσχυσης και διαχείρισης δυνάμεων, ίσως να μην ηττηθεί στο πεδίο, αλλά να εξαντληθεί όλο και περισσότερο», δήλωσε ο Μάικλ Κόφμαν, στρατιωτικός αναλυτής του Carnegie Endowment for International Peace στην Ουάσινγκτον.
Παρά το δημογραφικό και οικονομικό πλεονέκτημα της Ρωσίας, αρκετοί αναλυτές επισημαίνουν ότι η Ουκρανία έχει αποδειχθεί ανθεκτική και προσαρμοστική. Μέχρι σήμερα, καταφέρνει να παρατείνει την αντίσταση και να κρατά ανοιχτό το αποτέλεσμα.