Ο Φρίντριχ Μερτς δεν απόλαυσε ποτέ αυτό που χαρακτηρίζεται ως «μήνας του μέλιτος» που συνήθως συνοδεύει έναν νέο αρχηγό κυβέρνησης. Οπως θυμάται και επισημαίνει ο Economist όταν έθεσε υποψηφιότητα για την καγκελαρία στη Μπούντεσταγκ στις 6 Μαΐου, δεν κατάφερε να συγκεντρώσει την απαιτούμενη απόλυτη πλειοψηφία στον πρώτο γύρο.
Την εξασφάλισε στη δεύτερη προσπάθεια, αλλά αυτό ήταν προμήνυμα για όσα θα ακολουθούσαν. Η πλειοψηφία του είναι εξαιρετικά εύθραυστη. Ακόμα χειρότερα, δεν μπορεί να βασιστεί στην αφοσίωση όλων των βουλευτών του συνασπισμού του, που αποτελείται από τους Χριστιανοδημοκράτες (CDU), το βαυαρικό αδελφό κόμμα τους, τους Χριστιανοκοινωνιστές (CSU), και τους Σοσιαλδημοκράτες (SPD).
Αμέσως μετά την ορκωμοσία του, ο Μερτς ξεκίνησε ένα κύμα ταξιδιών, πρώτα στην Ευρώπη (Παρίσι, Βαρσοβία, Βρυξέλλες και Κίεβο) και έπειτα στην Αμερική. Ο ενθουσιασμός του για τα ταξίδια του χάρισε γρήγορα το παρατσούκλι «εξωτερικός καγκελάριος» (Aussenkanzler). Πέτυχε τον στόχο του να καθιερώσει τη Γερμανία ως κορυφαία φωνή στη διεθνή πολιτική, παίζοντας πρωταγωνιστικό ρόλο στις ειρηνευτικές συνομιλίες για την Ουκρανία και φαίνεται να τα πηγαίνει καλά με τον Ντόναλντ Τραμπ.
Ομως στο εσωτερικό τίποτα δεν είναι ρόδινο. Μετά από 100 ημέρες στην εξουσία, ο Μερτς ήταν λιγότερο δημοφιλής από τον Όλαφ Σολτς, τον μάλλον αντιπαθή προκάτοχό του, σύμφωνα με δημοσκόπηση του δημόσιου ραδιοτηλεοπτικού φορέα ARD. Μόνο το 32% δήλωσε ικανοποιημένο με τον Μερτς, έναντι 56% για τον Σολτς και 74% για την Ανγκελα Μέρκελ, την προκάτοχο του Σολτς, για το ίδιο διάστημα παραμονής τους στην εξουσία.
Υποτιμάται η προσπάθεια του νέου καγκελαρίου
Σε κάποιον βαθμό ο Μερτς αδικείται, όπως τουλάχιστον εκτιμά ο Economist. Η κυβέρνησή του τα έχει καταφέρει σχετικά καλά στην εφαρμογή των τεσσάρων μεγάλων αλλαγών που είχε υποσχεθεί για τους πρώτους μήνες της θητείας: μείωση της γραφειοκρατίας, συχνότερους συνοριακούς ελέγχους, μεταρρύθμιση του Bürgergeld (ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα) και μείωση του εταιρικού φόρου.
Οι άδειες οικοδομής εκδίδονται πιο γρήγορα, η μεταρρύθμιση του ελάχιστου εισοδήματος προχωρά, και οι επιχειρήσεις μπορούν να αποσβέσουν περισσότερες επενδύσεις κεφαλαίου· ένας χαμηλότερος συντελεστής εταιρικού φόρου θα ισχύσει από το 2028.
Ωστόσο, τα μέσα ενημέρωσης έχουν εστιάσει στην αύξηση των εταιρικών πτωχεύσεων, στην άνοδο της ανεργίας (αν και το ποσοστό είναι μόλις 3,6%, ιδιαίτερα χαμηλό και σε διεθνές επίπεδο) και σε μια αθετημένη υπόσχεση για μείωση των τιμών ηλεκτρικού ρεύματος για τους καταναλωτές. Τα διακυβεύματα για την καγκελαρία του Μερτς είναι υψηλά. Ο ίδιος την έχει περιγράψει ως την τελευταία ευκαιρία της Γερμανίας να αποτρέψει μια κυβέρνηση υπό την AfD. Είναι ακόμα νωρίς, αλλά μέχρι στιγμής ο «εξωτερικός καγκελάριος» δεν έχει καταφέρει να αρπάξει την ευκαιρία.