Επιστήμη

Σαντορίνη: Το υποθαλάσσιο ηφαίστειο Κολούμπο αποκαλύπτει την προέλευση των μαζικών σεισμών

Σαντορίνη: Το υποθαλάσσιο ηφαίστειο Κολούμπο αποκαλύπτει την προέλευση των μαζικών σεισμών
Η έντονη σεισμική δραστηριότητα γύρω από τη Σαντορίνη στις αρχές του 2025 συνδέεται με την άνοδο μάγματος από βαθιά στο φλοιό της Γης και όχι με τεκτονικές κινήσεις, σύμφωνα με νέα διεθνή επιστημονική μελέτη.

Η σεισμική κρίση της Σαντορίνης

Στις αρχές του 2025, η Σαντορίνη και οι γύρω περιοχές κλονίστηκαν από δεκάδες χιλιάδες σεισμούς. Κατά τη διάρκεια του «σεισμικού σμήνους» καταγράφηκαν πάνω από 28.000 σεισμικές δονήσεις, με τις ισχυρότερες να φτάνουν πάνω από 5 βαθμούς Ρίχτερ. Η αβεβαιότητα για την προέλευση των σεισμών είχε προκαλέσει ανησυχία στους κατοίκους, καθώς δεν ήταν σαφές αν η αιτία ήταν τεκτονική ή ηφαιστειακή.

Μια νέα μελέτη, με επικεφαλής επιστήμονες από το GFZ Helmholtz Centre for Geosciences και το GEOMAR Helmholtz Centre for Ocean Research Kiel, συνδύασε δεδομένα από σεισμολογικούς σταθμούς και υποβρύχια όργανα κοντά στο ηφαίστειο Κολούμπο, περίπου 7 χλμ από τη Σαντορίνη. Η ανάλυση υποστηριζόμενη από τεχνητή νοημοσύνη έδειξε ότι περίπου 300 εκατομμύρια κυβικά μέτρα μάγματος ανέβηκαν από βαθιά στο φλοιό, σταματώντας περίπου 4 χλμ κάτω από τον ωκεάνιο πυθμένα. Καθώς το μάγμα ανέβαινε, έσπαζε τους γύρω βράχους προκαλώντας χιλιάδες σεισμούς.

Το ηφαιστειακό υπόβαθρο της περιοχής

Η Σαντορίνη βρίσκεται μέσα στο ελληνικό ηφαιστειακό τόξο, μία από τις πιο γεωλογικά ενεργές περιοχές της ανατολικής Μεσογείου. Το νησιωτικό σύμπλεγμα σχηματίζει το όριο μιας καλντέρας που δημιουργήθηκε πριν περίπου 3.600 χρόνια από μια κολοσσιαία έκρηξη, γεγονός που επηρέασε πολιτισμούς όπως ο Μινωικός και ο Αιγυπτιακός. Το ενεργό υποβρύχιο ηφαίστειο Κολούμπο βρίσκεται σε άμεση γειτονία και συνδέεται υδραυλικά με τη Σαντορίνη, σύμφωνα με τη μελέτη.

Η περιοχή διασχίζεται επίσης από ενεργές ζώνες ρηγμάτων λόγω της πίεσης της Αφρικανικής πλάκας προς την Ελληνική πλάκα. Ο φλοιός της ανατολικής Μεσογείου έχει διασπαστεί σε μικροπλάκες που υποβυθίζονται και λειώνουν, τροφοδοτώντας την ηφαιστειακή δραστηριότητα.

Η διαδικασία της ανόδου μάγματος

Η ανάλυση υψηλής ανάλυσης των σεισμών, σε συνδυασμό με δορυφορική ραδιοσυμβολόμετρηση (InSAR), GPS και υποβρύχιους αισθητήρες, επέτρεψε στους επιστήμονες να χαρτογραφήσουν με ακρίβεια την πορεία του μάγματος. Η άνοδος ξεκίνησε το καλοκαίρι του 2024 με μικρή ανύψωση του νησιού, ενώ στα τέλη Ιανουαρίου 2025 η δραστηριότητα εντάθηκε και μετατοπίστηκε βορειοανατολικά, σε απόσταση πάνω από 10 χλμ. από τη Σαντορίνη.

Το μάγμα έσπασε τον βράχο δημιουργώντας διαδρομές, προκαλώντας έντονη σεισμική δραστηριότητα και κατόπιν υποχώρησε, δείχνοντας την ύπαρξη μιας προηγουμένως άγνωστης υδραυλικής σύνδεσης μεταξύ των ηφαιστείων.

Συνεχής παρακολούθηση και ασφάλεια

Η διεθνής ομάδα διατηρεί πλατφόρμες παρακολούθησης και υποβρύχιους αισθητήρες, ενώ οι μετρήσεις αερίων και θερμοκρασίας συνεχίζονται. Όλες οι πληροφορίες κοινοποιούνται στις ελληνικές αρχές για τη γρήγορη αξιολόγηση της κατάστασης και την προστασία του πληθυσμού.

Όπως επισημαίνουν οι επιστήμονες, η κατανόηση της δυναμικής της περιοχής είναι κρίσιμη όχι μόνο για την επιστήμη αλλά και για τη δημόσια ασφάλεια, καθώς παρέχει εργαλεία για την αντιμετώπιση μελλοντικών σεισμών ή ηφαιστειακών γεγονότων.\

Πηγή: pagenews.gr