Πώς ένα τουρκικό στρατιωτικό περιοδικό άναψε τη συζήτηση για τον ρόλο της Άγκυρας στο ΝΑΤΟ

Πηγή Φωτογραφίας: FREEPIK/Closeup shot of the waving flag of the north atlantic treaty organization with interesting textures
Η σπίθα ήρθε από εκεί που λίγοι περίμεναν: ένα άρθρο 29 σελίδων στο Journal of Defence and Security Research, περιοδικό που εποπτεύεται από το Εθνικό Πανεπιστήμιο Άμυνας — τον θεσμό που μετά το 2016 έγινε ο μοναδικός «φύλακας» της εκπαίδευσης των αξιωματικών. Ο συγγραφέας, Μεχμέτ Κιλίτς του Πανεπιστημίου Μπασκέντ, περιγράφει ένα παράδοξο με καθαρά λόγια: η Τουρκία είναι κρίσιμη για τα επιχειρησιακά βάρη της Συμμαχίας, αλλά θεσμικά παραμένει στο περιθώριο όταν καθορίζεται το δόγμα. Με άλλα λόγια, υψηλή ευθύνη, χαμηλή επιρροή.
Η μελέτη κοιτάζει ευθεία στο ταμπλό της νέας αμυντικής στάσης του ΝΑΤΟ: τα περιφερειακά σχέδια 2023–2025, τις αποστολές «East Shield» από Πολωνία έως Τουρκία, τις προκεχωρημένες βάσεις στη Μαύρη Θάλασσα, την πανευρωπαϊκή πρωτοβουλία αεράμυνας «Sky Shield». Σε κάθε κεφάλαιο, η Άγκυρα εμφανίζεται πυλώνας: αεροδρόμια και λιμάνια ως στρατηγικό βάθος, logistics σε ανατολική Ευρώπη και Μέση Ανατολή, και —ίσως το πιο διακριτικό όπλο— η επιβολή της Σύμβασης του Μοντρέ στα Στενά. Παράλληλα, η εγχώρια αμυντική βιομηχανία, με αιχμή τα οπλισμένα UAV, καταγράφεται ως πολλαπλασιαστής ισχύος για τη νότια πτέρυγα.
Και όμως, εδώ ξεκινά το παράπονο: οι αποφάσεις λαμβάνονται αλλού. Ο Κιλίτς φωτογραφίζει τον σκληρό πυρήνα — ΗΠΑ, Βρετανία, Γερμανία, Γαλλία — ως τους de facto αρχιτέκτονες της στρατηγικής, ενώ οι σύμμαχοι πρώτης γραμμής (Τουρκία, Πολωνία, κράτη Βαλτικής) «κουβαλούν» δυσανάλογα ρίσκα χωρίς ανάλογο λόγο. Το διακύβευμα δεν είναι μόνο το κύρος. Είναι και ο λογαριασμός: η φιλόδοξη ατζέντα εκσυγχρονισμού που εγκρίθηκε στη Χάγη το 2025 συνεπάγεται άλμα στις αμυντικές δαπάνες, κάτι που για μια ασταθή τουρκική οικονομία μοιάζει περισσότερο με βρόχο παρά με ασπίδα.
Η χρονική συγκυρία κάνει το άρθρο ακόμη πιο αιχμηρό. Δημοσιεύεται ενώ ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν συναντά τον Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο (25 Σεπτεμβρίου), σε μια εξίσωση όπου όλα τα «ανοιχτά» της Άγκυρας βρίσκονται στο τραπέζι: κυρώσεις, F-16, επιστροφή στο πρόγραμμα F-35. Η τουρκική πλευρά μεταφέρει ότι «το κλίμα είναι θετικό», αλλά χωρίς συγκεκριμένες αποφάσεις. Το μήνυμα του Τραμπ —ότι «ο πρόεδρος Ερντογάν πρέπει να κάνει κάτι» για τα S-400— επαναφέρει την παλιά πληγή: από την αγορά του 2019 και μετά, η Άγκυρα πλήρωσε με κυρώσεις και αποπομπή από τα F-35. Η «λύση» που ψιθυρίζεται —αποθήκευση των S-400 στην Ιντσιρλίκ ή αποχή από ρωσικό πετρέλαιο— είναι πολιτικά καυτή πατάτα. Και ό,τι κι αν συμφωνηθεί, θα περάσει από το Κογκρέσο.
Στο μεταξύ, η μελέτη σκιαγραφεί την Τουρκία ως «ημι-περιφερειακό μέλος»: στρατιωτικά απαραίτητο, θεσμικά περιθωριοποιημένο. Είναι ένα πορτρέτο που αντικατοπτρίζει μια πραγματικότητα: ο τουρκικός στρατός έχει αλλάξει πρόσωπο. Από τον «μεγάλο στρατό» πέρασε στην ασύμμετρη ισχύ: drones, ταχείες δυνάμεις, επιχειρήσεις στη Συρία, τη Λιβύη, τον Νότιο Καύκασο. Η αυτονομία αυτή ενόχλησε συχνά τους συμμάχους — οι S-400, οι τριβές για Συρία και Αν. Μεσόγειο. Όμως την ίδια ώρα, η Συμμαχία χρειάστηκε την Τουρκία στη Μαύρη Θάλασσα μετά την εισβολή της Ρωσίας το 2022. Αμφίθυμη σχέση, αλλά αμοιβαία αναγκαία.
Η ιεραρχία κέντρου–περιφέρειας που φωτογραφίζει ο Κιλίτς δεν προτείνει έξοδο. Προτείνει αναθεώρηση ισορροπίας. Δείχνει τον κίνδυνο εσωτερικών ρωγμών, ειδικά καθώς το ΝΑΤΟ φιλοδοξεί να γίνει διαμορφωτής περιφερειακής τάξης και όχι μόνο αμυντική ομπρέλα. Η τεχνολογική «κούρσα» σε AI, κυβερνοπόλεμο και αυτόνομα συστήματα κινδυνεύει —λέει— να αφήσει τους «περιφερειακούς» ως εκτελεστές, όχι συνδιαμορφωτές πολιτικής.
Η Άγκυρα, βέβαια, δεν πατά σε κενό. Από το 1952, διαθέτει τη δεύτερη μεγαλύτερη στρατιωτική δύναμη του ΝΑΤΟ, με 445.000 ενεργούς και πάνω από 200.000 εφέδρους. Φιλοξενεί Ιντσιρλίκ και Kurecik, κόμβους για επιχειρήσεις και αντιπυραυλική ασπίδα. Στη Σμύρνη εδρεύει το LANDCOM, στην Κωνσταντινούπολη το NRDC-TUR, ενώ λειτουργεί το CoE-DAT και το MARSEC CoE. Με απλά λόγια: δεν είσαι «περιφέρεια» όταν κρατάς τα κλειδιά τόσων κόμβων.
Πολιτικά, ο εσωτερικός διάλογος βράζει. Ο Ντεβλέτ Μπαχτσέλι μιλά για «αλλαγή άξονα» προς Ρωσία και Κίνα· ο Ερντογάν, από την Ουάσιγκτον, δεν το υιοθετεί. Με ορίζοντα τη Σύνοδο Κορυφής του ΝΑΤΟ στην Άγκυρα (7–8 Ιουλίου 2026), η κυβέρνηση θέλει να εμφανίσει την Τουρκία ως αναντικατάστατο εταίρο που ζητά όχι προνόμια, αλλά θεσμική ισοτιμία.
Το διακύβευμα για όλους είναι διπλό. Για την Τουρκία: να μετατρέψει την επιχειρησιακή της αναγκαιότητα σε θεσμικό μερίδιο επιρροής — όχι μόνο να «κρατά το βάρος», αλλά να γράφει και μέρος του δόγματος. Για το ΝΑΤΟ: να αποφύγει μια εσωτερική γεωμετρία όπου οι «γραμμές επαφής» πληρώνουν το μεγαλύτερο κόστος χωρίς φωνή στο τιμολόγιο. Γιατί μια Συμμαχία που ζητά περισσότερα, πρέπει να μοιράζεται καλύτερα.
Σε αυτό το πλαίσιο, η μελέτη του Κιλίτς δεν είναι «αντινατοϊκή». Είναι καμπανάκι: αν το ΝΑΤΟ θέλει πραγματικά να είναι μια ευφυής, προσαρμοστική Συμμαχία για την επόμενη δεκαετία, χρειάζεται συμμετρικότερη νομιμοποίηση των μελών που βρίσκονται στην πρώτη γραμμή. Και η Άγκυρα —με το βάρος που ήδη σηκώνει— ζητά ακριβώς αυτό: να πάψει να είναι ο αναγκαίος εκτελεστής και να γίνει συνδιαμορφωτής.
Πηγή: Pagenews.gr
Διαβάστε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο
Το σχόλιο σας