Ο Κυριάκος Πιερρακάκης, ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, εμφανίστηκε αισιόδοξος, παρουσιάζοντας ένα προσχέδιο προϋπολογισμού που φέρνει τη χώρα, όπως λέει, «σε νέα σελίδα». Με βασικό μήνυμα την πτώση του δημόσιου χρέους κάτω από το 140% του ΑΕΠ έως το 2026, θέτει το πλαίσιο για μια Ελλάδα που «βγαίνει από τον βραχνά των κρίσεων». Ταυτόχρονα όμως, προχωρά και σε στοχευμένες εξαγγελίες για την καθημερινότητα: ρυθμίσεις για την κατοικία, φορολογική διαφάνεια, αυστηρότερη εποπτεία στη βραχυχρόνια μίσθωση.
Πίσω από την οικονομική ατζέντα, ωστόσο, πολλοί διαβάζουν και κάτι περισσότερο: μια μεθοδική προσπάθεια τοποθέτησης του υπουργού στο κέντρο των μελλοντικών πολιτικών εξελίξεων. Ο Πιερρακάκης δεν είναι απλώς ένας διαχειριστής αριθμών. Είναι πλέον το «πολιτικό πρόσωπο» της σταθερότητας, εκείνος που προβάλλεται ως εγγυητής μιας νέας εποχής οικονομικής συνέπειας και τεχνοκρατικής επάρκειας.
Η στέγαση ως πολιτική νάρκη και κοινωνικό αίτημα
Η στεγαστική κρίση απειλεί να μετατραπεί στο μεγαλύτερο κοινωνικό ρήγμα της επόμενης διετίας. Οι εξαγγελίες του υπουργού για φορολογικά κίνητρα στους ιδιοκτήτες, απελευθέρωση κλειστών κατοικιών και ευνοϊκές ρυθμίσεις για συγκεκριμένες επαγγελματικές ομάδες (όπως γιατροί, εκπαιδευτικοί, ένστολοι) συνιστούν μια προσπάθεια άμεσης αποσυμπίεσης.
Όμως η πραγματικότητα είναι σκληρή: η Ελλάδα διαθέτει το υψηλότερο ποσοστό στεγαστικής επιβάρυνσης στην Ε.Ε., με το 35,5% του εισοδήματος των νοικοκυριών να πηγαίνει στη στέγη. Οι ρυθμίσεις που ανακοινώθηκαν αποσκοπούν στο να αυξήσουν τη διαθεσιμότητα κατοικιών στη μακροχρόνια μίσθωση. Η βραχυχρόνια μίσθωση, από την άλλη, παραμένει «υπό παρακολούθηση», με υπαινιγμούς για επερχόμενους περιορισμούς, αν δεν υπάρξει ισορροπία.
Πέρα όμως από τις βραχυπρόθεσμες κινήσεις, λείπει ακόμη ένας ορατός στρατηγικός ορίζοντας: κοινωνική κατοικία, κρατική επένδυση σε προσιτή στέγη και θεσμική κατοχύρωση της κατοικίας ως κοινωνικού δικαιώματος. Η εμπειρία άλλων ευρωπαϊκών χωρών δείχνει ότι χωρίς αυτά, καμία σοβαρή πολιτική στέγασης δεν μακροημερεύει.
Ο ορίζοντας του 2026 και τα στοιχήματα εξουσίας
Το 2026 προβάλλει ως κρίσιμος σταθμός: είναι το έτος που σύμφωνα με το υπουργείο το χρέος θα πέσει κάτω από το 140% του ΑΕΠ· είναι όμως και χρονικά κοντά στην επόμενη εκλογική αναμέτρηση. Ο Πιερρακάκης, με την ψυχραιμία που τον διακρίνει, αποφεύγει τις κομματικές κορώνες, αλλά η τοποθέτησή του στην καρδιά της οικονομικής στρατηγικής της κυβέρνησης τον καθιστά αυτόματα ένα από τα ισχυρότερα πρόσωπα της μελλοντικής εξουσίας.
Η συζήτηση για τη συνεργασία με την Ευρωπαία Εισαγγελέα Λάουρα Κοβέσι, η ενίσχυση του ρόλου της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας στην Ελλάδα, οι κινήσεις για τον έλεγχο των τελωνείων και της φοροδιαφυγής συνθέτουν ένα προφίλ με ευρωπαϊκή ακτινοβολία. Σε ένα πολιτικό σκηνικό όπου οι παραδοσιακοί ηγέτες φθείρονται, ο Πιερρακάκης χτίζει τη δική του σχέση με την «επόμενη ημέρα».
Παράλληλα, οι εσωτερικές ισορροπίες της ΝΔ τελούν υπό αναδιάταξη. Η φημολογία για νέο κόμμα από τον Αντώνη Σαμαρά και οι αναζητήσεις ταυτότητας στη βάση της παράταξης αναδεικνύουν ότι η ενότητα δεν είναι δεδομένη. Ο Πιερρακάκης, χωρίς να μπαίνει στη μάχη της γραμμής, μένει σταθερά στο κέντρο —αλλά τοποθετείται, έστω και σιωπηλά.
Το ερώτημα παραμένει: αλλαγή ουσίας ή διαχείριση εντυπώσεων;
Ο λόγος του υπουργού είναι πράος, μετρημένος και βασισμένος σε αριθμούς. Αλλά η πολιτική σπανίως περιορίζεται στα μαθηματικά. Οι πολίτες θα κρίνουν τελικά όχι τις προβλέψεις για το χρέος ή τις δηλώσεις περί σταθερότητας, αλλά την καθημερινή επίδραση των μέτρων στην τσέπη τους —στη στέγη, στο καλάθι του σούπερ μάρκετ, στην εργασία.
Η πρόκληση για τον Πιερρακάκη και την κυβέρνηση δεν είναι να πείσουν ότι υπάρχει πρόοδος. Είναι να την αποδείξουν. Και αν τελικά η «σελίδα αλλάζει», τότε το κρίσιμο είναι ποιος τη γράφει και με ποιο μελάνι: με ουσία ή με παρασκήνιο;Γιατί η πολιτική, όπως και η οικονομία, έχει μνήμη. Και η αξιοπιστία δεν χτίζεται με προβλέψεις —αλλά με πράξεις.
Πηγή: pagenews.gr