Ύστερα από δύο δεκαετίες σιωπής, ο τάφος του Αμενχοτέπ Γ΄, ενός από τους πιο ισχυρούς Φαραώ της 18ης Δυναστείας, άνοιξε και πάλι για το κοινό, ανακτώντας τη θέση του ως κόσμημα της Κοιλάδας των Βασιλέων.
Σκαλισμένος βαθιά στον βράχο, στη δυτική όχθη του Νείλου κοντά στο Λούξορ, ο τάφος που ανακαλύφθηκε το 1799 είχε λεηλατηθεί αιώνες πριν, χάνοντας τα περισσότερα από τα πλούτη του – μεταξύ αυτών και τη σαρκοφάγο του Φαραώ.
Για πάνω από είκοσι χρόνια, ιαπωνική ομάδα αρχαιολόγων εργάστηκε υπομονετικά στην αποκατάσταση και τεκμηρίωσή του, επαναφέροντας στη ζωή τις εκπληκτικές τοιχογραφίες του Αμενχοτέπ και της συζύγου του Τίγιε. «Είναι ένας μοναδικός τάφος», δήλωσε ο Μοχάμεντ Ισμαΐλ, γενικός γραμματέας του Ανώτατου Συμβουλίου Αρχαιοτήτων της Αιγύπτου.
Ο επισκέπτης κατεβαίνει μέσα από κατηφορικό διάδρομο 36 μέτρων, που οδηγεί σε μεγαλοπρεπή ταφικό θάλαμο και δύο μικρότερους χώρους αφιερωμένους στις συζύγους του, Τίγιε και Σιταμούν. Παρότι δεν είναι πλήρως διακοσμημένος, στους τοίχους σώζονται σκηνές από το “Βιβλίο των Νεκρών” και παραστάσεις του Φαραώ να στέκεται ανάμεσα στους θεούς.
Η μούμια του Αμενχοτέπ Γ΄ είχε μεταφερθεί από τους ιερείς στον τάφο του παππού του, Αμενχοτέπ Β΄, και σήμερα εκτίθεται στο Εθνικό Μουσείο Πολιτισμού της Αιγύπτου στο Κάιρο, δίπλα σε άλλους 16 βασιλείς και βασίλισσες.
Γνωστός ως «Αμενχοτέπ ο Μέγας», ανέβηκε στον θρόνο έφηβος και κυβέρνησε σχεδόν 40 χρόνια, οδηγώντας την Αίγυπτο στην κορυφή της δύναμής και του πολιτισμού της.
Το άνοιγμα του τάφου συμπίπτει με την αναμονή των εγκαινίων του Μεγάλου Αιγυπτιακού Μουσείου κοντά στις Πυραμίδες της Γκίζας, την 1η Νοεμβρίου, σε μια περίοδο που η Αίγυπτος επιχειρεί να αναβιώσει τον τουρισμό της και να ξανασυστήσει στον κόσμο το μεγαλείο του αρχαίου της πολιτισμού.
Πηγή: Pagenews.gr