Η τελευταία πολιτική «σκηνή» γύρω από τη Νέα Δημοκρατία — με επίκεντρο την εκδήλωση του βιβλίου του Ευριπίδη Στυλιανίδη και την – τελικά – απουσία του Αντώνη Σαμαρά — αποκάλυψε με χαρακτηριστική σαφήνεια ότι οι τομές στο εσωτερικό της παράταξης δεν είναι καθόλου κλεισμένες. Η ερώτηση που τίθεται πια είναι: υπάρχει ρεαλιστική πιθανότητα επαναπροσέγγισης Μητσοτάκη – Σαμαρά; Και αν ναι, υπό ποιο σχήμα;
Η διαγραφή του Σαμαρά από τη ΝΔ πέρσι ενίσχυσε ένα συμβολικό, αλλά και ουσιαστικό ρήγμα ανάμεσα στον νυν και τον πρώην πρωθυπουργό, το οποίο συνοδεύτηκε από έντονες επικρίσεις εκ μέρους του Σαμαρά για πολιτικές επιλογές του Μαξίμου (ειδικά στα εθνικά).
Η στάση του Σαμαρά σε ευαίσθητα θέματα — όπως τα ελληνοτουρκικά ή οι εκταφές των θυμάτων των Τεμπών — έχει αποκτήσει πλέον μορφή δημόσιας διαφοροποίησης από την κυβέρνηση, όχι απλώς εσωκομματικής κριτικής. Η απουσία του από την πρόσφατη εκδήλωση, παρά τις προσδοκίες για εμφάνιση, θεωρήθηκε ως ξεκάθαρο μήνυμα: «δεν πρόκειται για παροδική ειρωνεία ή άστοχη κίνηση».
Αυτά τα δεδομένα δείχνουν ότι η ρήξη δεν είναι πια απλώς προσωπική, αλλά σχετίζεται και με στρατηγικέςεπιλογές, εικόνες και κατευθύνσεις στον δεξιό χώρο.
Αν υποθέσουμε ότι υπάρχει πρόθεση από τις δύο πλευρές για άμβλυνση της αντιπαράθεσης, τα πιθανά σενάρια δεν είναι πολλά — και όλα έχουν το δικό τους κόστος.
Μια συμβολική επαναπροσέγγιση, με κοινές εμφανίσεις, δηλώσεις και φωτογραφίες, θα μπορούσε να λειτουργήσει ως μήνυμα ενότητας προς την κομματική βάση και να περιορίσει τον θόρυβο. Όμως, αν αυτή είναι επιφανειακή, κινδυνεύει να εκληφθεί ως επικοινωνιακό τέχνασμα χωρίς ουσία.
Ένα άλλο ενδεχόμενο είναι η επαναφορά του Σαμαρά σε έναν περιορισμένο, θεσμικό ρόλο εντός της ΝΔ — για παράδειγμα, σε θέματα ιδεολογικής φυσιογνωμίας ή εθνικής στρατηγικής. Αυτό θα διατηρούσε την ενότητα χωρίς να ανατρέψει τη σημερινή κυβερνητική ισορροπία, αν και ο Σαμαράς δύσκολα θα δεχόταν να παραμείνει σε ρόλο «συμβούλου χωρίς δύναμη».
Μία τρίτη επιλογή είναι η συνύπαρξη υπό όρους, δηλαδή μια συνεργασία σε συγκεκριμένα ζητήματα – όπως τα εθνικά θέματα – χωρίς να υπάρξει συνολική συμφωνία. Αυτή η μορφή «ψυχρής ειρήνης» θα μπορούσε να λειτουργήσει ως βήμα σταδιακής εμπιστοσύνης, όμως οι αντίπαλες πολιτικές ατζέντες θα επανέρχονταν αναπόφευκτα.
Τέλος, υπάρχει πάντα το σενάριο της απόλυτης διάστασης: ο Σαμαράς να προχωρήσει στη δημιουργία νέου πολιτικού φορέα, λειτουργώντας ως «δεξιά αντιπολίτευση» εκτός ΝΔ. Ένα τέτοιο βήμα θα αναδιαμόρφωνε τον πολιτικό χάρτη, αλλά θα σήμαινε και βαθιά απώλεια δυνάμεων για τη συνολική δεξιά παράταξη.
Όλα τα παραπάνω, ωστόσο, έχουν έναν κοινό παρονομαστή: προϋποθέτουν εμπιστοσύνη – ή τουλάχιστον ανοχή. Και προς το παρόν, αυτή η εμπιστοσύνη δεν φαίνεται να υπάρχει σε επαρκή βαθμό.
Οι δημοσκοπήσεις και η εκλογική πίεση θα παίξουν καθοριστικό ρόλο, καθώς η κυβέρνηση παρακολουθεί με ανησυχία τη δυναμική που θα μπορούσε να αποκτήσει ένα ενδεχόμενο κόμμα του Σαμαρά. Η ατζέντα των εθνικών θεμάτων, τα ελληνοτουρκικά και οι σχέσεις με τις μεγάλες δυνάμεις αποτελούν την καρδιά της διαφωνίας των δύο ανδρών – και χωρίς συνεννόηση σε αυτά, η ειρήνη είναι δύσκολη.
Ταυτόχρονα, οι μετριοπαθείς φωνές εντός ΝΔ, όπως του Κωστή Χατζηδάκη, του Κώστα Κυρανάκη και του Στέλιου Πέτσα, πιέζουν για ενότητα και υπέρβαση των προσωπικών διαφορών. Η στάση της κομματικής βάσης θα είναι επίσης κρίσιμη: ένα μεγάλο μέρος των ψηφοφόρων παραμένει πιστό και στους δύο, αλλά κουρασμένο από τη διχόνοια.
Επιπλέον, πρόσωπα όπως ο Κώστας Καραμανλής ενδέχεται να παίξουν ρόλο «γέφυρας», συμβάλλοντας σε μια προσπάθεια αποκλιμάκωσης και πολιτικής συνεννόησης.
Λαμβάνοντας υπόψη τα σημερινά δεδομένα και τις τάσεις, η πιο ρεαλιστική πρόβλεψη είναι ότι δεν θα υπάρξει άμεση και πλήρης συμφιλίωση. Ο Σαμαράς πιθανότατα θα κρατήσει τον δικό του χώρο, ασκώντας ελεγχόμενη πίεση, χωρίς όμως να διαλύσει οριστικά τους δεσμούς του με τη ΝΔ. Παράλληλα, είναι πιθανό να υπάρξουν επιλεκτικές συνεργασίες ή συνεννοήσεις σε ζητήματα υψηλής σημασίας, κυρίως στα εθνικά. Αν, ωστόσο, ο πρώην πρωθυπουργός κρίνει ότι δεν υπάρχει περιθώριο ουσιαστικής επαναπροσέγγισης, τότε η δημιουργία μιας νέας πολιτικής οντότητας θα γίνει όλο και πιο ρεαλιστικό σενάριο.
Η κυβέρνηση θα χρειαστεί να ισορροπήσει ανάμεσα στην ανάγκη για ενότητα και την ανάγκη διατήρησης του πολιτικού της προσανατολισμού. Και καθώς πλησιάζουν οι εκλογές, το «στοίχημα της ενότητας» θα γίνει καθοριστικό: μια ΝΔ που εμφανίζεται διχασμένη κινδυνεύει να χάσει τη δυναμική της.
Ναι — υπάρχει σενάριο επαναπροσέγγισης — αλλά όχι αυτόματη και σίγουρη.Η απόσταση που σήμερα εμφανίζεται είναι μεγάλη, και για να γεφυρωθεί απαιτείται πραγματικό περιθώριο κινήσεων, συμβολικές χειρονομίες και διαχείριση της ισχύος. Ο Σαμαράς δύσκολα θα δεχθεί να επανέλθει χωρίς σεβασμό στο κύρος του, ενώ ο Μητσοτάκης γνωρίζει ότι η πολιτική του επιβίωση εξαρτάται και από την εικόνα ενότητας και σταθερότητας.
Αν οι δύο πλευρές επιδείξουν ωριμότητα και πολιτική ευφυΐα, η συνύπαρξη δεν είναι αδύνατη.Όμως το μήνυμα που έστειλε η απουσία του Σαμαρά από την εκδήλωση είναι σαφές: το γυαλί έχει ραγίσει βαριά, και η συμφιλίωση — αν έρθει — θα είναι προϊόν υπομονής, επιμονής και στρατηγικής, όχι αυθόρμητης επανασύνθεσης.
Πηγή: pagenews.gr