Τεχνολογία

Επιληψία: Μέθοδος “ξεκλειδώνει” τον εγκέφαλο με υπερήχους και γονιδιακή θεραπεία

Επιληψία: Μέθοδος “ξεκλειδώνει” τον εγκέφαλο με υπερήχους και γονιδιακή θεραπεία
Μια πρωτοποριακή, μη επεμβατική τεχνολογία από το Πανεπιστήμιο Ράις συνδυάζει υπερήχους και γονιδιακή θεραπεία για να ελέγχει στοχευμένα την εγκεφαλική δραστηριότητα που οδηγεί σε επιληπτικές κρίσεις, ανοίγοντας τον δρόμο για νέες, ασφαλέστερες και πιο αποτελεσματικές θεραπείες σε νευρολογικές διαταραχές.

Μια νέα εποχή στις νευρολογικές θεραπείες

Η επιστημονική κοινότητα κάνει ένα σημαντικό άλμα προς τα εμπρός με την ανάπτυξη μιας νέας τεχνολογίας που μπορεί να αλλάξει ριζικά τον τρόπο αντιμετώπισης της επιληψίας αλλά και άλλων νευρολογικών παθήσεων. Το σύστημα ATAC (Acoustically Targeted Chemogenetics), που ανέπτυξαν ερευνητές του Πανεπιστημίου Ράις στις ΗΠΑ, συνδυάζει τους υπερήχους με τη γονιδιακή θεραπεία για να επιτρέψει τον ακριβή, μη επεμβατικό έλεγχο της ηλεκτρικής δραστηριότητας στον εγκέφαλο.

Η μέθοδος στοχεύει ιδιαίτερα τον ιππόκαμπο — την περιοχή που ευθύνεται συχνά για τη δημιουργία επιληπτικών κρίσεων — και επιτρέπει στους γιατρούς να ενεργοποιούν ή να απενεργοποιούν συγκεκριμένους νευρώνες χρησιμοποιώντας ένα απλό, από του στόματος φάρμακο.

Πώς λειτουργεί η μέθοδος ATAC

Στην καρδιά της νέας τεχνολογίας βρίσκεται ο συνδυασμός υπερήχων χαμηλής έντασης και χημογενετικής. Η διαδικασία περιλαμβάνει την έγχυση μικροσκοπικών φυσαλίδων αερίου στο αίμα. Όταν τα υπερηχητικά κύματα εστιάζουν σε συγκεκριμένες περιοχές του εγκεφάλου, όπως ο ιππόκαμπος, οι φυσαλίδες αυτές πιέζουν τα τοιχώματα των αιμοφόρων αγγείων και ανοίγουν προσωρινά τον αιματοεγκεφαλικό φραγμό.

Αυτή η «πύλη» επιτρέπει σε φορείς γονιδιακής θεραπείας να εισέλθουν στον ιστό-στόχο με απόλυτη ακρίβεια. Τα μικροσκοπικά ανοίγματα κλείνουν φυσιολογικά μέσα σε λίγες ώρες, αφήνοντας πίσω τους μόνο το θεραπευτικό φορτίο που θα επηρεάσει τα νευρικά κυκλώματα.

Ο μοριακός “διακόπτης” που ελέγχει τους νευρώνες

Οι φορείς που εισέρχονται στον εγκέφαλο μεταφέρουν γενετικές οδηγίες για έναν ειδικό ανασταλτικό υποδοχέα – έναν μοριακό «διακόπτη» που επιτρέπει στους νευρώνες να ανταποκρίνονται σε ένα συγκεκριμένο φάρμακο. Με τον τρόπο αυτό, οι επιστήμονες μπορούν να μειώσουν την υπερδραστηριότητα των κυττάρων που προκαλούν κρίσεις.

Όπως εξηγεί ο Χόνγκχάο Λι, υποψήφιος διδάκτορας και πρώτος συγγραφέας της μελέτης, «στοχεύοντας με ακρίβεια τον ιππόκαμπο, περιορίζουμε την παθολογική δραστηριότητα μόνο εκεί όπου χρειάζεται, αφήνοντας τον υπόλοιπο εγκέφαλο ανεπηρέαστο».

Η προσέγγιση αυτή δίνει τη δυνατότητα για θεραπεία χωρίς χειρουργικές τομές, μόνιμα εμφυτεύματα ή επεμβατικές διαδικασίες.

Μόνο με… φυσαλίδες: Η απλότητα πίσω από την καινοτομία

Η ιδέα ότι το άνοιγμα του αιματοεγκεφαλικού φραγμού μπορεί να γίνει με την πίεση μικροσκοπικών φυσαλίδων φαντάζει σχεδόν απίστευτη. Ωστόσο, η τεχνική αυτή έχει αποδειχθεί ασφαλής και αποτελεσματική σε ζωικά μοντέλα.

«Πολλές νευρολογικές παθήσεις προκαλούνται από υπερδραστήρια κύτταρα σε συγκεκριμένες περιοχές του εγκεφάλου. Η προσέγγισή μας χορηγεί τη θεραπεία ακριβώς εκεί όπου χρειάζεται και επιτρέπει τον έλεγχο της όποτε απαιτείται — χωρίς χειρουργεία», σημειώνει ο επικεφαλής της έρευνας Γέρζι Σαμπλόφσκι.

Η δυνατότητα να χειρίζονται οι επιστήμονες συγκεκριμένους νευρώνες σαν να πατούν έναν διακόπτη είναι αυτή που καθιστά τη μέθοδο τόσο επαναστατική.

Προς μια νέα πλατφόρμα εγκεφαλικής θεραπείας

Η ερευνητική ομάδα δεν περιορίζεται μόνο στη μέθοδο ATAC. Έχει αναπτύξει επίσης το σύστημα REMIS, μια τεχνική υπερήχων που επιτρέπει την παρακολούθηση πρωτεϊνών από συγκεκριμένες περιοχές του εγκεφάλου μέσω του αίματος.

Οι δύο τεχνολογίες λειτουργούν συμπληρωματικά: η μία παραδίδει τη θεραπεία και ρυθμίζει τη δραστηριότητα των νευρώνων, ενώ η άλλη μετρά τις επιδράσεις της.

Ο απώτερος στόχος, σύμφωνα με τους ερευνητές, είναι η δημιουργία μιας ευέλικτης πλατφόρμας εγκεφαλικής θεραπείας που θα μπορεί να φτάνει σε οποιαδήποτε περιοχή, να μεταφέρει γενετικό υλικό με ακρίβεια και να επιτρέπει στους γιατρούς να ενεργοποιούν ή να απενεργοποιούν κυκλώματα κατά βούληση.

Η μελέτη δημοσιεύθηκε στο περιοδικό ACS Chemical Neuroscience και αναμένεται να αποτελέσει τη βάση για μελλοντικές κλινικές δοκιμές που θα μπορούσαν να αλλάξουν ριζικά το μέλλον της νευρολογίας.

Πηγή: pagenews.gr

Διαβάστε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο