SPOTLIGHTS

Billboards, γράμματα και 1,4 εκατ. δολάρια: Γιατί ο Λουίτζι Μαντζιόνε έγινε «ήρωας» για χιλιάδες

Billboards, γράμματα και 1,4 εκατ. δολάρια: Γιατί ο Λουίτζι Μαντζιόνε έγινε «ήρωας» για χιλιάδες
Ο φερόμενος δολοφόνος του CEO της UnitedHealthcare δηλώνει αθώος. Οι υποστηρικτές του όχι – εκείνοι «πιστεύουν στον σκοπό» πίσω από το έγκλημα και μετατρέπουν μια ποινική υπόθεση σε σύμβολο οργής για το αμερικανικό σύστημα υγείας.

Ένα φορτηγό με μια ιστορία ακρωτηριασμού έξω από το δικαστήριο

Καθώς ο Λουίτζι Μαντζιόνε, 27 ετών, απόφοιτος της Ivy League, οδηγείται ξανά αυτή την εβδομάδα σε δικαστήριο του Μανχάταν, έξω από το κτίριο κάνει κύκλους ένα φορτηγό με ψηφιακή πινακίδα.

Στην οθόνη δεν προβάλλεται το πρόσωπο του κατηγορούμενου, αλλά η ιστορία ενός άνδρα που έχασε το πόδι του ύστερα –όπως ο ίδιος καταγγέλλει– από επαναλαμβανόμενες αρνήσεις κάλυψης από την ασφαλιστική του.

Το φορτηγό δεν είναι απλώς ένα ακόμη «τρικ» publicity. Είναι η πιο πρόσφατη εικόνα ενός ασυνήθιστου, επίμονου και ολοένα πιο οργανωμένου κινήματος συμπαράστασης προς τον Μαντζιόνε, ο οποίος κατηγορείται για τη δολοφονία του διευθύνοντος συμβούλου της UnitedHealthcare, Μπράιαν Τόμσον, σε αιματηρή επίθεση έξω από ξενοδοχείο στο Midtown.

Η υπόθεση, σχεδόν έναν χρόνο μετά το έγκλημα, εξακολουθεί να προκαλεί γοητεία, οργή και βαθύ διχασμό.

Δεν πιστεύουν στην αθωότητά του – πιστεύουν στον «σκοπό»

Ο Λουίτζι Μαντζιόνε έχει δηλώσει αθώος για τα ομοσπονδιακά και πολιτειακά αδικήματα που αντιμετωπίζει. Η βαρύτητα των κατηγοριών είναι τέτοια, ώστε σε ακραίο σενάριο να φτάσει ακόμη και στη θανατική ποινή.

Το παράδοξο, όμως, δεν είναι εκεί.
Το πραγματικά ασυνήθιστο είναι ότι οι άνθρωποι που τον στηρίζουν δεν στηρίζονται στην πεποίθηση ότι είναι αθώος. Δεν σχηματίζουν κλασική «ομάδα αλληλεγγύης» που φωνάζει πως «ο Λουίτζι δεν το έκανε».

Αντίθετα, τους ενώνει κάτι άλλο: η αίσθηση ότι, ανεξάρτητα από το αν τράβηξε ή όχι τη σκανδάλη, η υπόθεση Μαντζιόνε άνοιξε βίαια μια πληγή που βράζει εδώ και χρόνια – την οργή για τις ασφαλιστικές εταιρείες υγείας και την αίσθηση των ασθενών ότι είναι αόρατοι, αναλώσιμοι, χωρίς φωνή.

Γι’ αυτούς, ο Λουίτζι δεν είναι απαραίτητα «αθώος». Είναι σύμβολο.

Memes, t–shirts, crowdfunding: ένα κίνημα που δεν ξεθωριάζει

Από memes στο TikTok και στο X (πρώην Twitter), μέχρι μπλουζάκια, σλόγκαν και αυτοσχέδια hashtags, η υπόθεση Μαντζιόνε έχει ξεφύγει από τα στενά όρια ενός δικαστικού ρεπορτάζ.

Ένα crowdfunding υπέρ της νομικής του υπεράσπισης έχει ήδη συγκεντρώσει περίπου 1,4 εκατομμύρια δολάρια. Στις δωρεές καταγράφεται ένα πολύ ετερόκλιτο κοινό:

  • ασθενείς που δηλώνουν ότι έχουν «διαλυθεί» οικονομικά και ψυχολογικά από ασφαλιστικές εταιρείες,

  • κοινωνικοί ακτιβιστές που βλέπουν ευκαιρία να στοχοποιήσουν πολιτικά τον ιδιωτικό ασφαλιστικό κλάδο,

  • άνθρωποι που ταυτίζονται με το αίσθημα βαθιάς αδικίας απέναντι στο σύστημα υγείας,

  • αλλά και όσοι προβάλλουν στον Μαντζιόνε μια σύγχρονη εκδοχή «λαϊκού αντι–ήρωα» που συγκρούστηκε –έστω και εγκληματικά– με την ισχυρότερη πλευρά.

Ένα χρόνο μετά την επίθεση, εκεί που συνήθως η δημοσιότητα σε τέτοιες υποθέσεις ξεφουσκώνει, το ενδιαφέρον αντίθετα μεγαλώνει.

Ο Μάικλ Κίσλινγκ: ο άνθρωπος στο billboard–truck

Στο επίκεντρο της νέας φάσης του κινήματος βρίσκεται ο Μάικλ Κίσλινγκ, 32 ετών. Είναι ο άνθρωπος που εμφανίζεται στο ψηφιακό billboard, με την ιστορία του ακρωτηριασμένου ποδιού του.

Ο Κίσλινγκ υποστηρίζει ότι έχασε το πόδι του επειδή η UnitedHealthcare αρνήθηκε επανειλημμένα να καλύψει τις θεραπείες και τις επεμβάσεις που χρειαζόταν. Η ασφαλιστική απορρίπτει την εκδοχή του.

Ο ίδιος, όμως, έχει αποφασίσει να συνδέσει ευθέως τη δική του ιστορία με τον Μαντζιόνε.

«Δεν υπερασπίζομαι τη βία», λέει. «Αλλά αν ο Λουίτζι είναι ο Malcolm X, εγώ προσπαθώ να μοιάσω στον Μάρτιν Λούθερ Κινγκ».

Με αυτή τη φράση, ο Κίσλινγκ παραδέχεται πως βλέπει τον 27χρονο κατηγορούμενο όχι ως προσωπικό πρότυπο, αλλά ως τραγικό καταλύτη – κάποιον που έκανε κάτι φρικτό, αλλά μέσα από την πράξη του ξεσκεπάστηκε ένα σύστημα που, όπως ισχυρίζεται, εδώ και χρόνια «προκαλεί σιωπηλές τραγωδίες».

Το πρόσωπό του στο φορτηγό δεν είναι απλώς διαμαρτυρία. Είναι μια εικόνα οργής απέναντι στις ασφαλιστικές, που για πολλούς αμερικανούς ασθενείς έχουν ταυτιστεί με τη γραφειοκρατική αδιαφορία και την οικονομική εξάντληση.

6.000 γράμματα και ένα χειρόγραφο αρχείο 73 σελίδων

Σύμφωνα με το ρεπορτάζ της Wall Street Journal, στη φυλακή του Μπρούκλιν όπου κρατείται ο Μαντζιόνε έχουν φτάσει πάνω από 6.000 γράμματα υποστήριξης.

Ο ίδιος, εμμονικά οργανωτικός, λέγεται ότι κρατά αναλυτικό χειρόγραφο αρχείο: σε 73 σελίδες καταγράφει τα αρχικά κάθε αποστολέα και τα δύο τελευταία ψηφία του ταχυδρομικού κώδικα.

Για τους υποστηρικτές του, αυτή η «λογιστική» των γραμμάτων είναι απόδειξη ότι ο Λουίτζι συνδέεται με όσους του γράφουν, ότι δεν αντιμετωπίζει τη συμπαράσταση μηχανικά, αλλά ως υπενθύμιση πως «εκεί έξω» υπάρχει ένας κόσμος που βλέπει στην υπόθεσή του κάτι πέρα από τον ίδιο.

Για τους επικριτές του, όμως, αυτή η εικόνα ενισχύει το επιχείρημα πως έχουμε φτάσει σε ένα επικίνδυνο σημείο ηθικής σύγχυσης, όπου ένας κατηγορούμενος για φόνο αντιμετωπίζεται σχεδόν σαν σταρ, με fanbase που του στέλνει γράμματα λες και πρόκειται για μουσικό είδωλο ή τηλεοπτικό χαρακτήρα.

«Free healthcare. Free Luigi»: όταν η πολιτική γίνεται σύνθημα γενεθλίων

Οι πολιτικοί ακτιβιστές που έχουν αναλάβει να συντονίσουν τη χρηματοδότηση της υπεράσπισης του Μαντζιόνε, δεν περιορίζονται στα social media.

Στα γενέθλιά του, ναύλωσαν ακόμη και αεροπλάνο που πέταξε πάνω από το Μανχάταν με ένα διπλό μήνυμα:
«Free healthcare. Free Luigi».

Σε μία φράση, συμπυκνώνεται όλο το αφήγημα του κινήματος:

  • από τη μία, το αίτημα για δωρεάν ή δικαιότερη υγειονομική περίθαλψη,

  • από την άλλη, η απαίτηση να αντιμετωπιστεί ο Μαντζιόνε με «ευνοϊκότερο» τρόπο, ως κάποιος που ενήργησε (ή θεωρείται ότι ενήργησε) μέσα σε ένα πλαίσιο συστημικής αδικίας.

«Όταν οι κοινωνίες βρίσκονται σε κρίση, ανοίγουν νέες συνομιλίες», λέει ο Σαμ Μπερντ, εκπρόσωπος της καμπάνιας υπεράσπισης. Για τον ίδιο και για όσους βρίσκονται γύρω του, η υπόθεση δεν είναι απλώς μια δίκη, αλλά αφορμή για να τεθεί το αμερικανικό σύστημα υγείας στο εδώλιο της κοινής γνώμης.

Η άλλη πλευρά: «Τι συμβαίνει με την ηθική πυξίδα της Αμερικής;»

Όσο ενισχύεται το κύμα συμπαράστασης, τόσο δυναμώνει και η αντίδραση.

Για πολλούς, η εικόνα ενός φερόμενου δολοφόνου που μαζεύει χρήματα, γράμματα, memes και εναέρια μηνύματα είναι σοκαριστική.

Η Χέδερ Μακντόναλντ από το συντηρητικό think tank Manhattan Institute δεν μασάει τα λόγια της:
«Τι συμβαίνει με την ηθική πυξίδα της Αμερικής;», διερωτάται, βλέποντας ανθρώπους να ταυτίζονται με έναν κατηγορούμενο για φόνο, επειδή το θύμα ήταν CEO ασφαλιστικής εταιρείας.

Για τους επικριτές, η υπόθεση Μαντζιόνε είναι καμπανάκι ηθικής παρακμής:

  • ο θυμός για τις ασφαλιστικές είναι δικαιολογημένος,

  • οι δυσλειτουργίες του συστήματος υγείας είναι πραγματικές,

  • αλλά τίποτα από αυτά, λένε, δεν μπορεί να «εξαγνίσει» μια δολοφονία ούτε να μετατρέψει έναν κατηγορούμενο σε ηθικό σημείο αναφοράς.

Όταν το προσωπικό δράμα γίνεται πολιτικό σύμβολο

Το κίνημα γύρω από τον Μαντζιόνε θα ήταν αδύνατο να υπάρξει χωρίς το βάθος της δυσαρέσκειας απέναντι στο αμερικανικό σύστημα υγείας.

Χιλιάδες άνθρωποι έχουν μοιραστεί στα social media τις δικές τους ιστορίες:

  • καθυστερημένες εγκρίσεις θεραπειών,

  • απορρίψεις κάλυψης σε κρίσιμες στιγμές,

  • εξοντωτικές συμμετοχές,

  • οικονομική καταστροφή λόγω ιατρικών λογαριασμών.

Η 50χρονη νοσηλεύτρια Νάταλι Τζερεμάιας, πρόσφατα διαγνωσμένη με σκλήρυνση κατά πλάκας, περιγράφει πως δυσκολεύεται να λάβει τις θεραπείες που χρειάζεται, λόγω απορρίψεων και υψηλών συμμετοχών.

Την αγγίζει –λέει– η απόγνωση που αποδίδεται στον Μαντζιόνε:
«Κανείς δεν άκουγε. Τι άλλο μπορούσε να κάνει;»

Η φράση της είναι χαρακτηριστική της ηθικής ολίσθησης που φοβούνται πολλοί: η οργή για ένα άδικο σύστημα φτάνει τόσο μακριά, ώστε κάποιοι να δικαιολογούν (ή έστω να κατανοούν) μια δολοφονία ως «κραυγή απελπισίας».

Μια δίκη, ένα σύστημα υγείας και μια κοινωνία σε σταυροδρόμι

Καθώς ο Λουίτζι Μαντζιόνε κάθεται ξανά στο εδώλιο, το πραγματικό «δικαστήριο» δεν είναι μόνο αυτό του Μανχάταν.

Η υπόθεσή του έχει γίνει:

  • πεδίο σύγκρουσης για το μέλλον του αμερικανικού συστήματος υγείας,

  • καθρέφτης της οργής και της απόγνωσης χιλιάδων ασθενών,

  • αλλά και τεστ για την αντοχή της ηθικής πυξίδας μιας κοινωνίας που παλεύει να βρει ισορροπία ανάμεσα στη δικαιολογημένη αγανάκτηση και στην αποδοχή της ωμής βίας.

Το αν ο Μαντζιόνε είναι αθώος ή ένοχος θα το κρίνει ένα σώμα ενόρκων.
Το αν η υπόθεσή του θα μείνει στην ιστορία ως νομικό προηγούμενο, ως σύμβολο κοινωνικής αδικίας, ή ως παράδειγμα επικίνδυνης εξιδανίκευσης της βίας, θα το κρίνει η ιστορική μνήμη.

Μέχρι τότε, τα billboards, τα γράμματα, τα συνθήματα και τα 1,4 εκατ. δολάρια δείχνουν μόνο ένα πράγμα: ότι η Αμερική δεν συζητά πια μόνο για έναν κατηγορούμενο δολοφόνο, αλλά για το ποιος θεωρείται θύμα και ποιος θύτης σε ένα σύστημα που πολλοί το βιώνουν εδώ και χρόνια ως βίαιο – χωρίς ποτέ να πέσει ούτε μία σφαίρα.

Πηγή: Pagenews.gr

Διαβάστε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο