Η Ευρώπη κάνει πίσω στην απόλυτη απαγόρευση
Σημαντική στροφή στην ευρωπαϊκή πολιτική για τις μεταφορές φέρνει η παρέμβαση του Έλληνα Επιτρόπου Μεταφορών, Απόστολου Τζιτζικώστα. Εκεί όπου η Κομισιόν είχε αποφασίσει ότι από το 2035 δεν θα ταξινομούνται νέα αυτοκίνητα με κινητήρες εσωτερικής καύσης, τώρα ανοίγει ξανά παράθυρο για τη συνέχιση της ζωής τους – υπό προϋποθέσεις.
Σε συνέντευξή του στη γερμανική Handelsblatt, ο Τζιτζικώστας ξεκαθάρισε ότι «η Ευρώπη είναι ανοιχτή σε όλες τις τεχνολογίες», αφήνοντας σαφώς να εννοηθεί ότι δεν μιλάμε πλέον για μια τυφλή πορεία μόνο προς την πλήρη ηλεκτροκίνηση. Υβριδικά, συμβατικοί κινητήρες που τροφοδοτούνται με βιοκαύσιμα ή συνθετικά καύσιμα, αλλά και άλλες λύσεις χαμηλών ή μηδενικών εκπομπών μπαίνουν ξανά στο τραπέζι.
Το μήνυμά του είναι σαφές: «Η Ευρώπη δεν πρέπει να συνεχίσει να χάνει δεκάδες χιλιάδες θέσεις εργασίας στην αυτοκινητοβιομηχανία». Με αυτή τη φράση ο Έλληνας Επίτροπος αποτυπώνει τον φόβο ότι, αν η μετάβαση γίνει βίαια και μονόπλευρα, η ευρωπαϊκή βιομηχανία θα βρεθεί με δεμένα χέρια απέναντι στον κινεζικό ανταγωνισμό.
Το «γράμμα Μερτς» και η στροφή της Κομισιόν
Καθοριστικό ρόλο σε αυτή τη στροφή έπαιξε και η παρέμβαση του Γερμανού καγκελαρίου Φρίντριχ Μερτς, ο οποίος με επιστολή του προς την Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν ζήτησε να επανεξεταστεί ο ρόλος των εξαιρετικά αποδοτικών κινητήρων καύσης στην Ευρώπη μετά το 2035.
«Η επιστολή του Καγκελάριου Μερτς έτυχε θερμής υποδοχής», σημειώνει ο Τζιτζικώστας, υπογραμμίζοντας ότι η Επιτροπή θα ενσωματώσει στον νέο κανονισμό «όλες τις τεχνολογικές εξελίξεις», συμπεριλαμβανομένων των καυσίμων μηδενικών και χαμηλών εκπομπών και των προηγμένων βιοκαυσίμων.
Ο στόχος, όπως τον περιγράφει ο Έλληνας Επίτροπος, είναι μια «οικονομικά βιώσιμη και κοινωνικά δίκαιη» μετάβαση. Με απλά λόγια: η ΕΕ θέλει να παραμείνει πιστή στους κλιματικούς στόχους, αλλά χωρίς να αυτοπυροβοληθεί στο πόδι, διαλύοντας ολόκληρους κλάδους πριν προλάβουν να προσαρμοστούν.
Η Ευρώπη πίσω από την Κίνα και ο φόβος απώλειας ισχύος
Την εικόνα συμπληρώνουν ψυχροί αριθμοί. Στην Ευρώπη πωλούνται σήμερα κατά ένα πέμπτο λιγότερα καινούργια αυτοκίνητα σε σχέση με πριν από την πανδημία. Παράλληλα, όπως τονίζουν παράγοντες της αγοράς, η ευρωπαϊκή αυτοκινητοβιομηχανία βρίσκεται τουλάχιστον πέντε χρόνια πίσω από την Κίνα στην ανάπτυξη ηλεκτρικών οχημάτων.
Ο οικονομολόγος Νιλς Ρέντεκερ, διευθυντής του «Κέντρου Ζακ Ντελόρ», επισημαίνει ότι η ζήτηση για ευρωπαϊκές μάρκες στην κινεζική αγορά έχει καταρρεύσει κατά 70% την τελευταία τριετία. Ο κύριος λόγος είναι οι μαζικές επιδοτήσεις που δίνει το Πεκίνο στις εγχώριες εταιρείες, επιτρέποντάς τους να «πνίγουν» τον ανταγωνισμό.
Μέσα σε αυτό το σκηνικό, η δήλωση Τζιτζικώστα ότι «πρέπει να είμαστε προσεκτικοί ώστε να μην θέσουμε σε κίνδυνο την ανταγωνιστικότητά μας» αποκτά ιδιαίτερο βάρος. Η Επιτροπή εξετάζει ακόμη και στοχευμένα κριτήρια προτίμησης της ΕΕ στην αλυσίδα αξίας, ώστε να ενισχυθεί η ευρωπαϊκή παραγωγή απέναντι στα κινεζικά και άλλα φθηνά ηλεκτρικά.
Οι Πράσινοι προειδοποιούν για «άμαξες με άλογα»
Φυσικά, δεν συμφωνούν όλοι με αυτή τη στροφή. Ο ευρωβουλευτής των Πρασίνων, Μίκαελ Μπλος, θεωρεί ότι η εμμονή στους κινητήρες εσωτερικής καύσης είναι λάθος στρατηγική. «Δεν είναι δυνατόν οι κινητήρες εσωτερικής καύσης να λειτουργούν για πάντα», δηλώνει, παρομοιάζοντας την επιλογή αυτή «με το να βασιζόμαστε σε άμαξες με άλογα όταν το αυτοκίνητο έγινε για πρώτη φορά ευρείας κατανάλωσης».
Για εκείνον και για πολλούς υποστηρικτές της πλήρους ηλεκτροκίνησης, η Ευρώπη πρέπει να επενδύσει ακόμα πιο δυναμικά στα ηλεκτρικά οχήματα και όχι να κρατά «ζωντανές» τεχνολογίες που ανήκουν στο παρελθόν, έστω και με πιο καθαρά καύσιμα. Το αίτημα προς την Επιτροπή είναι σαφές: ένα ολοκληρωμένο σχέδιο για το πώς η ευρωπαϊκή βιομηχανία θα αντεπιτεθεί στον αγώνα δρόμου των ηλεκτρικών, αντί να κοιτά διαρκώς πίσω.
Τα ταξί στην Ελλάδα «φρενάρουν» στην υποχρεωτική ηλεκτροκίνηση
Την ώρα που στις Βρυξέλλες ανοίγει ξανά η συζήτηση για τους κινητήρες καύσης, στην Ελλάδα ο διάλογος έχει πάρει φωτιά γύρω από τα ταξί. Η κυβέρνηση έχει αποφασίσει από την 1η Ιανουαρίου να απαγορεύσει την κυκλοφορία νέων ταξί με κινητήρες εσωτερικής καύσης, ωθώντας τον κλάδο βίαια προς την ηλεκτροκίνηση.
Οι ιδιοκτήτες ταξί αντέδρασαν με 48ωρη απεργία, ζητώντας παράταση της υποχρέωσης για αγορά ηλεκτρικών ταξί έως το 2035. Και τα στοιχεία, όπως τα μεταφέρει η γερμανική Rheinische Post, είναι αποκαλυπτικά: στην Αθήνα κυκλοφορούν περίπου 14.000 ταξί, αλλά μόλις 65–70 από αυτά είναι ηλεκτρικά.
Οι επαγγελματίες δεν απορρίπτουν συνολικά την ηλεκτροκίνηση, αλλά θεωρούν εξωπραγματικό το χρονοδιάγραμμα και τις συνθήκες εφαρμογής. Στην πρωτεύουσα λειτουργούν μόνο 31 σταθμοί ταχείας φόρτισης, ενώ συνολικά η Ελλάδα βρίσκεται προτελευταία στην ΕΕ σε υποδομές φόρτισης. Το αποτέλεσμα είναι ότι πολλοί ιδιοκτήτες ταξί φοβούνται ότι θα βρεθούν με ένα ακριβό όχημα το οποίο δεν θα μπορούν να εξυπηρετήσουν πρακτικά στην καθημερινότητά τους.
Επιδοτήσεις με ρίσκο και αβέβαιο μέλλον
Προβληματικό χαρακτηρίζεται από τους ίδιους και το σύστημα επιδότησης, καθώς πρέπει πρώτα να πληρώσουν ολόκληρο το ποσό αγοράς ενός ηλεκτρικού ταξί και μόνο εκ των υστέρων να υποβάλουν αίτηση για επιδότηση. Η επεξεργασία της αίτησης μπορεί να πάρει μήνες, χωρίς καμία εγγύηση ότι θα εγκριθεί. Για έναν επαγγελματία που ήδη πιέζεται από κόστος, καύσιμα, ασφάλειες και φόρους, το να ρισκάρει δεκάδες χιλιάδες ευρώ σε ένα τέτοιο σχήμα μοιάζει απαγορευτικό.
Έτσι, την ώρα που ο Τζιτζικώστας στις Βρυξέλλες μιλά για «οικονομικά βιώσιμη και κοινωνικά δίκαιη» μετάβαση, στην Ελλάδα ο κλάδος των ταξί βλέπει μια μετάβαση που, όπως λένε τα σωματεία, δεν είναι ούτε δίκαιη ούτε βιώσιμη στις σημερινές συνθήκες.
Το ερώτημα που ανοίγει, λοιπόν, δεν αφορά μόνο την τεχνολογία, αλλά και τον τρόπο: πώς μπορεί η Ευρώπη – και ειδικά χώρες όπως η Ελλάδα – να προχωρήσουν στην πράσινη μετάβαση χωρίς να αφήνουν πίσω ολόκληρους κλάδους, εργαζόμενους και μικρομεσαίους που δεν έχουν την πολυτέλεια να… φορτίζουν στην υπομονή τους;
Πηγή: Pagenews.gr
