Η ολοκλήρωση του κύκλου 2019–2025 στην Εξεταστική για τον ΟΠΕΚΕΠΕ δεν έκλεισε απλώς ένα κεφάλαιο. Άνοιξε έναν λογαριασμό πολιτικής φθοράς με ορίζοντα χρόνου, καθώς για πρώτη φορά κορυφαία κυβερνητικά στελέχη μίλησαν χωρίς υπεκφυγές για αποτυχία, παρατυπίες και –έστω με προσεκτικές λέξεις– οικονομικό σκάνδαλο.
Οι καταθέσεις των Σταύρου Παπασταύρου και Γιάννη Μπρατάκου λειτούργησαν ως θεσμικό καπάκι σε μια περίοδο που είχε ήδη τιναχθεί στον αέρα επικοινωνιακά από τις θυελλώδεις μαρτυρίες παραγωγών και αγροτοσυνδικαλιστών. Μετά τον «Φραπέ», τον «Χασάπη» και την περίφημη «αγρότισσα με τη Ferrari», το αφήγημα δεν μπορούσε πια να σταθεί μόνο στις διαχρονικές παθογένειες.
Το ενδιαφέρον δεν είναι ποιοι δεν είπαν τη λέξη «σκάνδαλο», αλλά ποιοι άρχισαν να την περιγράφουν έστω κι αν δίστασαν να την κατονομάσουν ευθέως.
Ο Γιώργος Μυλωνάκης μίλησε για «οικονομικά σκάνδαλα κατά περίπτωση», ο Σταύρος Παπασταύρου για καθαρή αποτυχία της κυβέρνησης, ενώ ο Γιάννης Μπρατάκος έφτασε ένα βήμα πριν τη νομική οριοθέτηση, κάνοντας λόγο για σχέδιο επιτήδειων και σοβαρές οικονομικές παρατυπίες που πιθανότατα συνιστούν οικονομικό έγκλημα.
Ακόμη κι όσοι επέμειναν στον όρο παθογένειες, ουσιαστικά παραδέχθηκαν ότι αυτές οι παθογένειες παρήγαγαν αποτέλεσμα: χρήματα που δεν έφτασαν σε αυτούς που τα δικαιούνταν.
Η πιο βαριά πολιτικά στιγμή ήρθε όταν ο Σταύρος Παπασταύρου απάντησε χωρίς περιστροφές:«Ήταν αποτυχία. Η κυβέρνηση δεν πέτυχε».
Η φράση αυτή έχει διπλό βάρος. Πρώτον, αποδομεί το αφήγημα της πλήρους μεταρρυθμιστικής επάρκειας. Δεύτερον, ανοίγει χώρο στην αντιπολίτευση να μιλά όχι μόνο για διοικητικές αστοχίες αλλά για πολιτική ευθύνη με διάρκεια.
Η αναφορά του στην ανάγκη ολιστικής, διακομματικής συζήτησης για τον πρωτογενή τομέα δεν ήταν τυχαία. Ήταν ένα σήμα εξόδου από το αδιέξοδο: παραδοχή λάθους, αλλά και προσπάθεια μετατόπισης της συζήτησης στο «τι κάνουμε από εδώ και πέρα».
Ιδιαίτερη σημασία έχει και η αναφορά Μπρατάκου στις συναντήσεις με τον πρώην πρόεδρο του ΟΠΕΚΕΠΕ και στα 9.309 ΑΦΜ που δεν πληρούσαν τα κριτήρια επιλεξιμότητας. Εκεί βρίσκεται το σκληρό παραπολιτικό υπόστρωμα της υπόθεσης:
Οι αναφορές στη σύγκρουση προέδρου–εποπτεύοντος υπουργού δείχνουν ότι το πρόβλημα δεν ήταν απλώς τεχνικό, αλλά και πολιτικό-διοικητικό, με αλληλομπλοκαρίσματα και φόβο πολιτικού κόστους εν μέσω ευρωπαϊκών ελέγχων.
ΠΑΣΟΚ και ΣΥΡΙΖΑ επιχειρούν να κεφαλαιοποιήσουν πολιτικά τις καταθέσεις. Το ΠΑΣΟΚ μιλά πλέον καθαρά για πολιτικό και οικονομικό σκάνδαλο, θέτοντας ευθέως ζήτημα αξιοπιστίας του πρωθυπουργού. Ο ΣΥΡΙΖΑ ανεβάζει τους τόνους, απορρίπτοντας τον «ανήξερο» λόγο και αφήνοντας ανοιχτό ακόμη και το θέμα συμμετοχής σε κυβερνητικό διάλογο για το αγροτικό.
Εδώ η Εξεταστική συναντά την τρέχουσα πολιτική σύγκρουση. Το σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ δεν είναι πια μόνο υπόθεση του παρελθόντος· συμπλέκεται με τα μπλόκα, το κόστος παραγωγής και την κοινωνική δυσαρέσκεια στον πρωτογενή τομέα.
Με την έναρξη της εξέτασης της περιόδου 2015–2019, η κυβέρνηση θα επιχειρήσει ιστορικό συμψηφισμό. Όμως η παραδοχή αποτυχίας για τη δική της περίοδο καθιστά το εγχείρημα πιο δύσκολο.
Το πραγματικό διακύβευμα για το Μαξίμου δεν είναι μόνο η Εξεταστική, αλλά το αν θα καταφέρει να πείσει ότι:
Γιατί αλλιώς, ο ΟΠΕΚΕΠΕ δεν θα μείνει στη Βουλή. Θα επιστρέψει στην κάλπη.
Πηγή: pagenews.gr