Η καταδίκη της Χρυσής Αυγής έδωσε την ευκαιρία σε ένα ευρύ πολιτικο-κοινωνικό σώμα να πανηγυρίσει τη «νίκη της Δημοκρατίας επί του φασισμού». Λογικό σε μία Δημοκρατία οι περισσότεροι να επιδοκιμάζουν την καταδίκη των πολεμίων της.
Υπάρχει όμως το παράδοξο, μεταξύ αυτών που πανηγυρίζουν να υπάρχουν και ομάδες οι οποίες δεν έχουν τις καλύτερες σχέσεις με τη Δημοκρατία. Απλά την πολεμούν με άλλο πρόσημο. Πέραν από τους ειλικρινείς πολιτικά ανθρώπους που απορρίπτουν οποιαδήποτε απόχρωση της ναζιστικής ιδεολογίας στο ελληνικό πολιτικό σκηνικό, άνθρωποι με κοινή λογική δηλαδή που είναι και οι πλειονότητα κάθε δημοκρατικής κοινωνίας, υπάρχουν οι πανταχού παρόντες ψηφοθήρες, αλλά και οι επαγγελματίες «αντιφασίστες» οι οποίοι διεκδικούν ρόλο και λόγο ύπαρξης διαλαλώντας στη διαπασών την αποφασιστικότητά τους να πολεμήσουν το «φασιστικό φαινόμενο».
Στην αντίληψή τους υπάρχει «καλή» και κακή βία. Η «καλή» βία είναι αυτή που ασκείται εξ αριστερών. Είναι «δικαιολογημένη» διότι από τη στιγμή που θεωρούν ότι κατέχουν την εξ αποκαλύψεως πολιτική αλήθεια, «νομιμοποιούνται» να την επιβάλλουν δια της βίας. Αυτά τα «υψηλά διανοήματα» ισχύουν για τους καθοδηγητές και για το εγχειρίδιο των πρακτόρων (ναι, υπάρχουν και τέτοιοι, διότι ο «χώρος» είναι σε μεγάλο βαθμό υπονομευμένος από ξένες υπηρεσίες, είναι κλασική υβριδική επιχείρηση ) καθώς και για τους πρακτορεμένους στο μυαλό που έχουν πειστεί ότι έχουν πολιτική άποψη (επιτυχημένη υβριδική επιχείρηση κοινωνικής έντασης και αποσταθεροποίησης).
Οι υπόλοιποι, ένας μεγάλος αριθμός «ακολούθων», είναι απλά χουλιγκάνοι, η δεύτερη γραμμή χρήσιμων ηλιθίων, τους ενδιαφέρει η βία για τη βία. Η πρώτη είναι αυτοί που νομίζουν ότι έχουν ιδεολογικό και διανοητικό υπόβαθρο. Διαδηλώνουν για τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα από τους χρυσαυγίτες, αλλά αν τους ρωτήσεις για τους δολοφονημένους της Marfin, στην καλύτερη περίπτωση θα αλλάξουν συζήτηση, στη χειρότερη θα σου πουν εμμέσως ότι φταίνε αυτοί που κάηκαν ζωντανοί διότι δεν έπρεπε να εργάζονται εκείνη την ημέρα. Υπάρχουν και «δικαιολογημένες» δολοφονίες. Όπως αυτές που διέπραττε κατά συρροή ο Κουφοντίνας τον οποίον επευφημούσαν όταν έπαιρνε άδεια από τη φυλακή.
Επειδή ο πατριωτισμός και η εθνική αναφορά είναι πυλώνες και κοιτίδες δημοκρατίας, επιβεβαιώνεται ότι στόχος των δήθεν «αντιφασιστών» είναι ο ίδιος με των χρυσαυγιτών, η κατάλυση τής ίδιας της δημοκρατίας και του κράτους δικαίου. Είναι το χειρότερο και το πιο ειλικρινές είδος φασιστών που υπάρχει και εξάλλου δεν κρύβουν την απέχθειά τους για το αστικό κοινοβουλευτικό πολίτευμα.
Αν ψάξει κάποιος να βρει τις διαφορές των αναρχοφασιστών με τους χρυσαυγίτες, ας ανατρέξει στον Ηράκλειτο. «Ταναντία, ταύτα».
Υ.Γ. Δεν είναι τυχαίο ότι ο πιο σεμνός μέσα στο κλίμα γενικού πανηγυρισμού είναι αυτός ο οποίος οδήγησε στην πολιτική ακύρωση και στην ποινική δίωξη της Χρυσής Αυγής, ο Αντώνης Σαμαράς.