Ελλάδα

Νίκος Ξυλούρης: Σαν σήμερα γεννήθηκε ο μεγάλος καλλιτέχνης

Νίκος Ξυλούρης: Σαν σήμερα γεννήθηκε ο μεγάλος καλλιτέχνης
Νίκος Ξυλούρης: Ήταν 7 Ιουλίου 1936, όταν στα Ανώγεια γεννιόταν ο Νίκος Ξυλούρης. Ο άνθρωπος που με τη φωνή του σημάδεψε τα χρόνια της χούντας, την αντίσταση, αλλά και την μεταπολίτευση.

Ο Νίκος Ξυλούρης γεννήθηκε στα Ανώγια στις 7 Ιουλίου του 1936. Ήταν μόλις πέντε χρονών, όταν οι Γερμανοί κατακτητές του εισέβαλαν στο χωριό του στις 13 Αυγούστου του 1941 όπου και το έκαψαν. Μετά από εκείνη τη μέρα οι κάτοικοι εγκαταστάθηκαν πρόσφυγες στην κοιλάδα του Μυλοποτάμου, για να επιστρέψουν στον τόπο τους τρία χρόνια αργότερα, μετά την απελευθέρωση. Να θυμίσουμε ότι το Φεβρουάριο, ο Δήμος Ηρακλείου οργάνωσε μία εκδήλωση εις μνήμην του.

Γιατί έφυγε από το Ηράκλειο

Τα πρώτα χρόνια στα κατεστραμμένα Ανώγια ήταν φτωχικά και δύσκολα για την οικογένεια του Νίκου Ξυλούρη, όπως και για όλους τους συγχωριανούς του. Ο ίδιος έφυγε για το Ηράκλειο, για να μάθει γράμματα. Εκεί έδειξε την κλίση του στη μουσική. Μια μέρα είδε έναν συγγενή του να παίζει λύρα κι από τότε του καρφώθηκε η ιδέα να μάθει και ο ίδιος.

Οι αντιρρήσεις του πατέρα του ξεπεράστηκαν από τον δάσκαλό του, που αναγνώρισε από νωρίς το ταλέντο του. Έτσι, σε ηλικία μόλις 10 ετών, απέκτησε την πρώτη του λύρα, σταμάτησε το σχολείο στην Γ’ Δημοτικού και μετά από ενάμιση χρόνο μαθητείας δίπλα στον λυράρη Λεωνίδα Κλάδο, ξεκίνησε να παίζει σε γάμους, βαφτίσια και γιορτές, σε όλο το νησί.

Το 1953 ο 17χρονος Νίκος άφησε πίσω το χωριό του, για να εγκατασταθεί στο Ηράκλειο.

Έπιασε δουλειά στο κέντρο «Κάστρο» και με τα λεφτά που πλήρωνε ίσα ίσα το ενοίκιο για την κάμαρά του. Είχε ν’ αντιμετωπίσει τη μουσική της εποχής (ταγκό, βαλς, ρούμπα, σάμπα κλπ), καθώς και τους μεγάλους λυράρηδες που δεν τον έβλεπαν με καλό μάτι. Οι φίλοι που είχε αποκτήσει στο Ηράκλειο τον βοήθησαν, οργανώνοντας γλέντια. Έτσι, το όνομά του άρχισε σιγά – σιγά να γίνεται γνωστό στο ευρύ κοινό.

Σε μια αποκριάτικη γιορτή είδε την Ουρανία Μελαμπιανάκη, γόνο αριστοκρατικής οικογενείας, και την ερωτεύτηκε. Για ένα χρόνο της έκανε καντάδα κάθε βράδυ κάτω από το παράθυρό της, χωρίς στην πραγματικότητα να έχουν μιλήσει ποτέ. Η ταξική τους διαφορά τους ανάγκασε να κλεφτούν και να παντρευτούν κρυφά, στις 21 Μαΐου του 1958. Μαζί μάλιστα απέκτησαν δύο παιδιά, τον Γιώργη και τη Ρηνιώ.

Στο μεταξύ, η ανοδική πορεία του Ξυλούρη συνεχιζόταν.

Σκοπός του ήταν να μάθει ο κόσμος τα τραγούδια της Κρήτης έξω από τα σύνορά της. Το Νοέμβριο του 1958 ηχογράφησε τον πρώτο του δίσκο με την εταιρία «Odeon» υπό τον τίτλο «Μια μαυροφόρα που περνά», παίρνοντας ως αμοιβή 150 δραχμές. Ο δίσκος γνώρισε μεγάλη επιτυχία και η εταιρία του τον βοήθησε να κάνει κι άλλους.

Το 1966 επιλέχθηκε από το κράτος σ’ ένα διαγωνισμό δημοτικής μουσικής στο Σαν Ρέμο της Ιταλίας, οπού ανάμεσα σε δεκάδες συγκροτήματα απ’ όλο τον κόσμο πήρε το πρώτο βραβείο για την ερμηνεία του στο συρτάκι που έπαιξε με τη λύρα. Ο διάσημος για την Κρήτη λυράρης, ύστερα από πολύ κόπο και προσπάθεια, έγινε πλέον γνωστός σ’ όλη την Ελλάδα.

Τον Απρίλιο του 1969 έκανε την πρώτη δοκιμαστική εμφάνισή του στην Αθήνα, στο κέντρο «Κονάκι». Το Σεπτέμβριο του ίδιου χρόνου εγκαταστάθηκε στην πρωτεύουσα. Ένα από εκείνα τα βράδια, επισκέφθηκε το μαγαζί ο σκηνοθέτης και ποιητής Ερρίκος Θαλασσινός. Γνωρίστηκαν και έγιναν αχώριστοι φίλοι. Ο Θαλασσινός μίλησε γι’ αυτόν στον μουσικοσυνθέτη Γιάννη Μαρκόπουλο, με τον οποίο συνεργάστηκαν για πρώτη φορά στο «Χρονικό», μία ενότητα τραγουδιών που έθετε σε νέα βάση τη σχέση της παράδοσης με το παρόν. Έξι μήνες αργότερα κυκλοφόρησε ο δίσκος – αναφορά στα «Ριζίτικα» της Κρήτης, για τον οποίο βραβεύετηκε από τη Γαλλική Ακαδημία Σαρλ Κρος. Το Μάιο του 1971 ξεκίνησαν κοινές εμφανίσεις στη μπουάτ «Λήδρα» στην πλάκα.

Μέσα στην καρδιά της δικτατορίας, η φωνή του Ξυλούρη, είτε έλεγε τα τραγούδια του Μαρκόπουλου, είτε παραδοσιακά τραγούδια της Κρήτης, γινόταν σημαία αντίστασης:

«Πότε θα κάνει ξαστεριά», «Αγρίμια κι αγριμάκια μου». Ακολούθησαν δύο ακόμα κύκλοι τραγουδιών του Γιάννη Μαρκόπουλου, η «Ιθαγένεια» και ο «Στρατής ο θαλασσινός», αλλά και συνεργασίες με τον Σταύρο Ξαρχάκο («Διόνυσε, καλοκαίρι μας», «Συλλογή»), τον Χριστόδουλο Χάλαρη («Τροπικός της Παρθένου», «Ακολουθία») και τον Χρήστο Λεοντή («Καπνισμένο μου τσουκάλι»).

Το καλοκαίρι του 1973 ο Νίκος Ξυλούρης έκανε το ντεμπούτο του για πρώτη φορά στο σανίδι. Είχε τον καθοριστικό ρόλο του τραγουδιστή στην παράσταση «Το μεγάλο μας τσίρκο» που ανέβαζαν η Τζένη Καρέζη και ο Κώστας Καζάκος στο θέατρο «Αθήναιον», με αντικείμενο την ιστορική διαδρομή της Ελλάδας στα νεότερα χρόνια. Μέσα από τις αναφορές και τα τραγούδια του βρήκε τρόπο έκφρασης το τεταμένο πολιτικό κλίμα, που οδήγησε στην εξέγερση του Πολυτεχνείου.

Τα μεταπολιτευτικά χρόνια τραγούδησε κάποια ακόμα τραγούδια του Χρήστου Λεοντή, του Σταύρου Ξαρχάκου και του Γιάννη Μαρκόπουλου. Παράλληλα, ηχογράφησε τα «Αντιπολεμικά» τραγούδια του Λίνου Κόκοτου και του Δημήτρη Χριστοδούλου και κάποια μελοποιημένα από τον Ηλία Ανδριόπουλο ποιήματα του Γιώργου Σεφέρη. Επανήρθε όμως και στα παραδοσιακά τραγούδια της Κρήτης, ενώ είπε και κάποια λαϊκά τραγούδια του Στέλιου Βαμβακάρη. Με τον «Αργαλειό», το «Φιλεντέμ», τον «Πραματευτή», αλλά και το «Μεσοπέλαγα αρμενίζω», η φωνή του ακούστηκε και πάλι έντονα.

Ο καρκίνος, το ταξίδι στην ΗΠΑ και η “ήττα”:

Το 1979 ήταν μια δύσκολη χρονιά για τον “αρχάγγελο” της Κρήτης. Ο ίδιος υπέφερε από έντονους πόνους στο κεφάλι και στο θώρακα. Ταξίδεψε στη Νέα Υόρκη για εξετάσεις στο Memorial Hospital, όπου και διαπιστώθηκε ότι πάσχει από καρκίνο. Έπειτα από πολλαπλές εγχειρήσεις επέστρεψε στο σπίτι ενός φίλου του στο Πόρτο Ράφτη και προσπάθησε να βγει νικητής από αυτήν την “μάχη”.

Την Τετάρτη, 6 Φεβρουαρίου του 1980, μπήκε στο Αντικαρκινικό Νοσοκομείο Πειραιώς για νέες εξετάσεις. Την επόμενη μέρα, όμως, η κατάσταση της υγείας του επιδεινώθηκε και το βράδυ της Πέμπτης έπεσε σε κώμα. Οι γιατροί προσπάθησαν να τον κρατήσουν στη ζωή, αλλά μάταια. Τα χαράματα της Παρασκευής 8 Φεβρουαρίου “πέταξε” για τους ουρανούς.

Η λύρα

Σε νεαρή ακόμα ηλικία με τη βοήθεια του δασκάλου του κατάφερε να πείσει τον πατέρα του να του αγοράσει την πρώτη του λύρα και πολύ γρήγορα άρχισε να παίζει σε γάμους και πανηγύρια. Στα 17 του αποφάσισε να μετακομίσει στο Ηράκλειο και έπιασε δουλειά στο νυχτερινό κέντρο «Κάστρο».

Τα πράγματα όμως δεν ήταν όπως τα περίμενε γιατί βρέθηκε αντιμέτωπος με τη «μόδα» της Ευρωπαϊκής μουσικής, κάτι τελείως ξένο για αυτόν. Τα έσοδα του μόλις και μετά βίας έφταναν να τον συντηρήσουν και πέρασε δύσκολες εποχές.

Επιστροφή στην Κρήτη

Γνώρισε την Ουρανία Μελαμπιανάκη, στις 21 Μαΐου του 1958 παντρεύτηκαν και τον ίδιο Σεπτέμβρη μετακόμισαν στο Ηράκλειο Κρήτης. Σιγά σιγά οι Κρητικοί άρχισαν να τον στηρίζουν και να οργανώνουν γλέντια για να τον ακούν να παίζει. Έτσι άρχισε να γίνεται γνωστός και το Νοέμβριο του 1958 ηχογράφησε τον πρώτο του δίσκο με τίτλο «Μια μαυροφόρα που περνά».

Ο δίσκος αγαπήθηκε από το κοινό κι έτσι ο Νίκος ηχογράφησε κι άλλα τραγούδια σε δίσκους των 45 στροφών. Το 1960 γεννήθηκε ο γιος του Γιώργος και το [1966 η κόρη του Ρηνιώ. Την χρονιά της γέννησης της κόρης του κέρδισε και το πρώτο βραβείο σε ένα φεστιβάλ μουσικής στο Σαν-Ρέμο παίζοντας με τη λύρα του ένα συρτάκι. Την επόμενη χρονιά άνοιξε στο Ηράκλειο το μουσικό κέντρο «Ερωτόκριτος» και πλέον δεν ανησυχεί για την επιβίωση του.

Διαβάστε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο

ΚΑΤΕΒΑΣΤΕ ΤΟ APP ΤΟΥ PAGENEWS PAGENEWS.gr - App Store PAGENEWS.gr - Google Play

Το σχόλιο σας

Loading Comments