Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο πρέπει να είναι έτοιμο να χρησιμοποιήσει το δικαίωμα βέτο του
Πηγή Φωτογραφίας: Wikipedia
Οι διαπραγματεύσεις για το Πολυετές Δημοσιονομικό Πλαίσιο (ΠΔΠ) 2028-2034 της ΕΕ έχουν εισέλθει σε μια νέα φάση πολιτικής βαρύτητας.
Παραδοσιακά, η διαδικασία ακολουθεί ένα γνώριμο μοτίβο: η Ευρωπαϊκή Επιτροπή καταθέτει πρόταση, το Συμβούλιο διαπραγματεύεται κεκλεισμένων των θυρών και, στο τελικό στάδιο, καλείται το Κοινοβούλιο να δώσει ή να αρνηθεί τη συγκατάθεσή του. Είναι μια σειρά γεγονότων που επί μακρόν τοποθετούσε το Κοινοβούλιο σε αδύναμη θέση μπροστά σε μια σχεδόν ολοκληρωμένη συμφωνία – όχι όμως αυτή τη φορά.
Σε ρήξη με τις προηγούμενες επαναλήψεις, αυτή τη φορά το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο παρενέβη από νωρίς και κατάφερε να αποσπάσει παραχωρήσεις. Πρόκειται για επίτευγμα που πρέπει να αναγνωριστεί. Ωστόσο, η αναγνώριση αυτής της επιτυχίας δεν πρέπει να σκιάσει τα πολιτικά διακυβεύματα που απομένουν.
Μετά την αρχική πρόταση της Επιτροπής, το Κοινοβούλιο μπόρεσε να επιβληθεί από την αρχή της διαδικασίας του ΠΔΠ με κοινή επιστολή των προέδρων των μεγάλων πολιτικών ομάδων, στην οποία διατυπώνονταν σαφείς θεσμικές απαιτήσεις, χρηματοδοτικές προτεραιότητες και πολιτικοί όροι. Ως αποτέλεσμα, η Επιτροπή πρόσφερε βελτιώσεις ως προς τον ρόλο των περιφερειακών αρχών στην εφαρμογή των αγροτικών και των προγραμμάτων συνοχής, καθώς και ενισχυμένο ρόλο για το Κοινοβούλιο στην παρακολούθηση της εκτέλεσης του ΠΔΠ.
Όπως έχει ήδη επισημάνει και το ίδιο το μέσο, η ασυνήθιστα πρώιμη εμπλοκή του Κοινοβουλίου μπόρεσε να επηρεάσει το πλαίσιο πριν ακόμα ξεκινήσουν οι διαπραγματεύσεις στο Συμβούλιο – μια σημαντική απόκλιση από το προηγούμενο που πρέπει να εκληφθεί ως στρατηγικό κέρδος για την κοινοβουλευτική δημοκρατία σε ευρωπαϊκό επίπεδο.
Είναι μια κίνηση που αποδεικνύει ότι το Κοινοβούλιο μπορεί να επηρεάσει τη συνολική κατεύθυνση της ευρωπαϊκής διακυβέρνησης όταν ενεργεί στρατηγικά και συνεκτικά. Υποδηλώνει ότι η κοινοβουλευτική εξουσία σε δημοσιονομικά ζητήματα δεν είναι απλώς νομική τυπική διαδικασία αλλά εργαλείο διαμόρφωσης πολιτικής. Και, το πιο κρίσιμο, είναι μια θεσμική νίκη για την οποία το Κοινοβούλιο πρέπει να πιστωθεί.
Παρ’ όλα αυτά, είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι πολλοί στο Κοινοβούλιο εξακολουθούν να θεωρούν αυτές τις αλλαγές ανεπαρκείς. Όπως έχουν τονίσει οι Σοσιαλιστές και Δημοκράτες, οι Πράσινοι και το Renew Europe, αν και η πρώιμη παρέμβαση δείχνει ότι το Κοινοβούλιο μπορεί να επηρεάσει τη διαδικασία του ΠΔΠ, η ουσία των τροποποιήσεων δεν αντιμετωπίζει άλλες δομικές ανησυχίες σχετικά με το μέγεθος του προϋπολογισμού, τις μακροπρόθεσμες στρατηγικές προτεραιότητες ή τη διαφάνεια της διακυβέρνησης.
Η αποφασιστική φάση είναι ακόμα μπροστά μας και οι κεντρικές διαπραγματεύσεις δεν θα γίνουν μεταξύ Κοινοβουλίου και Επιτροπής αλλά μεταξύ Κοινοβουλίου και Συμβουλίου. Το Συμβούλιο, που εκπροσωπεί τα κράτη-μέλη, παραδοσιακά κατέχει την ισχυρότερη θέση – ιδίως όταν απαιτείται ομοφωνία.
Παρ’ όλα αυτά, η συγκατάθεση του Κοινοβουλίου είναι απαραίτητη. Άρα, αν θέλει να παίξει ισότιμο ρόλο στη διαμόρφωση του στρατηγικού μέλλοντος του μπλοκ, το Κοινοβούλιο πρέπει να είναι έτοιμο να χρησιμοποιήσει το δικαίωμα βέτο του αν χρειαστεί. Και για να το κάνει αποτελεσματικά, πρέπει να συνδέσει τη συγκατάθεσή του στο ΠΔΠ με ευρύτερα ζητήματα πέρα από τον προϋπολογισμό.
Το ΠΔΠ δεν είναι απλώς ένα χρηματοδοτικό σχέδιο – είναι η ραχοκοκαλιά των πολιτικών προτεραιοτήτων της Ευρώπης για την επόμενη δεκαετία. Και δεν πρέπει να εγκριθεί απομονωμένο από τους στρατηγικούς στόχους του μπλοκ ή από την ικανότητά του να δράσει.
Για να συμβεί όμως αυτό, πρέπει να γίνουν τρία πράγματα:
- Να ενεργοποιηθούν οι λεγόμενες «ρήτρες-γέφυρες» (passerelle clauses). Αυτό θα επέτρεπε στο Συμβούλιο να μεταβεί από την ομοφωνία στην ειδική πλειοψηφία σε συγκεκριμένους τομείς πολιτικής χωρίς να χρειάζεται αναθεώρηση των Συνθηκών – απαραίτητο για να ξεπεραστούν τα διαρκή αδιέξοδα.
- Να προχωρήσει η ευρωπαϊκή άμυνα. Το άρθρο 42 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση προβλέπει ρήτρα αμοιβαίας άμυνας που θα μπορούσε να οδηγήσει σε κοινή άμυνα. Σε εποχή αυξημένων γεωπολιτικών εντάσεων, η εξάρτηση από κατακερματισμένες εθνικές ικανότητες είναι ανυπόφορη. Μια αξιόπιστη ευρωπαϊκή αμυντική στάση θα απαιτούσε κοινές προμήθειες και κοινό επιχειρησιακό σχεδιασμό. Συνεπώς, η σύνδεση της χρηματοδότησης του ΠΔΠ με συγκεκριμένα βήματα ολοκλήρωσης στην άμυνα θα ενίσχυε την ευρωπαϊκή ασφάλεια και την παγκόσμια αξιοπιστία του μπλοκ.
- Να υπάρξει κίνηση στη μεταρρύθμιση των Συνθηκών. Τον Νοέμβριο 2023 το Κοινοβούλιο ενέκρινε πρόταση για αναθεώρηση των Συνθηκών της ΕΕ, με στόχο την επικαιροποίηση του θεσμικού πλαισίου, τη δημοκρατικοποίηση της λήψης αποφάσεων και την ενίσχυση της ικανότητας δράσης του μπλοκ – ιδίως εν όψει διεύρυνσης. Όμως μια τέτοια μεταρρύθμιση δεν μπορεί να προχωρήσει χωρίς πολιτική πίεση, καθώς το Συμβούλιο έχει ελάχιστα κίνητρα να ασχοληθεί με την πρόταση αν το Κοινοβούλιο δεν θέσει ως όρο για τη συμφωνία στο ΠΔΠ την πρόοδο στη διαδικασία μεταρρύθμισης.
Οι διαπραγματεύσεις για το ΠΔΠ αποτελούν, λοιπόν, μια στρατηγική ευκαιρία. Δεν αφορούν μόνο την κατανομή κονδυλίων ή τον τρόπο εποπτείας τους – όσο θεμελιώδη κι αν είναι αυτά. Αφορούν τον καθορισμό της κατεύθυνσης της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Αν το Κοινοβούλιο εγκρίνει ένα ΠΔΠ που δεν στηρίζει τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις για την ενίσχυση ενός δυνητικά μεγαλύτερου μπλοκ, τότε η στιγμή επιρροής του θα έχει σπαταληθεί.
Τα επιτεύγματα της πρώτης φάσης δείχνουν ότι η συντονισμένη κοινοβουλευτική δράση μπορεί πράγματι να διαμορφώσει αποτελέσματα. Τώρα το επόμενο βήμα είναι να χρησιμοποιηθεί αυτή η επιρροή εκεί που μετράει περισσότερο: στις διαπραγματεύσεις με το Συμβούλιο.
Το Κοινοβούλιο πρέπει να είναι στρατηγικό και αταλάντευτο. Μόνο τότε μπορεί να εξασφαλίσει ότι το επόμενο ΠΔΠ δεν θα είναι απλώς ένα χρηματοδοτικό εργαλείο αλλά το θεμέλιο για μια πιο ικανή, ενωμένη και δημοκρατική Ένωση.
Πηγή: Pagenews.gr
Διαβάστε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο
Το σχόλιο σας