Ινδία

Ινδία
Η Ινδία, ή επίσημα Δημοκραία της Ινδίας είναι χώρα στη Νότια Ασία.

Η ονομασία Ινδία προέρχεται από το όνομα του ποταμού Ινδού, το οποίο με τη σειρά του προέρχεται από την αρχαία περσική λέξη Χίντου, ή από τη σανσκριτική Σχίντου. Οι αρχαίοι Έλληνες χρησιμοποίησαν τον όρο Ινδοί, αναφερόμενοι στους ανθρώπους από τον Ινδό ποταμό. Το σύνταγμα της σύγχρονης Ινδίας αναγνωρίζει τη λέξη Μπαράτ ως επίσημη ονομασία της χώρας, κάτι που χρησιμοποιείται και στην καθημερινότητα αρκετών γλωσσών στη χώρα. Η ονομασία Μπαράτ προέρχεται από τον μυθικό βασιλιά Μπαράτα της ινδικής μυθολογίας. Η λέξη Χιντουστάν, αρχικά περσική έκφραση με σημασία η χώρα των Ινδών, χρησιμοποιείται επίσης περιστασιακά ως συνώνυμο όλης της χώρας.

Η Ινδία αποτελεί τη δεύτερη μεγαλύτερη σε πληθυσμό χώρα στον κόσμο, μετά την Κίνα, με εκτιμώμενο πληθυσμό 1.366.417.754 κατοίκους, με βάση τη μέση εκτίμηση των Ηνωμένων Εθνών για το 2019. Τα τελευταία πενήντα χρόνια έχει καταγραφεί μία έντονη πληθυσμιακή αύξηση, η οποία αποδίδεται στη βελτίωση της ιατρικής και την εντατικοποίηση της γεωργίας. Συνέπεια αυτής της προόδου είναι η αύξηση κατά 11 φορές του αστικού πληθυσμού της Ινδίας μέσα στον 20ο αιώνα με την παράλληλη ενίσχυση της αστυφιλίας. 35 πόλεις της χώρας ξεπέρασαν το 2001 το ένα εκατομμύριο κατοίκους, ενώ οι μεγαλύτερες έχουν πληθυσμό περισσότερο από 10 εκατομμύρια, όπως η Μουμπάι, το Δελχί και η Καλκούτα. Το 70% όμως του συνόλου των Ινδών παραμένει αγροτικός πληθυσμός.

Η Ινδία έχει παγκοσμίως τη μεγαλύτερη ποικιλομορφία σε ό,τι αφορά τον πολιτισμό, τη γλώσσα και τα φυλετικά χαρακτηριστικά των κατοίκων της, ενώ συγκρίνεται σε αυτούς τους τομείς μόνο με το σύνολο της Αφρικής. Δύο είναι οι κύριες γλωσσικές οικογένειες των Ινδών: η Ινδοαριανή οικογένεια (με ομιλητές περίπου το 74% του πληθυσμού) και η Δραβινιανή (24% του πληθυσμού). Άλλες γλώσσες της Ινδίας προέρχονται από την Αυστροασιατική και την Θιβετοβιρμανική οικογένεια. Το ίδιο το σύνταγμα της χώρας δεν προσδιορίζει κάποια εθνική γλώσσα. Τα Χιντί, με τους περισσότερους ομιλητές, αποτελούν την επίσημη γλώσσα του κράτους, ενώ τα Αγγλικά έχουν διαδεδομένη χρήση στη διοίκηση, την εκπαίδευση και τον επιχειρηματικό κόσμο, ενώ χαρακτηρίζονται ως θυγατρική επίσημη γλώσσα. Εκτός από τα Χιντί, καμία άλλη γλώσσα δεν ομιλείται από ποσοστό μεγαλύτερο από 10% του πληθυσμού, ενώ κάθε πολιτεία και ένωση έχει τη δική της επίσημη γλώσσα, καθώς το σύνταγμα αναγνωρίζει 21 τοπικές γλώσσες.

Ως προς το θρήσκευμα και σύμφωνα με την απογραφή του 2001, περισσότεροι από 800 εκατομμύρια Ινδοί (80,5% του πληθυσμού) είναι Ινδουιστές, ενώ άλλες θρησκευτικές ομάδες είναι οι Μουσουλμάνοι (13,4%), οι Χριστιανοί (2,3%), οι Σιχ (1,9%), οι Βουδιστές, οι Εβραίοι, οι Ζωροάστρες κτλ. Επίσης, υπάρχουν 37.913 Μάρτυρες του Ιεχωβά και 11.690 Μορμόνοι της Εκκλησίας του Ιησού Χριστού των Αγίων των Τελευταίων Ημερών.

Οι Ινδοί ανήκουν φυλετικά στο «λευκό» κόσμο της Ασίας. Αποτελούν ένα πολύ δυσερμήνευτο τύπο. Ινδικά χαρακτηριστικά συναντάμε σε Αφγανιστάν, Κίνα, Ινδοκίνα, Ινδονησία κ.ά. Αξιόλογη, αν και μικρή σε ποσότητα, έξοδος ινδικών στοιχείων θεωρείται αυτή των τσιγγάνων. Η Ινδία εκτείνεται σε 3.287.263 τετραγωνικά χιλιόμετρα και έχει πληθυσμό 1.366.417.754 κατοίκους (εκτίμηση 2019). Είναι δημοκρατία, με πρωτεύουσα το Νέο Δελχί με 11.600.000 κατοίκους.

Άλλες σημαντικές πόλεις είναι η Μουμπάι, βιομηχανική πόλη και λιμάνι εξαγωγής βαμβακιού, η Καλκούτα, πάνω σ’ ένα κλάδο του δέλτα των ποταμών Γάγγη και Βραχμαπούτρα (τοποθεσία που την κάνει θαλάσσιο και παραποτάμιο λιμάνι, σημαντικό για την εξαγωγή της ιούτης, του ρυζιού και άλλων προϊόντων της Ινδίας), το Μαντράς, εμπορικό λιμάνι, την Μπενάρες, ιερή πόλη για τους Ινδουιστές. Το προσδόκιμο ζωής στο σύνολο του πληθυσμού, σύμφωνα με εκτιμήσεις του 2016 του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας ήταν 68,8 χρόνια (67,4 χρόνια οι άνδρες και 70,3 οι γυναίκες).

Οικονομία

Σήμερα η Ινδία θεωρείται μια από τις ανερχόμενες υπερδυνάμεις. Η Ινδία είναι χώρα γεωργική και βιομηχανική. Παράγει ρύζι, κεχρί, κριθάρι, σουσάμι, λινάρι, κάνναβη, ιούτη (γιούτα), ζαχαροκάλαμο και τσάι. Τα δάση της καλύπτουν το 11% του εδάφους της και παρέχουν πολύτιμη ξυλεία (έβενος σάνταζο). Στη Βεγγάλη κυριαρχεί το μπαμπού που χρησιμοποιείται με πολλούς τρόπους από τον πληθυσμό. Διατρέφονται λίγα πρόβατα, άλογα, καμήλες, χοιρινά, ελέφαντες. Συγχρόνως όμως υπάρχουν 176 εκατομμύρια βόδια και 51 εκατομμύρια βουβάλια που ξεπερνούν τις ανάγκες του πληθυσμού σχετικά με την εργασία και το κρέας που μπορούν να προσφέρουν, όμως οι ινδουιστές δεν τα εκμεταλλεύονται γιατί αυτό είναι αντίθετο στις θρησκευτικές τους πεποιθήσεις.

Η χώρα παράγει γαιάνθρακα στην Καλκούτα και τη Βεγγάλη και πετρέλαιο στην περιοχή του Άσαμ. Κατέχει την πρώτη θέση στον κόσμο στην παραγωγή μίκας και την τέταρτη στην παραγωγή μαγγανίου. Τα ορυχεία βωξίτη τροφοδοτούν μια αναπτυγμένη βιομηχανία αλουμινίου. Αναπτυγμένες επίσης είναι η υφαντουργία, η σιδηρουργία, η υδροηλεκτρική παραγωγή, το εμπόριο. Εξάγονται τσάι, δέρματα, μπαχαρικά, ιούτη, βαμβάκι. Εισάγονται βιοτεχνικά προϊόντα, μηχανήματα, δημητριακά, λάδια κλπ. Παρά την ανεπτυγμένη βιομηχανία η χώρα παραμένει στις αναπτυσσόμενες χώρες με χαμηλό κατά κεφαλήν εισόδημα. Το συγκοινωνιακό δίκτυο (τρένα, αυτοκινητόδρομοι, ποταμόπλοια στο Γάγγη) είναι ανεπαρκές και δε βοηθά την ανάπτυξη της οικονομίας.Η κυβέρνηση έχει αναπτύξει επιχειρηματικό πρόγραμμα για την κατασκευή πυρηνικών εργοστασίων το οποίο πρόκειται να ολοκληρωθεί πλήρως την επομένη εικοσαετία σύμφωνα με εκτιμήσεις του κράτους, και το οποίο πρόκειται να βοηθήσει στην οικονομική ανάπτυξη της χώρας.

Κυριότεροι λιμένες

  • Κολκάτα παλιότερα Καλκούτα
  • Μουμπάι παλιότερα Βομβάη
  • Τσεννάι παλιότερα Μαντράς
  • Κοτσί παλιότερα Κοτσίν
  • Μορμουγκάο
  • Κάντλα
  • Παραντίπ
  • Νέο Μαγκαλόρε
  • Τουτικόριν και
  • Χαλντία ή Χάλντια

Ινδία σχετικές ειδήσεις:

ΣΕΛΙΔΑ 2 ΑΠΟ 32