Κάρολος Φιξ

Κάρολος Φιξ
Ο Κάρολος Φιξ ήταν Έλληνας επιχειρηματίας ακολουθώντας την οικογενειακή παράδοση.

Κάποιοι από τους φίλους του Καρόλου Φιξ τον θυμούνται ως έναν αεικίνητο πιτσιρικά, με «μυαλό-ξυράφι», που δεν χρειαζόταν να διαβάσει πολύ για να αφομοιώσει την ύλη του σχολείου. Στο σχολείο ήταν άριστος μαθητής και μεγάλωνε σε ένα εκπληκτικό σπίτι επί της Ηρώδου Αττικού, δίπλα από το σημερινό Μέγαρο Μαξίμου. Ηταν έφηβος όταν οι Γερμανοί μπήκαν στην Αθήνα αλλά, εν αντιθέσει με την πλειοψηφία του ελληνικού λαού, η δική του οικογένεια δεν ένιωσε ούτε στιγμή την κατοχή, ούτε καν την πείνα που θέριζε τότε τους Ελληνες.

Η δική του οικογένεια ήταν πολύ πλούσια για να πεινάσει, έχοντας ριζώσει στη χώρα από τα χρόνια του βασιλιά Οθωνα, όταν ο Γιόχαν Λούντβιχ Φιξ εγκαταστάθηκε μόνιμα στην Αθήνα και το 1864 έχτισε ένα εργοστάσιο στο Κολωνάκι, όπου παρασκεύασε για πρώτη φορά την μπίρα Fix, η οποία έγινε ανάρπαστη.

Ο Γιόχαν έγινε Ιωάννης, απέκτησε έναν γιο και μια κόρη, τον Λουδοβίκο και την Ελίζα αντίστοιχα και το οικογενειακό δένδρο των Φιξ άρχισε να ανθίζει στην Ελλάδα των βασιλέων, όπως και οι δουλειές τους με τον ζύθο. Ο Κάρολος Φιξ ακούει, αποκωδικοποιεί και κρατάει ό,τι του είναι πιο χρήσιμο ως έφηβος από τις συζητήσεις των μεγάλων, τα δροσερά βράδια του καλοκαιριού, σε κάποιο από τα εξοχικά της οικογένειας στην Κηφισιά. Οπως θα πει σε μια συνέντευξή του χρόνια αργότερα, «στο σπίτι μου μεγάλωσε ο Ανδρέας Παπανδρέου», με τον οποίο παρέμεινε φίλος -αν και διαταράχθηκε η σχέση τους- ακόμη και μετά τη σύγκρουσή του με την κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ για τα χρέη της Fix.

Θα σπουδάσει χημικός και θα πάρει το πτυχίο του με άριστα, ενώ παράλληλα βιώνει στις αρχές της δεκαετίας του ’50 έρωτες με ημερομηνία λήξης, όντας ένας γοητευτικός νεαρός. Θα είναι από τους πρώτους που θα γνωρίσουν την άγρια και παρθένα ακόμη Μύκονο, ένα νησί που θα λατρέψει για την αύρα που αποπνέει, ειδικά στα 60s. Κάνει παρέα με άλλους γόνους γνωστών οικογενειών των Αθηνών και απολαμβάνουν τα νεανικά τους καλοκαίρια στο Νησί των Ανέμων φλερτάροντας ωραίες γυναίκες. Κολλητοί του φίλοι είναι ο Τάκης Θεοδωρακόπουλος και ο Ζάχος Χατζηφωτίου, με τους οποίους -ειδικά με τον πρώτο- απολαμβάνει γεύματα στο παλιό «Zonar’s» και στο Κολωνάκι, σε μια πολύ διαφορετική Αθήνα, αριστοκρατική και class.

Μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του ’60 η Fix παίζει μπάλα μόνη της, με τους αστικούς μύθους για την περιουσία του Καρόλου Φιξ να δίνουν και να παίρνουν. Ο ίδιος προτιμάει να μη μιλάει ποτέ γι’ αυτήν, όπως και τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας.

Οι τρεις γάμοι, η Fix και η Ελβετία

Ο Κάρολος Φιξ παντρεύτηκε τρεις φορές, χώρισε δύο και απέκτησε τρία παιδιά. Τη Σάντρα Μαρινοπούλου, τη Μαριάννα -που όλοι τη φώναζαν Σκουίκι- Καμπάνη και τον διάδοχό του Γιάννη.Η τελευταία του σύζυγος είναι η Νινέτα Φιξ. Είχαν προηγηθεί η Μαίρη Γουλανδρή και η Ισαβέλλα Δημητριάδη, όλες σημαντικά κεφάλαια της μυθιστορηματικής του ζωής. Μιας ζωής που περιελάμβανε ταξίδια στην Ευρώπη και την Αμερική, δεκάδες ακίνητα στην Αθήνα -ιδίως στην Κηφισιά και στο Μαρούσι-, στο Λονδίνο, στη Νέα Υόρκη, στην Ελβετία, αλλά και μια εξαιρετικής αισθητικής κατοικία στο Πόρτο Χέλι.

Εκεί όπου επέλεγε να πηγαίνει ανελλιπώς τα τελευταία καλοκαίρια της ζωής του, έχοντας βρει, όπως έλεγε ο ίδιος, τον προσωπικό του παράδεισο. Σε μια συνέντευξή του μάλιστα στην τοπική εφημερίδα «Ενημέρωση» εξηγούσε πώς ερωτεύτηκε την Ερμιόνη. «Κάποτε, όταν ταξιδεύαμε με το σκάφος, μας έπιασε σφοδρή θαλασσοταραχή. Με το που φτάσαμε στο Πόρτο Χέλι, αποβιβαστήκαμε και φιλούσαμε το χώμα. Επικρατούσε απόλυτη νηνεμία, ενώ λίγο πιο έξω χαλούσε ο κόσμος».

Ο κόσμος του Καρόλου Φιξ, όμως, διαταράχθηκε έντονα τη δεκαετία του ’80, όταν η Fix άρχισε να γονατίζει από τον ανταγωνισμό, με τα χρέη της να συσσωρεύονται. Με την ένταξη της Ελλάδας στην ΕΟΚ απελευθερώθηκαν οι εισαγωγές, με αποτέλεσμα διάφορες μπίρες να κατακλύσουν την ελληνική αγορά και τη δυναστεία Φιξ να δέχεται το ένα χτύπημα μετά το άλλο. Η επιθυμία της οικογένειας να μετατρέψει το εργοστάσιο της Συγγρού σε εμπορικό κέντρο προσέκρουσε πάνω στον Δήμο Αθηναίων που επιθυμούσε στον συγκεκριμένο χώρο να φτιαχτεί πάρκο. Τότε ήταν που άρχισε ένας δικαστικός αγώνας των Φιξ με το Ελληνικό Δημόσιο, με τους εργαζομένους να έρχονται σε συνεννόηση με την Εθνική Τράπεζα και να λειτουργούν το εργοστάσιο μόνοι τους. Η όλη κατάσταση είναι χαοτική και τελικά το εργοστάσιο βάζει λουκέτο, το σήμα του πουλιέται, αλλά η συνταγή της Fix παραμένει κλειδωμένη σε ένα χρηματοκιβώτιο κάπου στη Βαυαρία.

Σε μια συνέντευξη που παραχώρησε το 1997 στον Χρήστο Ζαμπούνη ο Φιξ, ερωτηθείς για το ναυάγιο της εταιρείας απάντησε: «Είμαι ευτυχής που ξεμπέρδεψα με αυτή την υπόθεση. Ευχαριστώ τον Ανδρέα Παπανδρέου που μου άνοιξε τα μάτια και είδα πόσο ενδιαφέρον είναι να κάνεις δουλειές εκτός Ελλάδας».

Δεν είδε, όμως, αυτός ο πανέξυπνος άνδρας, ούτε καν υποψιάστηκε ότι το family business που έστησε μαζί με τα παιδιά του από τα μέσα της δεκαετίας του ’80 θα βρισκόταν στο χείλος του γκρεμού εξαιτίας του Μπέρνι Μέιντοφ. Του ανθρώπου που υποσχόταν στα hedge funds και τους πελάτες που τον εμπιστεύονταν ότι βρέξει-χιονίσει στις αγορές τα κέρδη τους θα είναι σταθερά 10%-12% τον χρόνο! O Κάρολος Φιξ είχε εγκατασταθεί μόνιμα πλέον στο Γκστάαντ και ταξίδευε συχνά στη Νέα Υόρκη μόνο για δουλειές και για να συναντήσει κάποιους καλούς φίλους του. Στην Ελλάδα ερχόταν μόνο τα καλοκαίρια για διακοπές και για να δει ανθρώπους σαν τον Τάκη Θεοδωρακόπουλο και τον τέως βασιλιά Κωνσταντίνο στο Πόρτο Χέλι, απολαμβάνοντας ένα κόκκινο Chateau Mouton Rothschild του 1990.

Το μυαλό που ζύγιζε οκάδες

Στη συνέντευξη που είχε παραχωρήσει στο «Harper’s Bazaar», ο Κάρολος Φίξ είχε πει μεταξύ άλλων αναφερόμενος στην πτώχευση της Fix: «Εχασα ένα μεγάλο μέρος της περιουσίας μου, αλλά την ξανάφτιαξα με μεγαλύτερη ευκολία». Οταν τη δεκαετία του ’80 μπαίνει με τη Fix Asset Management ως νέος παίκτης στον αδηφάγο κόσμο των hedge funds, δεν είναι λίγοι εκείνοι που είπαν ακόμη και σε στενούς φίλους του να μην του εμπιστευθούν τα χρήματά τους.

«Ο Φιξ βουτάει σε αχαρτογράφητα νερά. Μη ρισκάρετε τα κεφάλαιά σας», τονίζουν σε αυτούς που αποφασίζουν να το κάνουν, ίσως επειδή αγνοούν το πιο βασικό: ότι το μυαλό του «ζύγιζε οκάδες» όπως είπε ένας γνωστός του. Εφοπλιστές, επιχειρηματίες και εισοδηματίες εμπιστεύονται την εταιρεία του και μέχρι τον Δεκέμβριο του 2008 όλα κυλούν ιδανικά. Η αποκάλυψη για την απίστευτη απάτη του Μέιντοφ θα ταρακουνήσει για τα καλά τον επίμονο χημικό με την κοφτερή σκέψη, ο οποίος δεν θα αφήσει ούτε για αστείο να παίζουν με το όνομά του. Επιστρέφει άμεσα σε όλους όσοι τον είχαν εμπιστευθεί για να επενδύσει τα χρήματά τους, χωρίς να υπολογίζει τίποτε άλλο εκτός από την καθαρή συνείδησή του.

Ποιοι ήταν αυτοί; Σύμφωνα με όσα γράφτηκαν τότε:

  • μέλη της οικογένειας Γουλανδρή,
  • οι εφοπλιστές Παναγιώτης Τσάκος και Βίλλυ Παναγιωτίδης,
  • ο Δημήτρης Δασκαλόπουλος,
  • η οικογένεια Μαρινόπουλου,
  • ο Γιώργος Κόβας,
  • ο Ζάχος Χατζηφωτίου,
  • ο Τάκης Θεοδωρακόπουλος
  • και ο Θόδωρος Αγγελόπουλος.

Το συνολικό ποσό υπολογίζεται ότι ήταν από 300 έως 600 εκατομμύρια, τα μισά εκ των οποίων ήταν της οικογένειας Φιξ, ενώ στους χαμένους της υπόθεσης ήταν και ο Γιάννης Εμπειρίκος, της γνωστής εφοπλιστικής οικογένειας, συνιδρυ­τής στη Fix Asset Management. Χρειάστηκε να περάσουν κάποιοι μήνες για να επανέλθει η όποια κανονικότητα στη ζωή του πατριάρχη της δυναστείας Φιξ, o οποίος συνέχισε να απολαμβάνει τις μέρες και τις νύχτες του στο ειδυλλιακό ελβετικό θέρετρο.

Το χωριό που ερωτεύτηκε όταν το επισκέφθηκε ως φοιτητής το 1947, ήταν για παραπάνω από τρεις δεκαετίες η μόνιμη κατοικία του. Τον ηρεμούσαν οι βόλτες με τα σκυλιά του ή ένα δείπνο με καλή παρέα σε κάποιο από τα εστιατόρια του Γκστάαντ, το μέρος που λατρεύουν οι πλούσιοι όλου το κόσμου. Τι του έλειπε; Πιθανόν τα αλλοτινά καλοκαίρια, τότε που με το «Ζέφυρος», το πολύ όμορφο ιστιοπλοϊκό του, έπλεε μαζί με κολλητούς του και φίλες τους στο Αιγαίο, σταματώντας όπου ήθελαν. Τον τελευταίο χρόνο, έχοντας μπει πλέον στην ένατη δεκαετία της ζωής του, διατηρούσε ακόμη το οξύ πνεύμα του, ωστόσο αντιμετώπιζε κινητικά προβλήματα, όπου στις πιο πρόσφατες φωτογραφίες του εμφανίζεται να βαδίζει με τη βοήθεια μπαστουνιού. Αυτός ο μικρόσωμος άνδρας που συνέχισε με διαφορετικό τρόπο την ιστορία της δυναστείας από τη Βαυαρία, χρεώθηκε για πάντα το λουκέτο της πρώτης μπίρας που δημιουργήθηκε στην Ελλάδα, την οποία ωστόσο άφησε πίσω του, όχι όμως για πάντα. Από την Ηρώδου Αττικού μέχρι το Παρίσι, όπου διατηρούσε μια καταπληκτική κατοικία κοντά στα Ηλύσια Πεδία, αλλά και το ξενοδοχείο «Pierre» στη Νέα Υόρκη, όπως και το «Le Meurice» στο Λονδίνο, ο Κάρολος Φιξ τα είδε όλα και τα έζησε όλα στον υπερθετικό βαθμό. Ενας στενός του φίλος θέλει να τον θυμάται από τα χρόνια της νεότητάς τους, τότε που διασκέδαζαν μέχρι πρωίας, επιστρέφοντας σπίτια τους όταν οι περισσότεροι άνθρωποι πήγαιναν στις δουλειές τους. Ωστόσο ο Κάρολος Φιξ δεν ήταν ποτέ αυτό που λέμε ένας συνηθισμένος άνθρωπος…

Κάρολος Φιξ σχετικές ειδήσεις:

  • Μπύρα Μάμος: Η επιστροφή ενός θρύλου

    Μπύρα Μάμος: Η επιστροφή ενός θρύλου

    Μπύρα Μάμος: Η ιστορική μπύρα ξεκίνησε την παραγωγή της το 1876 και τη διέκοψε το 1979, για να επιστρέψει χάρη στην συνεργασία της Αθηναϊκής Ζυθοποιίας και των κληρονόμων της ιστορικής οικογένειας ζυθοποιών από την Πάτρα.

    Βασίλης Διαμαντάκος
  • Βασίλης Διαμαντάκος
  • Μπύρα Μάμος: Η επιστροφή ενός θρύλου