Lifestyle

Νένα Μεντή: «Έπαιζα στα χαρτιά το επίδομα ανεργίας που μου έδινε ο κράτος»

Νένα Μεντή: «Έχω μείνει άνεργη με το επίδομα από το Υπουργείο Εργασίας και έπαιζα χαρτιά για να βγάζω λεφτά να ζω γιατί ήμουν πολύ χαρτόμουτρο»

Έπειτα, περιέγραψε: «Άφησα πέρυσι την παράσταση στο Εθνικόγια να πάω με τον σύντροφό μου καθώς είχε ένα πολύ σοβαρό θέμα υγείας και μία σοβαρή επιπλοκή, να είμαι δίπλα του. Εδώ και δύο χρόνια μένουμε μαζί γιατί είμαι και η νοσοκόμα του, χρειάστηκε να κάνει μεταμόσχευση μυελού των οστών, είναι 95% καλά τα πράγματα τώρα. Έχουμε κάποια ερωτηματικά για την υγεία του μέχρι να κλείσει δύο χρόνια από τη μεταμόσχευση, θέλουμε τέσσερις μήνες ακόμη. Το θέμα της υγείας του συντρόφου μου το έχουμε παλέψει πολύ δυνατά, όταν το τελειώσουμε θα είμαι πάρα πολύ υπερήφανη. Δεν ήξερα ότι έχω αυτήν τη δύναμη. Δεν είμαι σπουδαία μάνα, αλλά καλή και ελεύθερη, το παιδί μας μεγάλωσε με αγάπη και νοιάξιμο, όχι με τάμπλετ για να το αποφύγουμε επειδή το βαριόμαστε φρικτά. Όταν η κόρη μου στα 22 της μου μίλησε για κάτι ‘σοβαρό’ που είχε, της είπα “τράβα και δοκίμασε”, τη βοήθησα να απελευθερωθεί από έμμονες ιδέες και ενοχές».

Και συμπλήρωσε: «Στη σχέση μου έχω υποφέρει για κάποια πράγματα στο πλαίσιο αναζήτησης μίας ελευθερίας, ήταν θεωρητικό, αλλά όταν λειτούργησε ήταν σκούρα τα πράγματα. Λες “είμαστε ελεύθεροι να κάνουμε ό,τι θέλουμε”, αλλά όταν σου έρχεται, λες “τι το ‘θελα;”, αλλά δυστυχώς το έχεις πει. Το “αν δεις έναν άνθρωπο που σου αρέσει, ζησ’ το” το ζήσαμε και από τις δύο πλευρές, η άλλη πλευρά συνεπής με όσα είπαμε, εγώ όμως πήγα να πεθάνω από στενοχώρια. Βίωσα κι εγώ κάτι δυνατό εκτός σχέσης, επειδή το έφτιαξα εγώ να είναι δυνατό».

Αναφορικά με την τηλεόραση η Νένα Μεντή τόνισε: «Με τα χρήματα της τηλεόρασης αγόρασα ένα σπίτι για εμάς, γιατί ήμασταν στο ενοίκιο, ένα σπίτι στο παιδί μου κι ένα σπίτι στη Σύρο και τέλειωσα. Η τηλεόραση άξιζε τον κόπο, όχι μόνο για τα χρήματα, αλλά γιατί απέκτησα μεγάλη διαπραγματευτική δύναμη στο θέατρο, ήθελαν τη “Μαρία Χαρίτου”. Έχω κάνει 2 – 3 δουλειές στην τηλεόραση που ο κόσμος δεν τις θυμάται, λες και τις έσβησε από την μνήμη του. Η μία ήταν πολύ χάλια και κόπηκε στη μέση. Ήμασταν με έναν σπουδαίο συνάδελφο, που βγαίναμε από το γύρισμα και “δαγκωνόμασταν”».