Ηλεκτροσόκ στους λογαριασμούς: Γιατί όλοι φεύγουν από τα «πράσινα» και τρέχουν στα «μπλε»
Πηγή Φωτογραφίας: FREEPIK/Detail of light bulb on blue backdrop
Όταν το «πράσινο» τιμολόγιο γίνεται εφιάλτης
Τα «πράσινα» τιμολόγια ρεύματος, που υποτίθεται ότι θα ακολουθούσαν τη χονδρική και θα προσέφεραν πιο «δίκαιες» χρεώσεις, έχουν εξελιχθεί σε ηλεκτροσόκ για χιλιάδες νοικοκυριά. Τους περισσότερους μήνες οι τιμές τους απλώς καίνε, ενώ όταν η χονδρική πέφτει, η μείωση σπάνια αποτυπώνεται πραγματικά στους λογαριασμούς. Το αποτέλεσμα είναι μια μαζική αποχώρηση: κάθε μήνα 60.000 έως 90.000 καταναλωτές εγκαταλείπουν τα «πράσινα» προϊόντα.
Παρά την πτωτική τάση στη χονδρική σε σχέση με τον Οκτώβριο, οι περισσότεροι πάροχοι κράτησαν για τον Δεκέμβριο σχεδόν αμετάβλητες τις χρεώσεις στα πράσινα τιμολόγια. Σήμερα οι τιμές ξεκινούν από περίπου 13,9 λεπτά ανά kWh και φτάνουν μέχρι 25,3 λεπτά, με τη μέση τιμή να διαμορφώνεται στα 18,5 λεπτά/kWh – μόλις μια ονομαστική μείωση της τάξης του 3% από τα 19 λεπτά/kWh του προηγούμενου μήνα.
Δεν είναι τυχαίο ότι, σύμφωνα με τα στοιχεία της ΡΑΑΕΥ, τα πράσινα τιμολόγια έχουν χάσει σημαντικό μερίδιο στην αγορά: από 70,26% τον Ιανουάριο έχουν πέσει ήδη γύρω στο 60%. Σε μια αγορά που υποτίθεται ότι θα λειτουργούσε ανταγωνιστικά και διαφανώς, οι καταναλωτές νιώθουν πως παίζουν στα… τυφλά.
Τα «μπλε» σταθερά τιμολόγια ως ρελέ ασφαλείας
Απέναντι στην αβεβαιότητα των κυμαινόμενων χρεώσεων, τα μπλε σταθερά τιμολόγια εμφανίζονται ως το «ρελέ ασφαλείας» των νοικοκυριών. Για τον Δεκέμβριο, οι τιμές τους έμειναν αμετάβλητες, ξεκινώντας από 0,088 ευρώ/kWh, και προσφέρουν σταθερότητα για τουλάχιστον 12 μήνες.
Η διαφορά με τα πράσινα είναι εντυπωσιακή: το φθηνότερο μπλε (0,088 €/kWh) είναι σχεδόν χαώδης απόσταση από το φθηνότερο πράσινο (0,12333 €/kWh), το οποίο είναι 40,15% ακριβότερο. Ακόμη και αν συνυπολογιστεί το συνήθως υψηλότερο πάγιο των σταθερών τιμολογίων, η συνολική επιβάρυνση παραμένει χαμηλότερη, ειδικά για νοικοκυριά που επιδιώκουν να αποφύγουν τις «εκπλήξεις» των αναπροσαρμογών.
Τα νούμερα δείχνουν τη μεγάλη στροφή. Οι οικιακοί συνδρομητές με μπλε τιμολόγια από 867.161 τον Ιανουάριο εκτοξεύτηκαν στους 1.306.140 τον Μάιο, δηλαδή σχεδόν 439.000 επιπλέον μέσα σε πέντε μήνες. Οι εκτιμήσεις κάνουν λόγο για πάνω από 1,7 εκατομμύρια μέχρι το τέλος του έτους και ξεπέρασμα των 2 εκατομμυρίων στις αρχές του 2026. Για μια αγορά που πριν λίγα χρόνια ήταν «κλειδωμένη» στη μονοδιάστατη λογική του ενός παρόχου, αυτή η φυγή δείχνει πόσο βαθιά έχει κλονιστεί η εμπιστοσύνη στα πράσινα προϊόντα.
Λογαριασμοί στα όρια: 3,4 δισ. ληξιπρόθεσμες οφειλές
Η στροφή στα μπλε τιμολόγια δεν είναι αποτέλεσμα «ψαγμένων» καταναλωτών, αλλά ένδειξη οικονομικής ασφυξίας. Σύμφωνα με την ετήσια έκθεση της ΡΑΑΕΥ για το 2024, οι ληξιπρόθεσμες οφειλές προς τους προμηθευτές ρεύματος έφτασαν τα 1,74 δισ. ευρώ για υφιστάμενους πελάτες και επιπλέον 1,65 δισ. για όσους έχουν αλλάξει πάροχο. Το συνολικό χρέος αγγίζει έτσι τα 3,4 δισ. ευρώ.
Τα στοιχεία αυτά φανερώνουν πως για ένα πολύ μεγάλο μέρος της κοινωνίας ο λογαριασμός ρεύματος δεν είναι πια απλώς ένα πάγιο έξοδο, αλλά μια μόνιμη πηγή άγχους. Πολλοί πληρώνουν έναν λογαριασμό αφήνοντας απλήρωτο τον επόμενο, άλλοι μπαίνουν σε ρυθμίσεις που δεν μπορούν να τηρήσουν, ενώ όλο και περισσότεροι κινδυνεύουν με διακοπές ρεύματος.
Παράπονα για αδιαφάνεια, χρεώσεις και… μετρητές
Στην εικόνα αυτή προστίθενται και τα παράπονα για τον τρόπο που «γράφονται» και παρουσιάζονται οι χρεώσεις. Η Ε.Κ.ΠΟΙ.ΖΩ. αναφέρει ότι δέχεται καταγγελίες για όλους τους παρόχους, που αφορούν αδιαφάνεια στους λογαριασμούς, χρεώσεις που δεν είναι κατανοητές ή κρίνονται υπέρογκες, καθώς και ζητήματα με την καταγραφή της κατανάλωσης από τον ΔΕΔΔΗΕ.
Ένα επιπλέον αγκάθι είναι οι καθυστερήσεις στην αντικατάσταση των παλιών αναλογικών μετρητών με «έξυπνους» μετρητές. Χωρίς ακριβή, σε πραγματικό χρόνο, μέτρηση της κατανάλωσης, οι καταναλωτές συχνά αισθάνονται εγκλωβισμένοι σε εκκαθαριστικούς λογαριασμούς που δεν μπορούν να ελέγξουν. Η ΕΚΠΟΙΖΩ καλεί τους πολίτες να καταθέτουν επίσημες καταγγελίες στην πλατφόρμα της ΡΑΑΕΥ, ώστε τα προβλήματα να καταγράφονται και να ασκείται πίεση για παρεμβάσεις.
Η κυβέρνηση υπόσχεται μετακύλιση των μειώσεων – η αγορά μένει «κολλημένη»
Σε πολιτικό επίπεδο, η συζήτηση έχει ανοίξει εδώ και μήνες. Ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, στη ΔΕΘ στις αρχές του φθινοπώρου, συνέδεσε δημόσια τη μείωση της χονδρικής τιμής ρεύματος με την υποχρέωση των παρόχων να προσαρμόσουν αντίστοιχα τις χρεώσεις στη λιανική. Τόνισε ότι η κυβέρνηση διαθέτει τα μέσα για να διασφαλίσει ότι οι μειώσεις θα φτάνουν στους καταναλωτές και ότι η κατεύθυνση αυτή θα εφαρμοστεί.
Στο ίδιο πνεύμα κινήθηκε και ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Σταύρος Παπασταύρου, ο οποίος υπενθύμισε ότι τα τελευταία χρόνια, όποτε οι τιμές «έχουν ξεφύγει», η κυβέρνηση έχει παρέμβει. Αναφέρθηκε μάλιστα στο παράδειγμα του Σεπτεμβρίου, όπου, όπως είπε, οι βελτιώσεις στη χονδρική τιμή μετακυλίστηκαν στη λιανική.
Ωστόσο, η πραγματικότητα του Δεκεμβρίου, με τις πράσινες χρεώσεις σχεδόν αμετάβλητες παρά το περιθώριο αποκλιμάκωσης, δείχνει ότι η αγορά εξακολουθεί να λειτουργεί με βραδύτητα – ή και απροθυμία – στο να μεταφέρει τις μειώσεις στον τελικό καταναλωτή.
Το παράδοξο των ΑΠΕ και το κόστος στον λογαριασμό
Την ίδια ώρα, η Ελλάδα εμφανίζει εντυπωσιακή διείσδυση των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας, με πάνω από το 50% του ενεργειακού μίγματος να προέρχεται από ΑΠΕ. Κι όμως, ο καταναλωτής δεν βλέπει αντίστοιχη ανακούφιση στον λογαριασμό του.
Ο συνδυασμός παραγόντων είναι εκρηκτικός: η υπάρχουσα δομή της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας, ο τρόπος τιμολόγησης, οι ελλιπείς υποδομές αποθήκευσης και οι ανάγκες κάλυψης της ζήτησης σε ώρες αιχμής. Όταν δεν υπάρχει επαρκής αποθήκευση, μεγάλο μέρος της φθηνής «πράσινης» ενέργειας χάνεται ή δεν αξιοποιείται πλήρως, και στις ώρες υψηλής ζήτησης ενεργοποιούνται μονάδες φυσικού αερίου, με πολύ υψηλότερο κόστος.
Σε πρόσφατη τοποθέτησή του στο 7ο Renewable Storage Forum, ο αντιπρόεδρος του Κλάδου Ενέργειας της ΡΑΑΕΥ, Δημήτρης Φούρλαρης, υπογράμμισε ότι η ανάπτυξη έργων αποθήκευσης είναι το κλειδί. Όσο αυξάνεται η δυνατότητα αποθήκευσης, τόσο μειώνεται η μεταβλητότητα των τιμών. Παράλληλα, τόνισε την ανάγκη για έξυπνη διαχείριση της ζήτησης μέσω δυναμικών τιμολογίων και μαζικής εγκατάστασης έξυπνων μετρητών, ώστε οι καταναλωτές να μπορούν να μεταφέρουν την κατανάλωσή τους σε φθηνότερες ώρες, περιορίζοντας τις ακραίες τιμές.
Ριζικές αλλαγές στο Κοινωνικό Τιμολόγιο – στοίχημα η ενεργειακή φτώχεια
Μέσα σε αυτό το τοπίο πίεσης και αβεβαιότητας, το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας επιχειρεί να βάλει φρένο στην ενεργειακή φτώχεια, προχωρώντας σε ολικό «λίφτινγκ» του Κοινωνικού Οικιακού Τιμολογίου (ΚΟΤ). Με πρόσφατη απόφαση, δόθηκε εντολή για πλήρη επανασχεδιασμό του, με μελέτη όλων των παραμέτρων – από τα κριτήρια ένταξης μέχρι τα όρια κατανάλωσης – η οποία πρέπει να παραδοθεί μέσα σε πέντε μήνες.
Η νέα προσέγγιση στοχεύει στη δημιουργία ενός συστήματος που θα αντανακλά καλύτερα τη σημερινή κοινωνική πραγματικότητα: ποια νοικοκυριά είναι πραγματικά ευάλωτα, πόσο ρεύμα καταναλώνουν, τι είδους στήριξη χρειάζονται ώστε να διασφαλίσουν αξιοπρεπείς συνθήκες διαβίωσης. Το αν το νέο ΚΟΤ θα καταφέρει να προστατεύσει ουσιαστικά όσους σήμερα βρίσκονται στο όριο του σκοταδιού, μένει να αποδειχθεί στην πράξη.
Προς το παρόν, το μόνο βέβαιο είναι ότι οι καταναλωτές ψηφίζουν με τα πορτοφόλια τους: εγκαταλείπουν τα πράσινα τιμολόγια, γυρίζουν στα μπλε σταθερά και αναζητούν απεγνωσμένα λίγη προβλεψιμότητα σε μια αγορά που θυμίζει περισσότερο ναρκοπέδιο παρά «απελευθερωμένο» ανταγωνισμό.
Πηγή: Pagenews.gr
Διαβάστε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο
Το σχόλιο σας