Nέα της αγοράς

Goldman Sachs: Ο τρόπος που ο Ουκρανικός πόλεμος επηρεάζει την Ελλάδα

Goldman Sachs: Ο τρόπος που ο Ουκρανικός πόλεμος επηρεάζει την Ελλάδα
Goldman Sachs: Η ανάλυση της, έχει ως αφετηρία τη θέση της Ρωσίας και της Ουκρανίας στην παγκόσμια οικονομία.

Μεταξύ των χωρών που εκτίθενται περισσότερο στις συνέπειες της κρίσης στην Ουκρανία συγκαταλέγεται η Ελλάδα, όπως και η Γερμανία, η Ιταλία, η Τουρκία, η Ουγγαρία και η Τσεχική Δημοκρατία («χαμένοι»), σύμφωνα με τη Goldman Sachs, ενώ «νικητές» αναδεικνύονται οι περισσότερες οικονομίες της Λατινικής Αμερικής, οι εξαγωγείς πετρελαίου της περιοχής CEEMEA (Σαουδική Αραβία, Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και Νιγηρία) και, μεταξύ των αναπτυγμένων αγορών, η Νορβηγία, ο Καναδάς, η Αυστραλία και οι ΗΠΑ.

Η ανάλυση της Goldman Sachs έχει ως αφετηρία τη θέση της Ρωσίας και της Ουκρανίας στην παγκόσμια οικονομία. Αν και οι δύο χώρες αντιπροσωπεύουν μόλις το 2,5% του παγκόσμιου ΑΕΠ, από την άλλη καλύπτουν ένα πολύ μεγαλύτερο ποσοστό των συνολικών παγκόσμιων εξαγωγών σε ορισμένα βασικά εμπορεύματα, όπως το πετρέλαιο (12%), το φυσικό αέριο (9%), το σιτάρι (25%), το καλαμπόκι (14%) και το νικέλιο (11%). Η προοπτική μιας σημαντικής μείωσης της προσφοράς αυτών των εμπορευμάτων οδήγησε τις τιμές σε υψηλότερα επίπεδα, καθώς από τότε που επήλθε η εισβολή της Ρωσίας στα ουκρανικά εδάφη στις 24 Φεβρουαρίου, οι τιμές του πετρελαίου αυξήθηκαν κατά 8%, οι τιμές του ευρωπαϊκού φυσικού αερίου κατά 25% και οι τιμές του σιταριού επίσης κατά 25%. Επιπλέον, η σύγκρουση και οι επακόλουθες κυρώσεις θα επιφέρουν ένα σημαντικό πλήγμα συνολικά στην παγκόσμια οικονομία, αλλά σε μια αρκετά ανομοιόμορφη κατανομή και βάση. Φυσικά, υψηλότερο τίμημα αναμένεται να υποστούν οι χώρες που εισάγουν σημαντικές ποσότητες από αυτά τα εμπορεύματα και κυρίως όσες έχουν απευθείας έκθεση στη Ρωσία και την Ουκρανία.

Η Κίνα δεν έχει επιβάλει κυρώσεις κατά της Ρωσίας

Οι ευρωπαϊκές χώρες και η Κίνα λοιπόν είναι οι μεγαλύτεροι εισαγωγείς ρωσικού πετρελαίου, ενώ η Τουρκία και η Νότια Κορέα εισάγουν επίσης σημαντικές ποσότητες ρωσικού πετρελαίου. Η Κίνα εισάγει σχεδόν αποκλειστικά αργό, ενώ οι ευρωπαϊκές οικονομίες εισάγουν μεγάλα ποσοστά τόσο αργού όσο και προϊόντων διύλισης. Όπως σημειώνει η Goldman Sachs, καθώς η Κίνα δεν έχει επιβάλει κυρώσεις κατά της Ρωσίας, είναι λιγότερο πιθανό να υπάρξει μια διαταραχή σε αυτό το «κανάλι» εξαιτίας της σύγκρουσης. Υπολογίζοντας τη θέση του ρωσικού πετρελαίου ως τμήματος των συνολικών εισαγωγών πετρελαίου, η Τουρκία, η Φινλανδία, η Ολλανδία και η Πολωνία είναι περισσότερο εκτεθειμένες στις ρωσικές εξαγωγές του «μαύρου χρυσού», ενώ η Κίνα εισάγει λιγότερο από το 20% του πετρελαίου της από τη Ρωσία.

Στο σκέλος του φυσικού αερίου, το συντριπτικό ποσοστό αυτού εξάγεται μέσω αγωγών προς την Ευρώπη. Δεδομένης της σημασίας της υπάρχουσας υποδομής για την εισαγωγή ρωσικού φυσικού αερίου μέσω αγωγών, η ικανότητα των οικονομιών της Δυτικής και της Ανατολικής Ευρώπης να προσαρμοστούν σε άλλες πηγές είναι σημαντικά περιορισμένη. Εντός της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης, η έκθεση της Πολωνίας στις εισαγωγές ρωσικού φυσικού αερίου είναι πιο περιορισμένη από ό,τι αλλού στην Ευρώπη, εξαιτίας της θέσης και της σημασίας του άνθρακα στην παραγωγή ενέργειας.

Επιπλέον, η Αίγυπτος, η Τουρκία, το Μπαγκλαντές και η Ινδονησία είναι οι τέσσερις μεγαλύτεροι εισαγωγείς ρωσικού και ουκρανικού σίτου. Υπολογιζόμενο ως ποσοστό επί των συνολικών εισαγωγών σίτου, η Τουρκία, η Αίγυπτος, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και το Ισραήλ είναι περισσότερο εκτεθειμένες στις εξαγωγές από τη Ρωσία και την Ουκρανία, σύμφωνα με τη Goldman Sachs.

Ωστόσο, αυτή η εικόνα και η χαρτογράφηση προσφέρει μια περιορισμένη σειρά συμπερασμάτων. Ενώ η μείωση της προσφοράς των αγαθών και των υπηρεσιών που εξάγουν η Ρωσία και η Ουκρανία θα τείνει να οδηγεί τις τιμές σε αυτές τις αγορές σε υψηλότερα επίπεδα, είναι επίσης αληθές ότι η μείωση της παγκόσμιας ζήτησης για τα αγαθά και τις υπηρεσίες που εισάγουν η Ρωσία και η Ουκρανία θα τείνει να οδηγεί τις τιμές σε χαμηλότερα επίπεδα σε αυτές τις αγορές.

Αυτός ο συνδυασμός είναι ιδιαίτερα αρνητικός για τις οικονομίες των οποίων τα πρότυπα συναλλαγών είναι πολύ διαφορετικά από αυτά της Ρωσίας και της Ουκρανίας – δηλαδή εισάγουν τα αγαθά και τις υπηρεσίες που εξάγουν η Ρωσία και η Ουκρανία, ενώ εξάγουν ό,τι εισάγουν. Ωστόσο, οι χώρες που ανταγωνίζονται άμεσα τη Ρωσία και την Ουκρανία – δηλαδή με παρόμοιο μείγμα εξαγωγών και εισαγωγών – είναι πιθανό να επωφεληθούν από τις υψηλότερες τιμές στις αγορές στις οποίες εξάγουν, με χαμηλότερες τιμές για τα αγαθά και τις υπηρεσίες που εισάγουν.

Η Ουκρανία είναι βασικός εξαγωγέας τροφίμων

Η Goldman Sachs λοιπόν, παρέχοντας μια ανάλυση του εμπορικού ισοζυγίου της Ρωσίας και της Ουκρανίας σε 19 κατηγορίες αγαθών και υπηρεσιών υπογραμμίζει πως η Ρωσία είναι σημαντικός εξαγωγέας καυσίμων, και σημαντικός εισαγωγέας κεφαλαιουχικών αγαθών στηρίζοντας επίσης τον ταξιδιωτικό κλάδο και τον τουριστικό. Από την άλλη πλευρά, η Ουκρανία είναι βασικός εξαγωγέας τροφίμων (τόσο πρωτογενών όσο και μη επεξεργασμένων) και πρωτογενών βιομηχανικών αγαθών και σημαντικός εισαγωγέας καυσίμων, κεφαλαιουχικών αγαθών προσφέροντας επίσης στήριξη στον ταξιδιωτικό και τον τουριστικό κλάδο άλλων χωρών (όπως επίσης και η Ρωσία).

Χρησιμοποιώντας παρόμοια δεδομένα εξαγωγών και εισαγωγών για 52 ακόμη αναδυόμενες και αναπτυσσόμενες αγορές, η Goldman Sachs υπολογίζει το trade beta κάθε χώρας με (σταθμισμένο μέσο όρο του ΑΕΠ για) τη Ρωσία και την Ουκρανία, με παλινδρόμηση του εμπορικού ισοζυγίου για κάθε χώρα με βάση το πρότυπο της Ρωσίας και της Ουκρανίας.

Σε αυτή τη βάση, διαπιστώνει ότι οι χώρες με τα πιο θετικά beta (δηλαδή, που έχουν πιο παρόμοια δομή στο εμπορικό ισοζύγιο) με τα πρότυπα συναλλαγών της Ρωσίας και της Ουκρανίας είναι εξαγωγείς εμπορευμάτων (Σαουδική Αραβία, Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, Καζακστάν, Νορβηγία, Νιγηρία). Οι χώρες με τα πιο αρνητικά beta τείνουν – μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα – να είναι εισαγωγείς εμπορευμάτων με εξαγωγικό χαρακτήρα στο σκέλος του τουρισμού ή/και των κεφαλαιουχικών αγαθών (Ταϊλάνδη, Ουγγαρία, Σιγκαπούρη και Τσεχική Δημοκρατία).

Ένας ξεχωριστός παράγοντας που καθορίζει το κόστος της σύγκρουσης για τις οικονομίες είναι το εάν οι χώρες θα έχουν τη δυνατότητα να στραφούν σχετικά εύκολα σε εναλλακτικές πηγές (τόσο στο σκέλος της προσφοράς όσο και στο σκέλος της ζήτησης) ή/και εάν έχουν τη δυνατότητα να εξομαλύνουν τον αντίκτυπο του «σοκ» με την πάροδο του χρόνου.

Όπως τονίζει η Goldman Sachs, στην περίπτωση της προμήθειας ρωσικού φυσικού αερίου στις ευρωπαϊκές οικονομίες, η έλλειψη διαθέσιμων υποδομών (πιθανώς αναφέρεται σε υποδομές αποθήκευσης και τερματικούς σταθμούς) ώστε να υπάρξει πρόσβαση σε εναλλακτικές πηγές εφοδιασμού αποτελεί μείζονα ανησυχία. Επιπλέον, για αρκετές αναδυόμενες οικονομίες – ιδίως για την Τουρκία και την Αίγυπτο – η περιορισμένη πρόσβαση σε εξωτερική χρηματοδότηση είναι πιθανό να περιορίσει την ικανότητά τους να εξομαλύνουν τον αντίκτυπο αυτού του «σοκ» με την πάροδο του χρόνου, επιδεινώνοντας έτσι τον αντίκτυπο της κρίσης σε βραχυπρόθεσμο ορίζοντα.

Διαβάστε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο

ΚΑΤΕΒΑΣΤΕ ΤΟ APP ΤΟΥ PAGENEWS PAGENEWS.gr - App Store PAGENEWS.gr - Google Play

Το σχόλιο σας

Loading Comments