Ελλάδα

Η δημόσια ασφάλεια ως δομικό ζήτημα της χώρας

Η δημόσια ασφάλεια ως δομικό ζήτημα της χώρας

Πηγή Φωτογραφίας: Eurokinissi

Οι πρόσφατες αιματηρές συμπλοκές ανακινούν το ευρύτερο ζήτημα της δημόσιας ασφάλειας της χώρας.

Η ιστορία της Αστυνομίας στην Ελλάδα είναι, χωρίς υπερβολές, μια τραγική ιστορία της εξέλιξης ενός οργανισμού που από το μακρύ χέρι της εξουσίας μίας αυταρχικής πολιτικής ιδεολογίας, καταλήγει σήμερα να είναι μια ευνουχισμένη υπηρεσία που αδυνατεί να πάρει και να εκτελέσει κρίσιμες αποφάσεις χωρίς την πρότερη κάλυψη του πολιτικού της προϊσταμένου.

Μακάρι να ξέραμε περισσότερα για τον τρόπο που δεν λαμβάνονται αποφάσεις στο Σώμα, όμως η καχυποψία έναντι της επιτόπιας κοινωνιολογικής έρευνας δεν αποτελεί έκπληξη – αντίθετα, είναι εξαιρετικά διαδεδομένη σε όλο το Δημόσιο.

Ωστόσο, οι πολίτες ενδιαφέρονται ελάχιστα για το πώς και γιατί η αστυνομία δεν κάνει τη δουλειά της. Επιπλέον, το 41% των πολιτών που ψήφισε τη ΝΔ δεν το έκανε αποκλειστικά και μόνο για να συντρίψει την τοξική αντιπολίτευση.

Ψήφισαν τη ΝΔ γιατί, πάνω απ’ όλα, ψήφισαν για να έχει αυτή η χώρα μια αποτελεσματική, συνεκτική και με αρχές κυβέρνηση που θα εφαρμόζει το νόμο τακτικά και μόνιμα, όχι κατά περίπτωση, αυθαίρετα στην οδική κυκλοφορία ή στη θάλασσα, ή τη βία των οπαδών, η οποία ζει και βασιλεύει στην Ελλάδα του 2023. Είναι μια διακυβέρνηση που οφείλει να προστατεύει τη δημόσια ασφάλεια ανατρέποντας το βαθιά ριζωμένο αίσθημα ατιμωρησίας.

Το πρώτο πρόβλημα στη χώρα μας μετά την Κυριακή είναι, φυσικά, η οπαδική βία. Είναι λίγο-πολύ γνωστό γιατί η Ελλάδα δεν έχει λάβει επαρκή μέτρα για την εξάλειψή της εδώ και τουλάχιστον 40 χρόνια.

Πρόκειται για την πολιτική διαφθορά και την έλλειψη αστυνομικής πειθαρχίας. Ο πρώτος λόγος έγκειται στην ατιμωρησία των πολιτικών, δικαστικών, οικονομικών και αθλητικών παραγόντων που στηρίζουν και καλλιεργούν τον χουλιγκανισμό χρηματοδοτώντας τους «οργανωμένους» και προστατεύοντας τους βίαιους. Ο δεύτερος λόγος είναι η απουσία της πεποίθησης, είτε πρόκειται για ακροδεξιούς, είτε για ακροαριστερούς, είτε για απολιτίκ, ότι ο χουλιγκανισμός είναι απαράδεκτος και ότι η εξαφάνισή του αποτελεί ζήτημα τιμής και κύρους για την αστυνομία.

Η απουσία αυτή έχει βέβαια τις αιτίες της, ξεκινώντας από τη γνωστή δημοσιογραφική νοοτροπία και καταλήγοντας στο φόβο μήπως γίνουμε “θύμα” που οδηγεί σε κατ’ οίκον περιορισμό των δραστών και των επιχειρησιακών αξιωματικών ανεξαιρέτως και στο φόβο της αριστεράς να τους κατηγορήσει για «φασιστικές πράξεις καταστολής».

Αυτό δεν σημαίνει ότι η αριστερά υποστηρίζει τον χουλιγκανισμό. Όμως καθώς δεν μπορείς να έχεις αστυνομική άσκηση έννομης βίας α-λα καρτ, τα χλωρά καίγονται με τα ξερά, και ο φόβος «μην κατηγορηθούμε για χρήση βίας» τελικά ευνοεί, όχι την επανάσταση, αλλά τον φασισμό.

Αυτό συμβαίνει επειδή ο χουλιγκανισμός τείνει να συνδέεται οργανικά με φασιστικές οργανώσεις. Υπάρχουν τρεις βασικοί λόγοι: πρώτον, οι φορτισμένες τελετουργίες των οπαδών, οι λατρείες και τα πνεύματα συνήθως αξιοποιούνται από τους ακροδεξιούς ηγέτες για να στρατολογήσουν τους ήδη μυημένους στην ποδοσφαιρική διαστροφή. Δεύτερον, ο «αγώνας» του ποδοσφαίρου μπορεί πολύ εύκολα να μετατραπεί σε οπαδική βία, η οποία μπορεί να συνδεθεί με την ιδεολογία της «βίας για τη βία» που αποτελεί την ουσία του φασισμού. Και τρίτον, η «ποδοσφαιροποίηση» των φασιστικών οργανώσεων καθιστά δυνατή τη λειτουργία τους εντός και εκτός συνόρων με νόμιμο τρόπο (αδελφοποιήσεις, εκδρομές, γραφεία κ.λπ.).

Αλλά αυτή η κοινωνιολογική προσέγγιση του φαινομένου δεν αποσκοπεί, φυσικά, σε καμία περίπτωση στο να συγκαλύψει την προφανή αδυναμία της ΕΛΑΣ να αποτρέψει τις δολοφονίες της Κυριακής. Αυτό που σαφώς χρειάζεται είναι πολιτικό θάρρος για την κατεδάφιση και την ανοικοδόμηση βασικών πυλώνων του κράτους και για ριζικές αλλαγές.

Πώς είναι δυνατόν να εξαλειφθεί ο χουλιγκανισμός λοιπόν; Για την εξάλειψή του δεν χρειάζεται τίποτα περισσότερο από μέτρα σαν αυτά που έλαβε η κυβέρνηση της Μάργκαρετ Θάτσερ κατά την δεκαετία του 1980 στο Ηνωμένο Βασίλειο. Εκείνη την εποχή  ο ποδοσφαιρικός χουλιγκανισμός ήταν ένα σημαντικό κοινωνικό ζήτημα λόγω του βίαιου και ανατρεπτικού χαρακτήρα του. Η κυβέρνηση Θάτσερ εφάρμοσε μια σειρά από γνωστά για την αυστηρότητά τους μέτρα για την αντιμετώπισή του.

Με αυτά τα μέτρα η Θάτσερ εξάλειψε κατά πολύ το φαινόμενο του χουλιγκανισμού και εκμηδένισε την επήρεια του φασισμού στο ποδόσφαιρο. Εδώ, στην Ελλάδα, ακόμη δεν μπορούμε να εμποδίσουμε οργανωμένους οπαδούς της Ντιναμό Ζάγκρεμπ να κατεβούν στην Αθήνα για να σκοτώσουν και να σκοτωθούν.

Τελειώνουμε με μία σημείωση για όσους πιστεύουν ότι «εδώ είναι Ελλάδα και δεν γίνεται να ληφθούν τέτοια μέτρα». Το ίδιο έλεγαν στην Θάτσερ οι σύμβουλοί της για την βρετανική κουλτούρα και υποκουλτούρα. Όμως δεν τους άκουσε. Ίσως γιατί η ίδια απεχθανόταν το ποδόσφαιρο. Αναμένουμε λοιπόν τον σωτήρα που θα απεχθάνεται το ελληνικό ποδόσφαιρο. Σήμερα τουλάχιστον δεν θα είναι δύσκολο να βρούμε κάποιον που να πληροί αυτό το κριτήριο.

Διαβάστε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο

ΚΑΤΕΒΑΣΤΕ ΤΟ APP ΤΟΥ PAGENEWS PAGENEWS.gr - App Store PAGENEWS.gr - Google Play

Το σχόλιο σας

Loading Comments